Monday, March 12, 2007

Ιστορία - για αγρίους...

Δευτέρα 12 Μαρτίου – και από όλη αυτή την ιστορία με το βιβλίο ιστορίας της 6ης Δημοτικού, υπάρχει κάτι που μου έχει κάνει πραγματικά εντύπωση. Από το πλήθος των συγκρουομένων, και από τις δύο μεριές, υπάρχει ένα απροσδόκητο χαρακτηριστικό. Δεν ξέρω αν το βιβλίο είναι κατάλληλο ή ακατάλληλο για τη διδασκαλία των νεαρών βλαστών του έθνους – δεν είμαι καν αρμόδιος, δεν έχει σχέση αν είναι «καλό» ή «κακό», το παιδαγωγικό ζήτημα απαιτεί μια ενασχόληση και μια αρμοδιότητα που δεν την έχουμε. Συμβαίνει όμως κάτι περίεργο. Εκείνοι που το υπερασπίζονται είναι στην συντριπτική πλειοψηφία τους ιστορικοί. Ανάμεσα σε εκείνους που το ρίχνουν στην πυρά εντοπίζεται μια μεγάλη ποικιλία άλλων επαγγελμάτων, αλλά παρατηρείται εξαιρετική σπάνις ιστορικών.
Εξαιρώ φυσικά τον κ. Ζουράρι, ο οποίος ανήκει μάλλον στο αντικείμενο παρά στους μελετητές της Ιστορίας.

Πώς συμβαίνει άραγε αυτό; Πώς γίνεται και εκείνοι που ανάλωσαν τη ζωή τους στη μελέτη της ιστορίας να τάσσονται στο πλευρό εκείνων που υποτίθεται θέλουν να την κάνουν φύλλο και φτερό;

Γνώμη έχουν όλοι. Γνώμη καταδικαστική έχουν πολιτικοί ηγέτες, όπως ο κ. Καρατζαφέρης του Λαϊκού Ορθοδόξου Συναγερμού, και ο ανταγωνιστής του, ο κ. Παπαθεμελής, του κόμματος της Δημοκρατικής Αναγέννησης με σήμα το περιστέρι, για όσους έχουν χάσει κάποιο πρόσφατο επεισόδιο. Γνώμη καταδικαστική έχουν και άλλοι πολιτικοί ηγέτες, όπως ο κ. Λιλλήκας, ο ψηλός κλώνος του κ. Τάσσου Παπαδόπουλου, που θέλει να αποσυρθεί το βιβλίο αν και προχθές μας έλεγε ότι είμαστε δύο κράτη εντελώς ανεξάρτητα μεταξύ τους και δεν θέλει να μας βαραίνει με τα δικά του ντέρτια. Γνώμη καταδικαστική έχουν (αυτοί κάπως πιο αρμόδιοι) εκδότες εθνεγερτικών εντύπων, όπως ο κ. ΄Αδωνις Γεωργιάδης, και τηλεπλασιέ όπως ο κ. Λιακόπουλος, «19 ευρώ το πακέτο αλλά έχουν μείνει λίγα, τηλεφωνήστε τώρα», τους οποίους μπορεί να δούμε και στη Βουλή – των εκλογών ο καιρός γαρ εγγύς. Γνώμη καταδικαστική έχει και ο κ. Χριστόδουλος, για να μην ξεχνιόμαστε, που βλέπει πίσω από το βιβλίο «γενίτσαρους», υπονοώντας προφανώς ότι κάποια στιγμή έγινε κάποιο παιδομάζωμα ιστορικών στα Πανεπιστήμια και η Εκκλησία δεν το πήρε χαμπάρι, βυθισμένη τότε στις μελέτες της. Έχουν όλοι τους ένα νήμα που τους ενώνει: όχι δεν λέω για το προφανές, εννοώ ότι δεν είναι επαγγελματίες της Ιστορίας.

Αυτή ίσως είναι και η ουσία της μικρής μάχης. Είναι μια μάχη ανάμεσα στη Γνώμη και στη Γνώση. Το ερώτημα, εν τέλει, αυτό είναι: ποια από τις δυο πηγαίνει πρώτη και πρέπει να υπηρετεί την άλλη. Ερώτημα έτσι κι αλλιώς προχωρημένο και εκλεπτυσμένο για την Παιδεία μας που έχει άλλα, πιο καθημερινά, βάσανα και μώλωπες τους τελευταίους μήνες.

4 comments:

Unknown said...

Πολύ σωστά Φοίβο.
Και παραδοσιακά η επιστημονική προσέγγιση (δηλ. η επιδίωξη της γνώσης μέσω της επίμονης και συνεχούς μελέτης των γεγονότων) καλύπτεται βιαστικά από φωνασκίες ιεροκυρήκων, πολιτικών, ίδεολόγων.
Πόσες όμως από τις έπικρατούσες 'άλήθειες', θα άντεχαν σε μια τέτοια προσέγγιση?

vassal~ said...

Ίσως στην αναζήτηση μιας απάντησης στο ερώτημα που θέτετε κ. Καρζή να μπορούν να διαδραματίσουν κάποιο ρόλο οι εξής (πάντα προσωπικές) υπομνήσεις:

1. Το θέμα μας είναι η Ιστορία που διδάσκεται σε παιδιά της Στ' Δημοτικού κι όχι σε φοιτητές του Ιστορικού-Αρχαιολογικού. Αν δεν κάνω λάθος, η στοχοθεσία κάθε εκπαίδευσης είναι εντελώς διαφορετική. Η πρώτη καλείται (σύμφωνα και με τις επιταγές του Συντάγματος) να διαμορφώσει εθνική συνείδηση και μνήμη. Η δεύτερη να διδάξει τη μέθοδο της ιστορικής έρευνας. Η συντακτική ομάδα του νέου σχολικού βιβλίου έχει δημόσια δηλώσει πως στόχος της κατά τη συγγραφή υπήρξε η.. δεύτερη.

2. Θεωρώ πως για μια τέτοια αλλαγή στον τρόπο διαπαιδαγώγησης των παιδιών αυτής της χώρας θα'πρεπε πρώτα να ενημερωθεί η ελληνική κοινωνία. Από τη στιγμή που δεν ενημερώθηκε εγκαίρως, κάθε (σπασμωδική ή περισσότερο οργανωμένη, γνήσια ή καιροσκοπική) αντίδραση είναι μάλλον αναμενόμενη.

3. Ο χώρος των πανεπιστημιακών καθηγητών στην Ελλάδα (κι όχι μόνο) έχει ιδεολογικά χαρακτήρα συντεχνίας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως η επικεφαλής της συντακτικής ομάδας, κ. Μαρία Ρεπούση, είναι ιδρυτικό μέλος του Ομίλου προβληματισμού και παρέμβασης ΑΡΣΗ (Αριστερά Σήμερα - arsh.gr). Είναι ασφαλώς αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός να διαδίδει τις πολιτικές του ιδέες (εν προκειμένω ότι η διδασκόμενη σε παιδιά της Στ' Δημοτικού Ιστορία δεν πρέπει να είναι πλέον εθνοκεντρική), πόσο μάλλον αν αυτός είναι καθηγητής πανεπιστημίου. Αναρωτιέμαι ωστόσο αν η ιδεολογική προκατάληψη είναι το ζητούμενο κατά τη συγγραφή ενός σχολικού βιβλίου. Το ίδιο ακριβώς θα είχα να επισημάνω φυσικά αν η επικεφαλής της συντακτικής ομάδας ήταν ιδρυτικό μέλος μιας παραφυάδας (προβληματισμού και παρέμβασης) του κόμματος του κ. Καρατζαφέρη ή της αρχιεπισκοπής.

4. Αυτή ακριβώς η ιδεολογική περιχαράκωση της πανεπιστημιακής κοινότητας είναι που δυσκολεύει αισθητά να οργανωθούν «σοβαροί πυρήνες ιστορικών, που θα προσπαθήσουν να παρέμβουν στις κεντρικές εκπαιδευτικές διαδικασίες αναπαραγωγής της ιστορικής γνώσης», όπως δήλωσε ο κ. Βλάσης Αγτζίδης, καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο ΑΠΘ (ο οποίος "τυχαίνει" να ανήκει στους αντιδρώντες). Όσο θα υφίσταται αυτή η αδυναμία ιδεολογικής ετερογένειας στην ελληνική πανεπιστημιακή συντεχνία τόσο θα έχουμε θαρρώ φαινόμενα αυτόκλητων σωτήρων του έθνους.

5. Ες εκ τούτου, πιστεύω πως τελικά δεν πρόκειται για μάχη μεταξύ της Γνώσης και της Γνώμης, αλλά για κλασική μάχη μεταξύ Γνώμης και Γνώμης.

Fivos Karzis said...

Έχετε δίκιο ως προς τη λειτουργία του σχολείου. Δεν ήταν να μαθαίνει Ιστορία τα παιδιά, αλλά να "διαμορφώνει εθνική συνείδηση και μνήμη", όπως γράφετε. Να "διαμορφώνει" ή να "κατασκευάζει"; Όλα τα καινούργια εθνικά κράτη χρειάζονται για να υπάρξουν έναν "εθνικό μύθο". Έτσι γεννήθηκε το κρυφό σχολειό, για παράδειγμα. Σήμερα η Ελλάδα είναι στη φάση συγκρότησης του κράτους της, όπως οι Αλβανοί Κοσσοβάροι ή οι Σλαβομακεδόνες; Η διαμόρφωση εθνικής συνείδησης πρέπει να γίνεται με βάση κατασκευασμένους μύθους; Συμφωνώ ότι υπάρχουν διατυπώσεις που σε καμμία περίπτωση δεν θα χρησιμοποιούσα μέσα σε αυτό το βιβλίο. Αλλά είναι άλλο να ζητάμε τη βελτίωσή του -θα προσυπέγραφα αμέσως- κι άλλο να καταδικάζουμε την αντίληψή του για το τι είναι ιστορία και η εκμάθησή της στο σχολείο. Σε αυτό είναι απείρως καλύτερο από τα βιβλία που υπήρχαν έως σήμερα. Και κάτι ακόμη: τα βιβλία με τα οποία μεγαλώσαμε υπηρετούσαν κατά τη γνώμη σας, αν κατάλαβα, με ορθό τρόπο την υπόθεση της "διαμόρφωσης εθνικής μνήμης". Από ιστορική γνώση έχετε σκεφθεί πώς τα πήγαιναν; Το ενδιαφέρον όσων έμαθαν εν τέλει Ιστορία (και ορισμένοι την υπηρετούν ως ιστορικοί) κινήθηκε από τα βιβλία του σχολείου ή από την αμφισβήτησή τους και το νέο κόσμο που αυτή τους αποκάλυψε; Η απαγγελία εθνεγερτικών λογυδρίων και οι ηρωικές μέρες της εξέτασης στον πίνακα για το μάθημα της ημέρας δημιούργησαν γενεές "υγιώς σκεπτομένων" αγράμματων.

vassal~ said...

Φαίνεται πως η λέξη «έθνος» και τα παράγωγά της είναι πλέον αλλεργιογόνος (τόσο μάλιστα, που από το εξώφυλλο του νέου βιβλίου απαλείφθηκε εντελώς ο χαρακτηρισμός “Εθνικής” για την παιδεία) . Αν κάποιος τολμήσει να μιλήσει για «εθνική συνείδηση», συχνά βρίσκεται στη θέση (άμυνας) να διευκρινίσει πως δεν υπονοεί «εθνική μυθολογία» ή κάτι παρόμοιο. Ας είναι. Το εκλαμβάνω σαν το τίμημα για κάθε παράχρηση του παρελθόντος ή του παρόντος. Καταθέτω λοιπόν τις διευκρινίσεις μου.

Τα σχολικά εγχειρίδια του Δημοτικού δεν είναι μόνο βασικά εργαλεία για την πρόσβαση των παιδιών στην οργανωμένη γλώσσα, σκέψη, έκφραση. Είναι κατ’ επέκταση εργαλεία ένταξης των παιδιών σε μια συλλογικότητα, σε μια κοινωνία σχέσεων που προϋπάρχει αυτών. Είναι συνεπώς η αντανάκλαση των επιδιώξεων αυτής της κοινωνίας. Και μ’αυτή την έννοια, τα σχολικά εγχειρίδια του Δημοτικού είναι (ή σωστότερα, θα έπρεπε να είναι) πολιτειακά κείμενα που θα έπρεπε να αφορούν τον κάθε πολίτη περισσότερο κι από οποιοδήποτε νομικό πλαίσιο του κοινωνικού βίου ή πολιτικό πρόγραμμα διαχείρισης των κοινών. Νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε ως εδώ, έστω σε θεωρητικό επίπεδο.

Μεταξύ πολλών άλλων, λιγότερο ή περισσότερο σημαντικών, τη λειτουργική αυτή συνοχή (η οποία σαφώς και δεν είναι πλέον εργαλείο συγκρότησης κράτους) εξυπηρετούν η κοινή Ιστορία, τα συλλογικά βιώματα και μνήμες. Ζητούμενο δεν είναι πλέον αυτά να μεταδίδονται με το πνεύμα της ιστοριογραφίας του 60’ ούτε με εθνεγερτικά μυθεύματα. Κι αν αυτό είναι ζητούμενο μιας μειοψηφίας - που πάντα θαρρώ θα υπάρχει- δε σημαίνει πως πρέπει να φτάσουμε στο άλλο άκρο (εκφραζόμενο από μια πάλι μειοψηφία): την εξίσου ιδεολογικοποιημένη δηλαδή αλλοίωση ή απαλοιφή ιστορικών γεγονότων και την ιστοριογραφική αφήγηση ως άχρωμο κοινωνικό φαινομεναλισμό, απογυμνωμένο από κάθε βιωματική αίσθηση συλλογικής ιδιαιτερότητας - δηλαδή πατρίδας (άλλη μια αλλεργιογόνος λέξη).

Το θέμα της εγκυρότητας της ιστορικής γνώσης που μεταγγίζεται με τα σχολικά βιβλία ήταν ανέκαθεν πρόβλημα. Με το νέο βιβλίο το πρόβλημα αυτό μάλλον παραμένει (ιδωμένο ωστόσο από το αντιδιαμετρικό άκρο) και αφορά συγκεκριμένες πτυχές της ελληνικής ιστορίας. Το αν θα αντιμετωπιστεί με την απόσυρση του βιβλίου ή την αναδιατύπωση επιμέρους προτάσεων είναι θέμα που λίγο με αφορά.

Όσο για την προσωπική αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας, αυτή φοβάμαι πως παραμένει δρόμος απελπιστικής μοναξιάς. Και πάντα κίνητρο – θα συμφωνήσω – είναι η αμφισβήτηση.