Tuesday, April 22, 2008

Ψιμύθια μνήμης

Τρίτη 22 Απριλίου, Μεγάλη Τρίτη – και αυτές τις μέρες οι άνθρωποι κατεβαίνουν με άλλη, εορταστική διάθεση στο κέντρο της Αθήνας. Οικογένειες που τις έχουν διαλύσει τα ωράρια ξαναβρίσκονται, φίλοι που έχουν να βρεθούν από τα Χριστούγεννα ή τα τριήμερα ξανασυναντιούνται. Το βλέπεις στο ύφος των ανθρώπων ότι η δεν είναι τόσο η κούραση της δουλειάς, αλλά η προοπτική να ξεφύγουν από την επανάληψη της καθημερινότητας που τους ανοίγει τη διάθεση.

Πολλοί κατεβαίνουν, χωρίς την εφιαλτική συμφόρηση των ημερών που είναι ανοιχτά τα σχολεία, στο κέντρο της Αθήνας. Από την άποψη της πολυτέλειας των καταστημάτων η Αθήνα δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τις πιο πλούσιες μητροπόλεις του κόσμου. Άλλωστε είναι σαφές ότι κερδίζουμε το «χρυσό» στην κατανάλωση, ότι ξοδεύουμε αβέρτα όταν πρόκειται για την προσωπική μας χρήση και πολύ λιγότερο για την κοινή χρήση. Πάντως, η πόλη αυτές τις μέρες είναι πολύ διαφορετική από εκείνο τον εφιαλτικό χώρο που ζήσαμε πριν από μερικούς μήνες με τα μπλακ άουτ και τους σκουπιδόλοφους.

Καλή είναι η κατανάλωση, ωραίες είναι οι βιτρίνες, αλλά χρειάζεται και μέτρο. Περπατούσα χθες στην οδό Μέρλιν, στο Κολωνάκι. Κέντρο-κέντρο. Δρόμος ιστορικός – αν και αναρωτιέμαι σε πόσα σχολεία της Αθήνας, στη λεγόμενη ευέλικτη ζώνη διδασκαλίας, φιλοτιμήθηκε κάποιος να μιλήσει για τη Μέρλιν και την Κατοχή. Υπάρχει πράγματι μια στήλη με ένα ωραίο ανάγλυφο που γράφει «εδώ ήταν το κολαστήριο της Γκεστάπο». Το κτίριο στέγαζε για χρόνια κάποια ασφαλιστική εταιρεία, ένα σκυθρωπό κτίριο χωρίς καμμία αισθητική αξία.

Τώρα ξαναφτιάχτηκε και πρέπει να πω ότι είναι μια ευπρεπής ανακατασκευή. Δεν λέει κανείς πως η Αθήνα δεν έχει αρκετά μουσεία ή ιστορικούς χώρους. Αντίθετα, έχει παραπάνω από όσα μπορεί να συντηρήσει – κι αυτό είναι ένα πρόβλημα. Δεν λέει κανείς να πάθουμε υστερία και να κηρύξουμε διατηρητέα όλα τα σημεία που έχουν κάποιο ιστορικό βάρος για αυτή την πόλη, γιατί η Αθήνα έχει πάνω της πολλά στρώματα ιστορίας και θα ξεπερνούσε τις δυνατότητές της, αφήστε που δεν θα είχε και μεγάλη σημασία στην πράξη.

Αλλά πρέπει να πω ότι μου έκανε εντύπωση ότι στο ιστορικό κτίριο της Μέρλιν άνοιξε ένα κατάστημα και το κατάστημα αυτό είναι ένα γνωστό σούπερ-μάρκετ καλλυντικών. Μπιούτι σέντερ στα κρατητήρια της Γκεστάπο; Αν, λέω αν, φιλοτιμηθεί κάποιος δάσκαλος και πάει τους μαθητές του, τι ακριβώς θα πρέπει κατά προτεραιότητα να τους εξηγήσει; Τι συνέβη στην Κατοχή και πέθαιναν οικειοθελώς στο μέρος αυτό, ή τι συμβαίνει σήμερα και επιτρέπουμε τέτοια χρήση, τέτοια προκλητική αντίθεση με την ιστορία του χώρου;

Ξαναλέω: δεν μιλάμε για υστερική προγονολατρεία, ούτε καν για απαγόρευση της εμπορικής χρήσης του κτιρίου, επιβεβλημένης άλλωστε από τα πράγματα για πολλές δεκαετίες. Δεν είναι θέμα χρήσης, είναι θέμα κρίσης. Είναι ζήτημα στοιχειώδους συναίσθησης. Ακόμη κι αν μπορεί στη Μέρλιν να υπάρχουν γραφεία, ακόμη και αν είναι ανάγκη εκεί ακριβώς να γίνει κάποιο κατάστημα, πρέπει ακριβώς πάνω από τα κρατητήρια, ακριβώς δίπλα από την τιμητική στήλη για τα θύματα, να έχει μεγάλες εκπτώσεις σε κρέμες, πομάδες, μπικουτί, μάσκαρα, ρίμελ και φον ντε τεν. Είναι ανάγκη για αυτό και τίποτε άλλο;

Μερικές φορές το μακιγιάζ, και μάλιστα της ιστορίας, αντί να συγκαλύπτει αποκαλύπτει.

Monday, April 21, 2008

Πώς να δίνετε επιδοτήσεις (και να μην τις παίρνει κανείς)

Δευτέρα 21 Απριλίου – και στις οικονομικές σελίδες της Καθημερινής χτες διάβασα ένα άρθρο του Στέφανου Μάνου. Όλο το ελληνικό κράτος, η ζωή μας όλη δηλαδή, είναι σε μια μικρή ιστορία που νομίζω αξίζει να την ακούσετε χωρίς άλλα σχόλια.

Λοιπόν: το θέμα είναι η αξιοποίηση των ήπιων πηγών ενέργειας. Μια από αυτές είναι η ηλιακή που αφθονεί στη χώρα, εν αντιθέσει προς την εκμετάλλευσή της, που σχετικά σπανίζει, αν εξαιρέσει κανείς τους ηλιακούς θερμοσίφωνες. Κάποιος υπουργός που νόμιζε ότι μπορεί και να αποφασίζει είπε πως θα αλλάξει τα πράγματα. Νόμιζε πως μπορούσε να επιδοτήσει την εγκατάσταση μικρών φωτοβολταϊκών μονάδων στις στέγες και το ρεύμα να το αγοράζει η ΔΕΗ – υπολογίστηκε ένας μέσος όρος κάπου 1.200 ευρώ το χρόνο για κάθε σπίτι, για κάθε μονάδα. Το μεν πνεύμα πρόθυμο, ο δε μηχανισμός ασθενής. Σιγά μην τα άλλαζε τα πράγματα μια υπουργική απόφαση. Ιδού πώς γελοιοποιήθηκε η προσδοκία του. Γράφει από εδώ και πέρα ο Στέφανος Μάνος.

«Το κράτος έκανε (…) και την ακόλουθη έξυπνη σκέψη: Αφού ο ιδιοκτήτης της φωτοβολταϊκής μονάδας πουλάει 2.600 kWh αντί ετήσιου συνολικού τιμήματος 1.170 ευρώ, προφανώς είναι έμπορος και παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας και συνεπώς πρέπει να ανοίξει βιβλία στην εφορία και να δηλώσει τη νέα του δραστηριότητα. Στην εφορία όμως του θέτουν την προϋπόθεση να έχει εγγραφεί στον ΟΑΕΕ (πρώην ΤΕΒΕ) όπου θα πληρώνει εισφορές περί τα 1.500 ευρώ ετησίως. Θα πρέπει να εγγραφεί και στο Εμπορικό Επιμελητήριο. Και αφού τα κάνει όλα αυτά θα πρέπει να αρχίσει να υποβάλλει ανά τρίμηνο δήλωση ΦΠΑ.»

Τα σχόλια προφανώς παρέλκουν. Πόσες φωτοβολταϊκές μονάδες ξέρετε να έχουν εγκατασταθεί στις ταράτσες των γνωστών σας; Και, φυσικά, σε μια τέτοια χώρα σας κάνει τόση εντύπωση που το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου θα κριθεί από την απόφαση ενός δικαστή στη Λωζάννη της Ελβετίας;

Friday, April 18, 2008

Πού είναι το αναπτυξιακό όραμα;

Παρασκευή 18 Απριλίου – και άκουγα πριν από λίγη ώρα στον Αθήνα 984 να μιλά στον Άγγελο Μόσχοβα και την Ελένη Κομίνη τον υφυπουργό Οικονομίας, τον κ. Γιάννη Παπαθανασίου. Μιλούσαν για το ΕΣΠΑ, το 4ο ΚΠΣ, δηλαδή για να είναι λίγο πιο κατανοητό, ή μάλλον για το τελευταίο ευρωπαϊκό πακέτο, τα τελευταία μαζεμένα λεφτά από τις Βρυξέλλες – για να είναι απολύτως κατανοητό. Ανάμεσα στα προγράμματα που θα εγκριθούν, πληροφορήθηκα από τη συνέντευξη αυτή, είναι και ένα για καλλωπισμό και φύτευση πρασίνου σε δήμους (όντως ταλαιπωρημένους) της (όντως ταλαιπωρημένης) Αθήνας, ιδιαίτερα των πιο υποβαθμισμένων συνοικιών και περιοχών. Η πρόθεση είναι θεάρεστη και κανείς δεν θα τολμούσε να πει πως δεν υπάρχει πράγματι άμεση ανάγκη τέτοιων παρεμβάσεων και μάλιστα σε μαζική κλίμακα. Αλλά θα είναι μεγάλο, μεγάλο λάθος να πάνε προς τα εκεί ευρωπαϊκά χρήματα. Θα είναι σαν να πετάμε το τελευταίο μας πακέτο σε μια μαύρη τρύπα.

Πρώτα από όλα, πρόκειται για κόλπο. Το είπε και ο κ. Παπαθανασίου. Επειδή και εκείνοι που πληρώνουν και εκείνοι που ξοδεύουν μάθαμε τόσα χρόνια, τα μικρά έργα αποκλείονται από τους πόρους του ΕΣΠΑ, όπως και από του Γ ΚΠΣ. Αλλά υπάρχει η εφευρετικότητα του Έλληνος: μαζεύουμε μικρά εργάκια, βρύσες, βρυσούλες, παιδικές χαρές και πανσέδες στα παρτέρια και τους δίνουμε ένα εναίο όνομα, ας πούμε «οικολογική αναβάθμιση της δυτικής Αττικής». Και περνάει – το ξέρουν και οι κουτόφραγκοι, δεν είναι και τόσο κουτοί, αλλά κάνουν πού και πού τα στραβά μάτια. Δεν είναι δικό τους θέμα εάν εμείς δεν θέλουμε να αξιοποιήσουμε αλλιώς τα χρήματα…

Ξαναλέω: τα έργα αυτά πρέπει οπωσδήποτε να γίνουν. Αλλά με εθνικούς πόρους στη χειρότερη περίπτωση, με τοπικούς πόρους στην καλύτερη. Το ΕΣΠΑ, το έχει πει δεσμευτικά αυτό η κυβέρνηση, θα διατεθεί κυρίως στην περιφέρεια. Ευρωπαϊκοί πόροι για απειράριθμα μικρά έργα σε κάθε πικραμένη κοινότητα; Η χαρά του τοπικού εργολάβου ασφαλώς, η χαρά του τοπικού παράγοντα, η προσωρινή χαρά του κατοίκου – γιατί τα πραγματικά αναπτυξιακά έργα κάνουν χρόνο να φανούν στην κοινωνία. Αλλά μήπως σας θυμίζει κάτι; Μα ασφαλώς. Είναι ένα παλιό μοντέλο, που φοβάμαι ότι απειλεί να επανέλθει στην κυκλοφορία. Είναι το μοντέλο των ΜΟΠ και του πρώτου Κοινοτικού Πλαισίου. Μια βόλτα ανά την Ελλάδα με το ερώτημα «δείξτε μου κάποιο έργο που να έγινε στην περιοχή σας με τα πρώτα κοινοτικά χρήματα και να δουλεύει ακόμη» θα σας πείσει για την αποτελεσματικότητά του. Τότε, πάντως, κυκλοφόρησε μια ιστορία (εύστοχη αν δεν είναι αληθινή) πως η BMW έστειλε κλιμάκιο στην Ιεράπετρα για να δει τι τρέχει και είναι η πρώτη στην Ευρώπη περιοχή σε πωλήσεις σε σχέση με τους κατοίκους.

Είπα BMW και θυμήθηκα τους Γερμανούς. Έξω οι Γερμανοί. Στη ΔΕΗ τα καταφέραμε – επιτυχία του λαϊκού κινήματος. Δεν θα γίνει η συνεργασία με την RWE. Προφανώς με κανέναν άλλον – αφού πιο αξιόπιστος εταίρος από τη μεγάλη γερμανική εταιρεία δεν υπάρχει στη διεθνή αγορά ενέργειας. Δεν θέλουμε κανέναν – είμαστε έθνος ανάδελφον και μπορούμε να συντηρούμε μόνοι τις επιχειρήσεις μας. Πιθανώς θα πετύχουμε το ίδιο και με τη Deutsche Telekom στον ΟΤΕ. Όχι επειδή τα χρήματά της πηγαίνουν σε λάθος κομπόδεμα – που πράγματι ισχύει. Αλλά γιατί στις παραδοσιακές ΔΕΚΟ μας δεν θέλουμε καθόλου ξένους – άραγε μας ενοχλεί η πιθανή παρέμβασή τους σε στρατηγικές αποφάσεις ή στους κανονισμούς προσωπικού;

Ευρωπαϊκά λεφτά για τις υποδομές στο Κακοσάλεσι, εκδίωξη των ξενόφερτων επενδυτών, αισθάνομαι την ανάγκη να ευχηθώ σε όλους χαρούμενο και ευτυχισμένο το Πάσχα του 1988. Ή μήπως του 1991;

Τι είναι η Αριστερά; Από τον Κύρκο έως σήμερα

Πέμπτη 17 Απριλίου – και απόψε γίνεται μια εκδήλωση τιμής για το Λεωνίδα Κύρκο. Πέρα από το πρόσωπο και την ιστορία του, για τα οποία υπάρχουν λίγη αμφιβολία και πολλοί αρμοδιότεροι, η συγκυρία έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Για δύο λόγους:

Ο πρώτος είναι η επισήμανση μιας καίριας συμβολής της ανανεωτικής Αριστεράς, αυτής που με την εξαίρεση μιας ειδικής και πολυσυζητημένης στιγμής δεν πέρασε από την εξουσία, στη σημερινή μας κατάσταση. Η ύπαρξη μιας ανανεωτικής αριστεράς έδωσε τη δυνατότητα ένταξης της Αριστεράς συνολικά στο πολιτικό σύστημα της χώρας, με την καθοριστική απόφαση του Καραμανλή το 74. Πρόκειται για ορόσημο για τη χώρα. Μέσα από αυτήν πέρασε η μεγαλύτερη κατάκτηση της Ελλάδας, η δημιουργία ενός σταθερού πολιτικού συστήματος, που παγιώθηκε σταδιακά σε ένα δικομματισμό συν τις δύο βασικές εκδοχές της Αριστεράς. Η ένταξή της στο σύστημα άσκησης της εξουσίας, με την ευρύτερη έννοια, αποτέλεσε εφαλτήριο για τα άλματα που έκανε –πέρα από τη γκρίνια μας- η Ελλάδα σε ό,τι αφορά τη ζωή των πολιτών της και τη θέση της στον κόσμο.

Ο δεύτερος λόγος που έχει ενδιαφέρον η συγκυρία της απόδοσης τιμής στο Λεωνίδα Κύρκο είναι ότι για πρώτη και μόνη φορά, η (το λέω συμβατικά) ανανεωτική Αριστερά, έστω και δημοσκοπικά, εμφανίζεται να είναι ο κύριος πόλος της Αριστεράς, να έχει εκείνη την πρωτοβουλία των πολιτικών κινήσεων, τόσο έναντι του ΠΑΣΟΚ όσο και έναντι του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η ποσοτική αλλαγή γίνεται ποιοτική – για να θυμηθούμε λίγο και την παλιά ορολογία.

Άλλα ποσοστά, άλλα διλήμματα. Σήμερα, ο Συνασπισμός μιλάει για κυβερνητική Αριστερά. Δεν είναι απλό. Το ιταλικό παράδειγμα, το γαλλικό επίσης, ακόμη και το βραχύβιο ελληνικό πείραμα, δείχνουν πως όταν αγγίξει την εξουσία η Αριστερά καίγεται. Πρέπει να αποφασίσει εάν θα διατηρήσει το φυσικό χαρακτήρα της διαμαρτυρίας, απαρνούμενη μέρος της εκλογικής δυναμικής, ή θα διεκδικήσει, όπως δείχνει διατεθειμένη, την προοπτική ενός διαφορετικού πόλου εξουσίας – με αβέβαιη προοπτική και αμφίβολες συμμαχίες.

Πέρα από αυτό, θα πρέπει να απαντήσει και στο ερώτημα από πού έρχεται η κυβερνητική προοπτική. Δεν πρόκειται, φυσικά, για διεκδίκηση αυτοδυναμίας. Είναι, άραγε, η αναζήτηση μιας θέσης σε έναν ευρύτερο σχηματισμό που θα περιλάβει το σοσιαλδημοκρατικό χώρο; Αν ναι, και νομίζω το συμμερίζεται ο κ. Κύρκος από όσο βλέπω στις δηλώσεις του, όπως αυτές που κάνει σήμερα στο περιοδικό Μεταρρύθμιση, αργά ή γρήγορα θα αρχίσει τη συζήτηση με το ΠΑΣΟΚ. Όταν, όμως, η βασική της εισροή οφείλεται στην απογοήτευση από το ΠΑΣΟΚ θα έχει σίγουρα δυσκολία να εξηγήσει σε όσους το εγκατέλειψαν για να την προτιμήσουν γιατί θα πρέπει να περάσουν από τη δική της πόρτα για να επιστρέψουν.

Τι είναι, λοιπόν, σήμερα η ανανεωτική Αριστερά; Είναι ένας ειδικός και ηθικός εγγυητής της σοσιαλδημοκρατίας; Αν το αποδεχθεί, θα πρέπει να περιγράψει τις αρχές ενός κοινού προγράμματος εξουσίας. Για την ώρα δεν το έχει κάνει και το γαλλικό προηγούμενο κράτησε όσο και το πάρτυ του 80, τα τρία χρόνια της κυβέρνησης Μωρουά. Μετά ήρθε η πραγματικότητα.

Υπάρχει, βέβαια, και η άλλη λύση. Η διατήρηση του παλιού ρόλου, ενός πόλου όχι εξουσίας αλλά κριτικής, που να λειτουργεί ως εισηγητής νέων, μειοψηφικών, αλλά πολύτιμων σε βάθος χρόνου ιδεών (όπως έγινε, για παράδειγμα, με την ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας και την ένταξη στην ΕΟΚ, όταν όλη η υπόλοιπη Αριστερά έλεγε «έξω»). Είναι ένας μικρός ρόλος, όπως αυτός που έπαιξε ο Λεωνίδας Κύρκος. Αλλά χωρίς αυτόν, το έργο δεν θα ανέβαινε καν.

Ο αιώνιος ΟΤΕ

Τετάρτη 16 Απριλίου – και ο ΟΤΕ, μια παλιά και πικρή ιστορία για το πολιτικό σύστημα της χώρας, επιστρέφει στα ψηλά σκαλιά της ατζέντας.

Για τη Νέα Δημοκρατία, υπάρχει ένα απλό ζήτημα. Πάντοτε, σε μια τέτοια πώληση, ο πωλητής παίρνει ένα επιπλέον ποσό, ένα premium όπως αποκαλείται, επειδή πουλάει μαζικά ένα μεγάλο αριθμό μετοχών που ο αγοραστής δεν θα μπορούσε να συγκεντρώσει αγοράζοντας λίγο-λίγο από την ελεύθερη αγορά. Το ποσό αυτό είναι, ας το πούμε σχετικά απλά, η υπεραξία του ελέγχου της εταιρείας. Για παράδειγμα, ο κ. Βγενόπουλος πλήρωσε τις μετοχές της Vivartia, της Δέλτα δηλαδή, στον κ. Δασκαλόπουλο και τον κ. Θεοδωρόπουλο κάπου 35% ακριβότερα από ό,τι κόστιζαν τότε στο χρηματιστήριο. Γιατί στο χρηματιστήριο πουλιούνται μετοχές, ενώ εκεί αλλάζει χέρια μια εταιρεία – που είναι κάτι διαφορετικό, και ακριβότερο.

Το πρόβλημα με τον ΟΤΕ είναι ότι για να δημιουργηθεί αυτή η υπεραξία, πρέπει ο πωλητής και ο αγοραστής να γνωρίζουν ότι μαζί με τις μετοχές πηγαίνει και ο έλεγχος. Στην περίπτωση του ΟΤΕ συμβαίνει κάτι διαφορετικό. Τη γνώση, την πληροφορία, τη συναίνεση για τη μεταβίβαση ενός μέρους, έστω, του ελέγχου της εταιρείας την είχε το ελληνικό Δημόσιο. Αλλά τις μετοχές τις κατείχε η Marfin. Το Δημόσιο της έκλεισε την πόρτα νομοθετικά – και θυμάμαι ότι ο κ. Βγενόπουλος είχε οργιστεί, αλλά δεν θυμάμαι να θέλησε να τα βάλει ανοιχτά με την κυβέρνηση, ούτε καν που προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (όπου σημειωτέον θα κέρδιζε). Γιατί ένας επιχειρηματίας δεν προσφεύγει στην ευρωπαϊκή δικαιοσύνη, ενώ όλα δείχνουν πως θα κερδίσει; Όταν ο κ. Βγενόπουλος αποφάσισε να πουλήσει το πακέτο στη Deutsche Telekom, ήταν σαφές ότι το Δημόσιο θα συναινούσε. Ήθελε στρατηγικό επενδυτή και ήθελε τους Γερμανούς – και ορθώς, ορθότατα. Αλλά με τη συναίνεσή του στην κατανομή έστω, αν όχι εκχώρηση, του μάνατζμεντ του ΟΤΕ, το Δημόσιο δημιουργούσε ένα «διάφορο» ανάμεσα στην τιμή της μετοχής και στην τιμή του πακέτου, που εξαρτιόταν αποκλειστικά από τη στάση του. Όμως το διάφορο αυτό παρέμενε στα χέρια του κατόχου και πωλητή του πακέτου που είναι η Marfin. Αυτό είναι το πρόβλημα. Όπως γράφει σε ένα βιβλίο του ο παλιός πρόεδρος του ΟΤΕ Δημήτρης Παπούλιας, «χρυσάφι είναι το Δημόσιο». Αλλά το χρυσάφι δεν μπορεί να το απορροφά, για συγκυριακούς λόγους και με πολιτική απόφαση, κάποιος άλλος από το φυσικό ιδιοκτήτη του, δηλαδή το ίδιο το Δημόσιο.

Από την άλλη, το ΠΑΣΟΚ αποφάσισε ότι είναι «σύγχρονη τραγωδία» η πώληση του ΟΤΕ. Πρόκειται για το κόμμα που εισήγαγε τον Οργανισμό στο Χρηματιστήριο, πρόκειται για το κόμμα που αναζητούσε (και ορθώς, ορθότατα) στρατηγικό εταίρο – και αναρωτιέμαι ποιος πληροί τα κριτήρια περισσότερο από την Deutsche Telekom. Πρόκειται για το ΠΑΣΟΚ που έχει καταγγείλει, και ορθώς, τον ΟΤΕ για τους ρυθμούς χελώνας με τους οποίους σύρθηκε το Ίντερνετ μέχρι να το αποκτήσουν οι Έλληνες, πρόκειται δηλαδή για την επιστροφή σε μια πολιτική βαθέος κρατισμού. Είναι απολύτως συμβατή με την εξαγγελθείσα «αριστερή στροφή» του, αλλά αναρωτιέμαι πώς θα την στηρίξουν όλα εκείνα τα κορυφαία στελέχη του που πρωταγωνίστησαν σχετικά πρόσφατα στο να ξεκολλήσει η ελληνική κεντροαριστερά από το τέλμα του κρατισμού και του συνυφασμένου με αυτόν κρατικοδίαιτου συνδικαλισμού. Όταν ακόμη στο ΠΑΣΟΚ ο κρατισμός ήταν πανίσχυρος κομματικά και κυρίαρχος ιδεολογικά, ο Γιώργος Παπανδρέου, εκείνη την εποχή, ήταν μια φιλελεύθερη κοινωνική φωνή.


Ο ΟΤΕ για άλλη μια φορά, για άλλη μια δεκαετία, είναι η πολιτική λυδία λίθος στην Ελλάδα.

Tuesday, April 15, 2008

Ιταλοί απελπισμένοι ψηφίζουν Μπερλουσκόνι

Τρίτη 15 Απριλίου – και είναι το τρις εξαμαρτείν για τους Ιταλούς. Ο γνησιότερος εκπρόσωπος του μπερλουσκονισμού, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι αυτοπροσώπως, επιστρέφει θριαμβευτής για να κοιτάξει ειρωνικά και να λοιδορήσει τους αντιπάλους του. Όχι μόνον αυτούς. Η νίκη του Μπερλουσκόνι είναι ένα σύμβολο της αδυναμίας και της αμηχανίας στην οποία βρίσκεται η ευρωπαϊκή κεντροαριστερά εδώ και δέκα χρόνια.

Αν μπορεί να την κερδίσει ο Μπερλουσκόνι, ποιόν άραγε μπορεί εκείνη να κερδίσει; Ο κ. Σίλβιο δεν είναι πια ένα φαινόμενο. Δεν μπορεί κανείς να μιλήσει μόνο για την αυτοκρατορία των μήντια, για τη φανταχτερή εκκεντρικότητα, για τους πολλούς που παρασύρθηκαν από τη λάμψη, για την ποιότητα του σταρ με τα βαμμένα μαλλιά και την άνεση μπροστά στην κάμερα να λέει τις πιο απίθανες ανοησίες με τρόπο που να περνάνε στην κοινή γνώμη, την οποία τα δικά του κανάλια πρόλαβαν να μετατρέψουν σε πολτό χωρίς κρίση και χωρίς γνώμη.

Όλα αυτά τα είχε ο Μπερλουσκόνι και στο παρελθόν. Και έχασε. Έχασε γιατί οι Ιταλοί θέλησαν να αναζητήσουν μια διέξοδο, έστω και στην κατακερματισμένη αριστερά, έστω και στο χλομό Ρομάνο Πρόντι. Ήθελαν κάτι διαφορετικό. Και δεν το είχαν.

Δεν είναι ούτε ένα καινούργιο προϊόν, που προκαλεί την έξαψη και την περιέργεια της πρώτης φοράς. Έχει κυβερνήσει και έχει κυβερνήσει με αναποτελεσματικό τρόπο. Δεν διαθέτει κανένα πιστοποιητικό κυβερνητικής επάρκειας, καμμιά προδιαγραφή ότι θα τα καταφέρει καλύτερα τώρα από ό,τι στο παρελθόν. Η μόνη του προδιαγραφή είναι πως ακόμη και η κακή διακυβέρνηση Μπερλουσκόνι ήταν καλύτερη από τη μη διακυβέρνηση Πρόντι, των αέναων διαβουλεύσεων, των εσωτερικών ερίδων και της αερολογίας την ώρα που η Νάπολη βούλιαζε κάτω από τα σκουπίδια.

Το πρώτο μήνυμα από τις ιταλικές κάλπες είναι, λοιπόν, το γιατί έχασε η κεντροαριστερά. Όχι γιατί δεν ήταν ενωμένη. Αλλά γιατί δεν ήταν καλή κυβέρνηση. Δεν ήταν καν κυβέρνηση. Ο κ. Πρόντι παραδίδει μια οικονομία με προοπτική ανάπτυξης για φέτος 0,3%. Ο μέσος όρος της ευρωζώνης προβλέπεται αντίστοιχα στο 1,4% - πέντε φορές μεγαλύτερος. Η έβδομη σε μέγεθος οικονομία του κόσμου έχει κατώτερες των άλλων επιδόσεις για μια συνεχή οκταετία. Πόσο μπορούσε να αντέξει χωρίς να γίνει η οικονομική αποτελμάτωση πολιτική κρίση;

Η κεντροαριστερά του Πρόντι αποδείχτηκε βαθιά συντήρηση, εκ του αποτελέσματος, ως προς την έλλειψη μεταρρυθμιστικής πνοής. Παραδίδει ένα κράτος που από γραφειοκρατική άποψη είναι παρηγοριά για εμάς στην Ευρώπη: το μόνο χειρότερο. Παραδίδει ένα ασφαλιστικό σύστημα που από οικονομική άποψη είναι παρηγοριά για εμάς στην Ευρώπη: το μόνο που προβλέπεται να καταρρεύσει νωρίτερα. Σε μερικά χρόνια, λιγότερα από 15, η Ιταλία θα πληρώνει το 22% του ΑΕΠ της, του γιγαντιαίου ΑΕΠ της, για συντάξεις. Κάποιος πρέπει να κάνει κάτι – κι αν δεν είναι η ενωμένη κεντροαριστερά, ας είναι ακόμη και ο Μπερλουσκόνι. Για την Ιταλία δεν πήγαινε άλλο…

Όπως στα όριά του είναι και ο παραδοσιακός πολυκερματισμός της ιταλικής πολιτικής σκηνής. Μπορεί ο Μπερλουσκόνι να αρνήθηκε την αλλαγή του εκλογικού συστήματος για λόγους συμφέροντος, αλλά οι εκλογείς είναι φανερό πως εγκαθιστούν από τα κάτω ένα δικομματικό σύστημα στην κατεξοχήν χώρα που είχε αρνηθεί ένα τέτοιο πολιτικό μοντέλο μεταπολεμικά.

Τα δυο αυτά μαζί σημαίνουν με πολύ απλό τρόπο ότι οι εκλογές κρίθηκαν εκεί που θα κρίνονται σταθερά από εδώ και πέρα παντού και προπάντων στον ευρωπαϊκό νότο: όχι στον ιδεολογικό προσανατολισμό, ούτε στη δεξιά ή αριστερή στροφή, αλλά στην προοπτική αποτελεσματικής διαχείρισης της εξουσίας. Ο Βελτρόνι θα έχει μια δεύτερη ευκαιρία. Αλλά δεν εξαρτάται πια από αυτόν, εξαρτάται από το Μπερλουσκόνι.

Monday, April 14, 2008

Η υπόγεια κοινωνία

Δευτέρα 14 Απριλίου – και διυλίζουμε τον κώνωπα και καταπίνουμε την πραγματικότητα γιατί μας πέφτει βαριά. Ωραίες οι δημοσκοπήσεις – και η MRB, και η Alco, και η Public Issue και η Καπα Research. Το προηγούμενο τρίμηνο ήταν ο Τσίπρας. Σχεδόν πρωθυπουργός. Εξαπλασιασμός δυνάμεων για το κόμμα του μέσα σε λίγα χρόνια, τετραπλασιασμός μέσα σε λίγους μήνες, διπλασιασμός μέσα σε κάτι εβδομάδες. Συζητήσεις επί συζητήσεων για την κατάρρευση του πολιτικού σκηνικού και την ανάδυση ενός άλλου. Τώρα, λέει, «ξεφουσκώνει». Πόσες συζητήσεις μπορεί να αντέξει ένα κόμμα, ένας αρχηγός, ένα φαινόμενο;
Τι συμβαίνει στην κοινωνία μας; Το ψάχνουμε στην πρόθεση ψήφου, στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, στη δημοφιλία, ή ακόμη στην έξαρση του εθνικού αισθήματος, στο Σκοπιανό, που στηρίζει το δικομματισμό. Στα Σκόπια, μια ακόμη νεαρή χώρα που δεν νιώθει σίγουρη ούτε για το εάν θα υπάρχει την επόμενη τετραετία, μπορούν να γίνονται εκλογές για την εξωτερική πολιτική. Με όλες τις παρενέργειες που προφανώς θα τις συνοδεύσουν, με όλη την εσωτερική αναταραχή, τις κορώνες και τις αβελτηρίες που θα πληρώσουν αργότερα. Στην Ελλάδα, όμως, όχι απλώς προπύργιο ασφάλειας σε μια ταραγμένη περιοχή, αλλά και μια χώρα που οι πολίτες της στη σημερινή συγκυρία αναζητούν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ασφάλεια, ασφάλεια προσωπική, ασφάλεια επαγγελματική, ασφάλεια για το μέλλον, οι εκλογές προφανώς δεν θα κριθούν από το Σκοπιανό, παρά μόνο που θα έχει αντικατοπτριστεί η πορεία του στο αίσθημα ασφάλειας των πολιτών.
Αλλού θα κριθεί το πολιτικό σύστημα και οι εκλογές. Διαβάζω σήμερα στον Ελεύθερο Τύπο μια εξαιρετική πραγματικά προσέγγιση, σε μια έρευνα της MRB. Μερικά στοιχεία μόνο για αρχή. Πρώτον, ανεβαίνει στην επιφάνεια της κοινωνίας μια νέα ατομικότητα. Ένας στους πέντε ανθρώπους επιλέγει συνειδητά να ζει μόνος. Το μοντέλο της παραδοσιακής οικογένειας παραμένει κυρίαρχο, αλλά δεν είναι πια το μόνο μοντέλο οργάνωσης της ατομικής ζωής στην Ελλάδα. Πρόκειται για τεράστια αλλαγή με εκτεταμένη πολιτική αποτύπωση. Πριν από μερικά χρόνια ένας δημοσκόπος, ο Στράτος Φαναράς της Metron Analysis, είχε γράψει ένα άρθρο με τίτλο «η νέα ατομικότητα δεν είναι συντηρητική». Θα έλεγα πως σήμερα η αλήθεια είναι πως η νέα ατομικότητα μπορεί να μην είναι συντηρητική. Αλλά το πώς θα παγιωθεί κι αν θα έχει ιδεολογικό πρόσημο και πολιτική έκφραση παραμένει ακόμη αβέβαιο όσο και κρίσιμο για το μελλοντικό πολιτικό σκηνικό.
Δεύτερον, η πίεση για τη συντηρητική, εσωστρεφή και κοινωνικά επιθετική εκδοχή αυτού του ατομισμού είναι μεγάλη. Η ιδεολογία του «έχω», και η κοινωνική της σφραγίδα, ο καταναλωτισμός, δείχνει να είναι σήμερα το κρατούν κοινωνικό πρότυπο συμπεριφοράς. Η συγκρότηση δεν έχει κοινωνική εκτίμηση, εάν δεν εξαργυρώνεται με απόλυτο υλικό τρόπο. Ο υπουργός Παιδείας μπορεί να είναι ήσυχος. Καμμία μεταρρύθμιση στην Παιδεία δεν έχει νόημα, ούτε πιθανότητες, με τέτοια κοινωνικά ανακλαστικά.
Και, τέλος, 30 χρονών άνθρωποι, οι Έλληνες ζουν με την οικογένειά τους. Είμαστε πολύ δεμένοι. Λέμε… Ή είμαστε άφραγκοι έως τα 30. Ή προτιμάμε να ξοδεύουμε τα λίγα χρήματα στην κατανάλωση, να ζούμε πάνω από τα μέτρα μας, με αντάλλαγμα λιγότερη προσωπική και οικογενειακή ανεξαρτησία.
Αυτή είναι μια νέα κοινωνία. Και όχι απλώς τις επόμενες εκλογές, αλλά την επόμενη φάση πολιτικής ηγεμονίας στη χώρα θα την εξασφαλίσει όποιος της μιλήσει, όποιος προλάβει ή καταφέρει να ταυτιστεί με τις υπόγειες, ανομολόγητες και καταπιεσμένες αγωνίες της.

Friday, April 11, 2008

Το ντόπινγκ είναι πολιτικό

Παρασκευή 11 Απριλίου- και πόση απίστευτη υποκρισία μπορεί να κρύβει η υπέροχη χώρα του Αναβολιστάν;

Φταίει για όλα ο Ιακώβου. Γι’αυτό δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. Ασφαλώς φταίει. Πολύ, άφθονα, απεριόριστα. Φταίει με κεφαλαία και η κεφαλή του βρίσκεται επί πίνακι. Το ήξερε πολύ καλά, καλύτερα από τον καθένα, αυτός που ξεκίνησε την καρριέρα του καταγγέλλοντας τα αναβολικά, ότι η ντόπα δίνει δόξα, αλλά εάν σε πιάσουν τελείωσες. Έζησε αρκετή δόξα, ώστε τώρα να μην δικαιούται να έχει παράπονα. Και δεν ήταν η δόξα σκέτη, σαν καφές Παπαγάλος. Ήταν πασπαλισμένη με χιλιάδες ευρώ. Δεν θα δακρύσουν τα αγάλματα των ηρώων που δεν θα τους κάνει παρέα η προτομή του.

Αλλά μόνο αυτός; Είναι πραγματικά καταπληκτική αυτή η ανακοίνωση της Ομοσπονδίας της Άρσης Βαρών, η οποία δεν είχε ιδέαν του πράγματος. Έπεσε από τα σύννεφα, σαν τις γριούλες της γειτονιάς όταν συνελάμβαναν τα μέλη της 17 Νοέμβρη. Και φαινόταν καλός οικογενειάρχης, αγόρι μου. Ποιος να το έλεγε… Ούτε που το είχαν υποψιαστεί ότι μπορεί να υπήρχε κάτι σάπιο στο βασίλειο της Ναδρολονίας. Και τους έβλεπαν να σηκώνουν αυτοκίνητα με το δάχτυλο και σκέφτονταν, μωρέ μπράβο. «Σαν θέλουν οι Έλληνες να παινευτούν, τέτοιους βγάζει το έθνος μας θα λένε». Είναι το γονίδιον της φυλής, είναι η αθάνατη ρίζα μας που δεν αφήνει να γονατίσουν κάτω από τη μπάρα. Είναι εμφανές διότι όσοι πήγαν να μας συναγωνιστούν ήταν κάτι Βούλγαροι και κάτι Τούρκοι. Ήταν ποτέ δυνατόν;

Δεν ήξερε τίποτα η Ομοσπονδία. Δεν ήξερε το Δ.Σ. της. Δεν ήξερε ο πρόεδρός της, ούτε ο προηγούμενος φυσικά. Δεν ήξερε κανείς από όσους πολιτεύθηκαν πάνω στις δάφνες και τα κονέ και τη δημοσιότητα που τους χάρισαν τα μετάλλια των ημίθεων. Δεν ήξερε κανείς υπουργός Αθλητισμού από αυτούς που έχουν βγάλει μερικές χιλιάδες φωτογραφίες αγκαλιά με τους αρσιβαρίστες «μας» τους οποίους μπορείτε να τιμήσετε δίνοντάς μου την ψήφο «σας».

Δεν ήξερε κανείς βουλευτής ή παράγων από εκείνους που συνωστίζονταν για μια φωτογραφία μαζί τους για το προεκλογικό φυλλάδιο. Αλλά όχι μόνον αυτοί. Δεν ήξερε ούτε ο πρωθυπουργός, ούτε οι πολιτικοί αρχηγοί – που μετά από κάθε μετάλλιο έκαναν διαγωνισμό ποιος θα στείλει πρώτος το τηλεγράφημα των συγχαρητηρίων για να παίξει πρώτο στα δελτία και να δείξει την άπειρη ευαισθησία του για τις επιτυχίες του γένους. Δεν ήξεραν ούτε οι πολιτικοί αρχηγοί που έβαζαν στα ψηφοδέλτιά τους και αναδείκνυαν έτσι σε εθνικά πρότυπα ανθρώπους με μόνη, αλλά μόνη χωρίς καμμία άλλη, προδιαγραφή ένα μετάλλιο και την αίγλη του, για να μετατρέψουν την ψύχωση και την ανοησία σε ψήφους. Αυτοί δεν ήξεραν τίποτα, όπως δεν ξέρουν σήμερα τον Ιακώβου.

Όσο για το επίμαχο σκεύασμα, όταν ζητήθηκε από τον υπουργό Αθλητισμού, του είπαν πως καταναλώθηκε όλο. Είναι βέβαιον. Μεγάλες δόσεις έχουν διαχυθεί ανεξέλεγκτα στην αγορά. Ένα από τα συστατικά του, η βουπρενορφίνη, προκαλεί ως παρενέργεια και παραισθήσεις. Πιθανολογώ ότι ποσότητα διοχέτευσαν υποβολιμαία και προς τον κ. Ανδρέα Βγενόπουλο, με αποτέλεσμα να καταθέσει αγωγή ενός εκατομμυρίου ευρώ σε βάρος του κ. Τσίπρα για πολιτικές δηλώσεις. Δεν χρειάζεται να διαθέσει το εκατομμύριο σε χορηγία προς το Συνασπισμό, όπως υποσχέθηκε. Του έδωσε ήδη αντίστοιχης αξίας διαφήμιση.

Thursday, April 10, 2008

Αναβολιστάν

Πέμπτη 10 Απριλίου – και, με την εξαίρεση της παραμονής των διακοπών, η πιο ωραία μέρα κάθε χρονιάς είναι η επόμενη των φοιτητικών εκλογών. Είναι μια μέρα χαράς και αισιοδοξίας. Όπως κάθε φορά, έτσι και φέτος, με ενθουσιασμό σας ανακοινώνω ότι κέρδισαν όλοι. Ναι, δεν είναι μύθος. Υπάρχει τρόπος να κερδίζουν όλοι. Οι εκλογές στα Πανεπιστήμια είναι μια συγκυρία γενικής νίκης, είναι win-win, να το πω όπως το λέει ο Γιώργος Παπανδρέου. Φοιτητικές εκλογές, υπέροχη κατάσταση, όπως θα έλεγε ο πρόεδρος Μάο.

Παλαιότερα χρόνια απορούσαμε πώς γίνεται να είναι όλων ταυτοχρόνως κάθε φορά τα ποσοστά φουσκωμένα. Πώς γίνεται, ξεκινώντας από ένα σύνολο 100% πριν από πολλά χρόνια, όλοι να αυξάνουν ανελλιπώς και αδιαλείπτως τα ποσοστά τους. Τώρα πια νομίζω ξέρουμε. Τους έχει στείλει η ΣουΛί από την Κίνα «λίγη απ’ την άσπρη σκόνη».

Κατά τα άλλα, το εθνικό μας δράμα παίζεται σε συνέχειες και βρήκε τη φυσική του θέση στα παράθυρα. Άκουσα μάλιστα την ενδιαφέρουσα πρόταση του κ. Λιάνη να επιστρέψουμε στον ερασιτεχνικό αθλητισμό: καταπληκτικό, γενναίο και θα συμφωνήσουμε πολλοί. Ελπίζω κάποια μέρα να καταφέρει ο κ. Λιάνης να γίνει υπουργός Αθλητισμού και να εφαρμόσει αυτό το ιδανικό που έως τώρα πολιτικές αντιξοότητες δεν του επέτρεψαν να εκπληρώσει. Όσο για το συνονόματό του, υποθέτω, Γιώργο Λιάνη που κάποτε διετέλεσε υπουργός αρμόδιος για τον αθλητισμό και πανηγύριζε για τις μεγάλες επιτυχίες των ημίθεων από το Αναβολιστάν, αυτός τώρα δεν έχει ιδέαν μουσικής. Δεν είδε, δεν άκουσε, δεν ξέρει. Δεν θυμάται τίποτα. Δεν είναι μόνον ο κ. Λιάνης. Κανείς από τους πολιτικούς αρμόδιους, προϊσταμένους, προπονητές, αρχιπαράγοντες, πολιτικάντηδες και άλλους που άλλοι έχτισαν καρριέρες και άλλοι έβγαλαν καλά λεφτά από αυτή την άθλια ιστορία – κανείς, μα κανείς τους δεν θυμάται τίποτα. Προφανώς το Αλτσχάιμερ είναι μεταδοτικό. Εκτός εάν η αμνησία περιλαμβάνεται στις παρενέργειες της μεθυλ-τριενολόνης.

Να δεις που από αυτήν θα πήρε και το εξοχικό του κ. Σουφλιά και μεγάλωσε τόσο ξαφνικά που δεν το πήρε χαμπάρι ούτε ο μηχανικός-υπουργός ούτε ο μηχανικός του υπουργού.

Wednesday, April 9, 2008

Το όνειρο ήταν μεγάλο (από τα αναβολικά)

Τετάρτη 9 Απριλίου – και, όπως συνήθως συμβαίνει, τις δύο πρώτες μέρες τα θέματα που ανακύπτουν είναι σοβαρά. Μετά αρχίζει το πανηγύρι και η κωμωδία. Το ωραίο είναι πως το σοβαρό και το γελοίο συμβιώνουν: τα κωμικά στοιχεία δεν είναι λιγότερο αληθινά. Απλώς είναι ο τρόπος μας να ζούμε το μύθο μας στην Ελλάδα.

Συνέβη και με το ντόπινγκ. Τις πρώτες ώρες ήταν το δράμα. Η συντριβή των γιγάντων. Η πτώση των εθνικών συμβόλων. Οι τύψεις μπροστά στην υπερηφάνεια του εθνικού ύμνου και των χρυσών μεταλλίων. Η συζήτηση για το εάν, εδώ στη γενέτειρα (έτσι δεν λέμε;) του Ολυμπιακού Πνεύματος, που έχει κι ένα λόγο κι ένα συμφέρον παραπάνω να το προστατεύσει, θέλουμε αθλητισμό του κότινου ή αθλητισμό των σπόνσορων και της DDR.

Τέλος αυτά τώρα. Ήρθε η ώρα του γέλιου. Περιμέναμε, ίσως, ότι η μυθική πολιτεία της άρσης βαρών είχε χτιστεί πάνω σε σκοτεινές αποφάσεις και διεθνή κυκλώματα. Αλλά όχι ότι τα, όντως, τρομερά σκευάσματα τα εισήγε ο Παναγιώτης από τη Λάρισα, που έχει γυμναστήριο. Του τα έστελνε η Σούλα από την Κίνα, που στα κινέζικα τη λένε Σου Λι. Έπαιρνε λοιπόν ο κύριος Παναγιώτης ο φουσκωτός ο Λαρισαίος τη σκόνη και τι την έκανε; Την έστελνε στην Ομοσπονδία; Όχι. Την έστελνε στον κύριο Χρήστο το φαρμακοποιό στον Κολωνό. Ο κυρ Χρήστος τα έκανε κάψουλες και έστελνε τα χάπια στην εθνική ομάδα και το τιμολόγιο στην Ομοσπονδία. Είχε στην αποθήκη του «καψουλιέρα» - άκουσα πρώτη φορά τη λέξη και ομολογώ ότι με ενθουσίασε.

Ακόμη πιο πολύ όμως με ενθουσίασε ότι διαλέγουμε τους σωστούς προμηθευτές. Η εταιρεία είναι σοβαρή. Έσπευσε να αναγνωρίσει το λάθος της. Όπως ακούστηκε από πρωταγωνιστές της υπόθεσης είναι «μεγάλη διεθνής εταιρεία» ο προμηθευτής μας. Δεν το ξέρει ούτε η ίδια. Όπως διαβάζω στο μπλογκ του Γιάννη Πανάρετου, το μότο της, που μπορείτε να βρείτε στο διαδίκτυο στη διεύθυνση
www.auspure.com, είναι One Small Company to Realise Your Big Dream – μια μικρή εταιρεία για να κάνετε πραγματικότητα τα μεγάλα όνειρά σας. Κι αν είναι μικρά έχουμε ένα χαπάκι για να μεγαλώσουν.

Γιατί πιστεύει πως είναι μικρή μια τόσο μεγάλη εταιρεία, όσο μας την παρουσιάζουν εκείνοι που την επέλεξαν για προμηθευτή; Υπάρχουν τρεις εκδοχές. Πρώτον: οι Κινέζοι είναι μετριόφρονες. Δεύτερον: κάνουν τους μικρούς για να γλιτώσουν την Εφορία. Και, τρίτον και πιθανότερο, η εταιρεία ήταν μικρή αλλά κατανάλωσε μέρος της παραγωγής της και γιγαντώθηκε.

Όπως γιγαντώνεται χωρίς φαρμακοδιέγερση ο κυνισμός, η υποκρισία και η γελοιότητα ενός ακόμη μύθου που καταρρέει και αρνούμαστε να το παραδεχτούμε, όπως τότε που δεν ντρεπόμασταν να φωνάζουμε μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο –έτυχε να βρίσκομαι μέσα και αναρωτιόμουν πού μπορεί να φτάσει η τύφλωση-...

… τότε που φωνάζαμε την ώρα της κούρσας των 200 μέτρων στους Ολυμπιακούς της Αθήνας, βλέποντας διεθνή συνωμοσία εις βάρος μας, Κεντέρης-Κεντέρης. Οι συνωμότες ξαναχτύπησαν, ύπουλα σε κρίσιμη εθνική ώρα. Ίσως να έχει σχέση με το Σκοπιανό τελικά...

Tuesday, April 8, 2008

Παζαρεύοντας τον καινούργιο νόμο

Τρίτη 8 Απριλίου – και, όπως και στο ντόπινγκ, έτσι και στο ασφαλιστικό, το θέμα είναι τι παράδειγμα δίνεις. Στον αθλητισμό η πολιτεία, με την άθλια στάση συγκάλυψης για χάρη δήθεν των Ολυμπιακών Αγώνων στην υπόθεση Κεντέρη-Θάνου, με την υιοθέτηση της raison d’etat για να τη γλιτώσουν οι μεγαλέμποροι της πρέζας των επιδόσεων, έδωσε το λάθος μήνυμα. Το πήραν εύκολα όλοι και γι’ αυτό ας μην μας πιάνει δήθεν και τάχα μου ο πόνος σήμερα με τον τίτλο του Βήματος που διαπιστώνει με θαυμαστικό μάλιστα ότι «το ντόπινγκ ξεκινάει από τα σχολεία».

Όπως και στο ντόπινγκ, το παράδειγμα είναι που έχει σημασία και στο ασφαλιστικό. Λοιπόν, αγαπητοί μου συνασφαλισμένοι, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι είμαστε όλοι μεγάλα κορόιδα. Ξέρετε γιατί εφαρμόζεται η ασφαλιστική μεταρρύθμιση, γιατί ισχύει ο ασφαλιστικός νόμος; Δεν ισχύει επειδή ψηφίστηκε. Δεν ισχύει επειδή η κυβέρνηση πιστεύει πως είναι σωστός. Δεν ισχύει ούτε επειδή το ασφαλιστικό χρειαζόταν αλλαγές και το έλεγαν όλοι κι ας μην μας άρεσε. Ο ασφαλιστικός νόμος ισχύει επειδή οι απεργοί δεν αντέξαμε. Ισχύει επειδή κάναμε λίγη απεργία και όχι πολλή. Επειδή συνδικαλιστικά δεν ήμασταν αρκετά σκληροί οι δημοσιογράφοι, οι δικηγόροι, οι μηχανικοί, οι φαρμακοποιοί. Οι συνδικαλιστές της Τραπέζης Ελλάδος κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους από τους δικούς μας. Και άντεξαν. Και κέρδισαν. Και δεν πρέπει να περάσει στα ψιλά. Πρέπει να μάθουν όλοι ότι η Τράπεζα της Ελλάδος λειτουργεί επειδή η κυβέρνηση αποφάσισε μια εβδομάδα μετά από την απίστευτη πολιτική ταλαιπωρία στην οποία υποβλήθηκε, μία εβδομάδα μετά από την απίστευτη κοινωνική ταλαιπωρία στην οποία υπέβαλε τη χώρα, να κάνει πίσω. Ναι, σας φαίνεται απίστευτο; Κι όμως.

Από χτες ο νόμος –νόμος του κράτους κατά τα άλλα- έχει τεθεί σε διαπραγμάτευση. Όχι στη Βουλή. Στο παζάρι του υπουργού Οικονομίας με τους συνδικαλιστές της Τραπέζης Ελλάδος – κατά τεκμήριον όχι από τους πιο εξαθλιωμένους Έλληνες εργαζόμενους. Αυτοί, οι με κάθε κριτήριο προνομιούχοι, συνέχισαν την απεργία μέχρι τελικής πτώσεως. Και έπεσε η κυβέρνηση. Ο κ. Αλογοσκούφης συμφώνησε να συγκροτηθεί επιτροπή. Ναι, επιτροπή για να εξετάσει το νόμο. Γιατί; Επειδή η ΤτΕ μετέχει στο σύστημα ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών. Χτες εντάχθηκε; Δεν το ξέραμε. Πότε έλεγε η κυβέρνηση την αλήθεια; Όταν απαντούσε σκληρά (και νομίζω ορθά) πως δεν μπορεί οι Κεντρικές Τράπεζες να οργανώνουν ημερίδες για το ασφαλιστικό, να κάνουν εκθέσεις για το ασφαλιστικό, να πιέζουν για το ασφαλιστικό και μετά να ζητούν εξαιρέσεις. Ή είπε αλήθεια χτες που συμβιβάστηκε, που συνθηκολόγησε, που πήγε να περάσει την ήττα της στα μουλωχτά γιατί προτιμάει μια ήττα χωρίς κόστος παρά μια θέση αρχής με κόστος;

Την επόμενη φορά που θα κάνουν απεργία στη ΔΕΗ για το ασφαλιστικό, ακόμη και αν είναι αύριο, κανείς ας μην πει αρνητικά για τη ΓΕΝΟΠ. Την επόμενη φορά που θα κάνουν απεργία για το ασφαλιστικό στους Δήμους, κανείς ας μην δυσανασχετήσει για τα σκουπίδια. Ας μας πνίξουν τα σκουπίδια κι ας βουλιάξουμε στο σκοτάδι. Γιατί δεν υπάρχει επιχείρημα γιατί οι ωραίοι τύποι της Πανεπιστημίου να την βγάζουν καθαρή με τις πλάτες του κ. Αλογοσκούφη, για να γλιτώσει από μερικούς ενοχλητικούς, αφήνοντας στους υπόλοιπους ένα περιπαικτικό χαμόγελο και το αίσθημα του μεγάλου κορόιδου.

Monday, April 7, 2008

Ο κρατικός αθλητισμός βρέθηκε ντοπέ

Δευτέρα 7 Απριλίου – και πιο πολύ μου αρέσει η έκπληξη. Κοίτα να δεις. Απίστευτο. Οι αθληταράδες μας ήταν ντοπέ. Ποιος να το έλεγε…. Ένας λαός υπέρβαρων και όχι αρσίβαρων, όλοι εμείς οι αστοί που υποφέρουμε από τη μέση μας από το καθησιό, πρώτον αισθανόμαστε μεγάλη εθνική υπερηφάνεια γιατί αντανακλούν ασφαλώς και σε μας τα κατορθώματα των αθλητών μας και μας καθιστούν μέλη της μεγάλης αθλητικής οικογένειας χωρίς να σηκωθούμε από την πολυθρόνα, και δεύτερον όλοι όσοι βάζουν τέσσερα κουτάκια Νουνού στη σακούλα του σούπερ μάρκετ και κοκκινίζουν να τη σηκώσουν, ουδέποτε φαντάστηκαν ότι δεν μπορεί να υπάρχει φυσιολογικός άνθρωπος χωρίς ντοπάρισμα που να σηκώνει σαν πούπουλο όσα δυσκολεύεται να φορτώσει ένα κλαρκ.

Είμαστε κατάπληκτοι. Εμείς πιστεύαμε πως απλώς ανεβίωσε, χάρη στον εθνικό μας αταβισμό, και κλωνοποιήθηκε από κάποια σύμπτωση ο Μίλων ο Κροτωνιάτης. Κανείς μας δεν έκανε μια απλή ερώτηση όταν εορτάζαμε για τον «Αίολο Κεντέρη» και τη Θάνου μας, ποιες ακριβώς είναι οι πιθανότητες να προέρχονται επί συνόλου έξι δισεκατομμυρίων κατοίκων του πλανήτη από μια χώρα των οκτώ εκατομμυρίων ταυτοχρόνως ο ταχύτερος άντρας και η ταχύτερη γυναίκα.

Τέτοιες ερωτήσεις εμπόδιζαν τους πανηγυρισμούς. Το πανηγύρι είναι πιο ωραίο και πιο βολικό και πιο ευχάριστο για όλους – από την πολιτική ηγεσία μέχρι τους αθλητικούς παράγοντες (προσθέστε εδώ και το κερδοφόρο), από τους σπόνσορες και τους αθλητές (αξιωματικούς του στρατού, παρακαλώ), μέχρι τον τελευταίο προγάστορα φίλαθλο…

Το παραμύθι περί αθλητικού πνεύματος είναι βέβαια πια μόνον για τα πολύ μικρά παιδιά. Σε παγκόσμια κλίμακα, ο πρωταθλητισμός ασφαλώς δεν είναι αθλητισμός. Είναι μια γιγαντιαία βιομηχανία του θεάματος. Έχει τους δικούς της όρους και κανόνες. Όταν θριαμβεύεις στη σκηνή πληρώνεσαι και όταν σε τσιμπάνε να κλέβεις στους κανονισμούς μη γκρινιάζεις. Το ντόπινγκ στον αθλητισμό απαγορεύεται με την ίδια λογική που εξαφανίστηκαν, αν τους θυμάστε, από τη μουσική βιομηχανία ένα συγκρότημα που το έλεγαν Μίλυ Βανίλυ: τους είχαν πιάσει να τραγουδάνε πλέι-μπακ. Τα τραγούδια δεν ήταν άσχημα και στο δίσκο δεν είχε καμμία απολύτως διαφορά. Αλλά το πλέι μπακ στο τραγούδι απαγορεύεται. Όσο δεν σε πιάνουν, έχει καλώς. Όταν σε πιάσουν, τελείωσες. Είναι όρος του παιχνιδιού, είναι προϋπόθεση της αμοιβής και είναι τόσο απλό…

Η πολιτεία, όμως, έχει μια τεράστια ευθύνη. Όχι γιατί δεν έλεγχε το εργαστήριο, όχι μόνον γιατί πληρώνει τα μετάλλια με στρατιωτικά οφφίκια, αλλά γιατί ανέχτηκε και προώθησε την κρατικοποίηση του αθλητισμού. Η κατάργηση του νόμου των πιθανοτήτων, προσαρμοσμένου στις συνθήκες διαβίωσης και το επίπεδο ζωής κάθε χώρας, συνέβη και στο παρελθόν. Υπήρχε μια μικρή χώρα που σάρωνε τα μετάλλια. Ήταν ο φονέας των γιγάντων. Λεγόταν Ανατολική Γερμανία και είχε κρατικό αθλητισμό. Σε αυτούς θελήσαμε να μοιάσουμε; Η απάντηση είναι δυστυχώς ναι. Και το χειρότερο είναι πως, τηρουμένων των αναλογιών, μάλλον τα καταφέραμε.

Η επιτυχία εξαργυρώθηκε. Σε χρήμα και εξουσία. Και εκείνο το βράδυ της 12ης Αυγούστου του 2004, όταν ζήτησαν δείγμα από τον Κεντέρη και τη Θάνου, είδαμε μια διεθνή συνωμοσία σε βάρος μας. Οι αρχές, οι κρατικοί φορείς, η κυβέρνηση, η προηγούμενη κυβέρνηση, όλοι, μα όλοι, έδωσαν ένα άθλιο παράδειγμα συγκάλυψης του απολύτως προφανούς. Και συναίνεσαν, όταν δεν πίεσαν, για να προβληθεί η απίστευτη εκείνη ιστορία με το μοτοσυκλετιστικό ατύχημα. Έτσι εκπαίδευσαν την επόμενη γενιά αθλητών. Με την αίσθηση πως εάν πάνε καλά στο γήπεδο ή το στάδιο ή την παλαίστρα, κάποιο βαρύ κρατικό χέρι θα έρθει να τους σώσει τη δύσκολη στιγμή. Τώρα, φυσικά, πέφτουν από τα σύννεφα. Σαν βαρίδια. Αλλά ευτυχώς η άρση βαρών είναι το εθνικό μας άθλημα.

Το τέλος της αμερικανικής επικυριαρχίας

Παρασκευή 4 Απριλίου – και η σύνοδος του ΝΑΤΟ είναι ένα τέλος διαδρομής. Η διαδρομή ξεκίνησε με την εισβολή στο Ιράκ.

Ήταν μια ατυχής παγκόσμια συγκυρία. Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου να συμπέσουν με την παρουσία στο Λευκό Οίκο των πιο ακραίων εκπροσώπων του νεοσυντηρητισμού και ταυτόχρονα της πιο συνδεδεμένης με συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα κυβέρνησης που είχαν ποτέ οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η κυβέρνηση των ευαγγελιστών και των πετρελαιάδων αξιοποίησε την κορύφωση της αμερικανικής ηγεμονίας που σφραγίστηκε από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου για να προωθήσει μια παγκόσμια ατζέντα «εξαγωγής της δημοκρατίας» με τη μορφή της πιο εκκεντρικά συντηρητικής ιδεολογίας, με κάθε μέσο: τους πολέμους, κατά προτίμηση, όπως στο Ιράκ, τη διάρκεια της στρατιωτικής εμπλοκής, όπως στο Αφγανιστάν, τις απειλές πολέμου, όπως με το Ιράν, τη Συρία και παλιότερα τη Βόρεια Κορέα, ή την επιβολή.

Εδώ η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η πολιτική της αντιπυραυλικής ασπίδας στην ανατολική Ευρώπη. Το μόνο αντίστοιχο προηγούμενο είναι η πολιτική του Ρήγκαν για το σχέδιο του «Πολέμου των Άστρων», όπως είχε αποκληθεί τη δεκαετία του 80. Μια ασπίδα που θα έκανε άτρωτη την Αμερική. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης έλυσε αυτά τα ζητήματα και το σχέδιο εγκαταλείφθηκε. Αλλά η προσομοίωσή του σε εντελώς διαφορετικές πολιτικές συνθήκες δείχνει μια συνάφεια αντιλήψεων και, παράλληλα, μια έλλειψη συναίσθησης για το πραγματικό πολιτικό περιβάλλον.

Με αυτές τις διαθέσεις, με αυτή τη στάση, η πολιτική Μπους θέλησε να χωρίσει τον κόσμο στα δύο – και μάλιστα πολλές φορές. Οι χώρες ήταν «καλοί και κακοί»: ο άξονας του καλού, αν θυμάστε την περίφημη τριμερή Μπους με Μπλαιρ και Αθνάρ, και ο «άξονας του κακού», με κράτη να ρίχνονται στην πυρά. Δεν ήταν μόνο για τους φίλους και τους αντιπάλους αυτή η πρωτόλεια, μανιχαϊκή αντίληψη του κόσμου. Ίσχυε εξίσου σε κάθε περίπτωση. Πας μη μεθ’ημών καθ’ημών. Ίσχυε εξίσου και για τα τους φίλους. Η «παλιά Ευρώπη», αυτή που έφτιαξε το ΝΑΤΟ, ήταν φθαρμένη, ξεπεσμένη, σε τροχιά ιστορικής ήττας. Αντίθετα, οι Αμερικανοί του Μπους επένδυσαν στη «νέα Ευρώπη», αυτήν που είχε ζήσει τον υπαρκτό σοσιαλισμό και είχε υποφέρει αρκετά ώστε να τον βιώνει ως σύνδρομο και να αναζητεί κυρίως εγγυήσεις ασφάλειας: Εσθονοί, Λιθουανοί, Τσέχοι, Ούγγροι, Πολωνοί, ήταν η «νέα Ευρώπη» που ήθελε αιχμή του δόρατός της στη «γηραιά ήπειρο» η κυβέρνηση του αντιπροέδρου Τσένι, περισσότερο παρά του προέδρου Μπους.

Όλα αυτά κατέληξαν στο Βουκουρέστι. Και πήραν τέλος. Γιατί στο Αφγανιστάν εφτά χρόνια κατοχής δεν έχουν κάμψει τους Ταλιμπάν. Γιατί στο Ιράκ η υποτιθέμενη δημοκρατία πνίγεται στο αίμα. Γιατί η αμερικανική οικονομία βουλιάζει, και απειλεί να παρασύρει όλο τον κόσμο, για να χρηματοδοτήσει εξωφρενικά σχέδια πολέμων σε πλανητικό επίπεδο. Γιατί η πραγματικότητα εν τέλει επιβάλλει τη δική της λογική πάνω στα σχέδια επί χάρτου, πάνω στην ιδεοληψία και το φανατισμό. Η αμερικανική ηγεμονία υπάρχει, αλλά δεν είναι επικυριαρχία. Θα ζούμε από εδώ και πέρα σε ένα πιο πολύπλοκο κόσμο.

Μετά το βέτο

Πέμπτη 3 Απριλίου – και μετά το βέτο, τι; Αυτό είναι το ερώτημα που έχει να απαντήσει η Αθήνα, ύστερα από ένα δείπνο στο οποίο κατέρρευσαν μερικοί μύθοι.

Ο πρώτος μύθος ήταν εκείνος της απομόνωσης. Η θεωρία των απειλών έλεγε πως ο κ. Καραμανλής θα ζούσε την αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτυ, πως ο διαιτητής ήταν στημένος, πως θα έπεφτε ο ουρανός πάνω στο κεφάλι μας, πως θα βλέπαμε να συγκροτείται ένα παγκόσμιο μέτωπο εναντίον μας και υπέρ της στήριξης των γειτόνων ως πτωχών και αδυνάτων. Είναι όμως ένας σκληρός κόσμος – κι αν συμβαίνει η Ελλάδα να είναι μια χώρα λιγότερο ισχυρή από τις Ηνωμένες Πολιτείες, συμβαίνει επίσης η Ελλάδα να είναι μια χώρα πολύ ισχυρότερη από την ΠΓΔΜία.

Ο δεύτερος μύθος είναι η αμερικανική παντοδυναμία. Στη μετά το Ιράκ εποχή –που είναι πολύ διαφορετική από την προ-Ιράκ- η αμερικανική ηγεμονία δεν έχει τα χαρακτηριστικά επικυριαρχίας που είχε προσλάβει για ένα διάστημα στη σχέση με τους Ευρωπαίους. Η επιθυμία τους δεν είναι διαταγή. Τα Σκόπια δεν ήταν το πρώτο μέλημα του κ. Μπους. Το βασικό του ενδιαφέρον ήταν η Ουκρανία (και δευτερευόντως η Γεωργία). Και του χάλασαν το χατήρι. Η Γερμανία δεν είχε καμμία δυσκολία να αναλάβει το βάρος να μπλοκάρει την προοπτική μιας διεύρυνσης πολύ σημαντικότερης στρατηγικά από το πακέτο Κροατία-Αλβανία-πρώην Μακεδονία. Η Γαλλία, που έχει κι ένα παρελθόν στις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ, δεν είχε καμμία δυσκολία να ταχθεί αντίθετη με τις θέσεις των Αμερικανών σε όλα: και για την Ουκρανία, και για τη Γεωργία και για τα δικά μας. Η Ισπανία δεν είχε καμμία δυσκολία να ακολουθήσει. Και, έκπληξη: ο Γκόρντον Μπράουν δεν βρήκε λόγο να υιοθετήσει την επιθετική στάση των γραφειοκρατών του Φόρεϊν Όφφις. Άκουγε, έβλεπε και έτρωγε. Και άφηνε να συμβεί ό,τι ήταν προδιαγεγραμμένο να συμβεί. Σε αυτό τον κόσμο της ισχύος και των ισορροπιών, που κατεξοχήν εκφράζει από τη φύση του το ΝΑΤΟ, υπάρχουν οι πιο δυνατοί και οι πιο αδύναμοι. Αλλά ζούμε πια σε έναν πολυπολικό κόσμο. Και ο κ. Μπους είναι ένας αποτυχημένος στην εξωτερική του πολιτική αποχωρών πρόεδρος. Τα υπόλοιπα ήταν δράκοι και αποσύρθηκαν χτες βράδυ από την κυκλοφορία.

Αλλά το βέτο είναι μια αρχή και όχι ένα τέλος διαδρομής. Οι προκλήσεις του ξεκινούν ήδη από σήμερα. Τι θα γράφει το κοινό ανακοινωθέν; Πώς ακριβώς θα διατυπώνεται η άρνηση της Ελλάδας; Τα Σκόπια έχουν λάβει μια πρόσκληση με παράταση ή τους δόθηκε μια παράταση για να μπορέσουν να λάβουν, τότε και μόνον τότε, την πρόσκληση; Υπάρχει μια κρίσιμη παράμετρος και αυτή πρέπει να δούμε στα scripta της συνόδου: ότι, δηλαδή, τα Σκόπια δεν πληρούν τις προϋποθέσεις, αλλά δεν προσκαλούνται λόγω των ελληνικών αντιρρήσεων, όπως θέλησαν να το παρουσιάσουν οι Αμερικανοί. Αντίθετα, ΔΕΝ πληρούν τις προϋποθέσεις, ακριβώς γιατί έχει αντίρρηση η Ελλάδα. Δεν υπάρχει μια δέσμη προϋποθέσεων και μετά μια αντίρρηση. Η συναίνεση όλων, χωρίς εξαίρεση, των μελών ΕΙΝΑΙ προϋπόθεση και μάλιστα η πιο βασική για μια συμμαχία για να εντάξει στους κόλπους της νέα μέλη.

Αυτό είναι – και μετά διαπραγματεύσεις. Με καλή διάθεση και σταθερή επιθυμία για λύση, χωρίς μεγαλομανίες και επικίνδυνους μικρομεγαλισμούς, επειδή τα πράγματα δεν πήγαν όσο άσχημα φοβόμασταν. Το βέτο, όπως παλιότερα το εμπάργκο, είναι ευκαιρία και όχι φετίχ. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιες αβελτηρίες μας έφεραν σήμερα στη θέση που είμαστε.

Wednesday, April 2, 2008

Το βέτο δεν είναι ταμπού

Τετάρτη 2 Απριλίου – και καθώς όλοι μετράνε το χρόνο αντίστροφα για το δείπνο των ηγετών του ΝΑΤΟ απόψε στο Βουκουρέστι, όλοι περιμένουν να δουν πώς θα αποτολμήσει η Ελλάδα να πει όχι στις Ηνωμένες Πολιτείες, να διαπιστώσουν εάν κάποιος θα αρθρώσει μια λέξη υπέρ της ελληνικής θέσης ή θα βρεθεί η χώρα ολομόναχη απέναντι στο σύνολο των συμμάχων της που θα πιέζουν αφόρητα (αλλά μάταια, φυσικά…) τον κ. Καραμανλή να δεχθεί την ένταξη της ΠΓΔΜ με κάποια άλλη φόρμουλα εκτός από την καθαρή λύση…

…καθώς λοιπόν διαβάζω και ακούω τα εφιαλτικά σενάρια, θυμήθηκα μια ιστορία από τις παλιές ωραίες μέρες. Ας τιμήσουμε τα σημερινά γενέθλια του παραμυθά Χανς-Κρίστιαν Άντερσεν, με μια διήγηση που δεν είναι παραμύθι.

Ήταν καλοκαίρι του 1994, 25 Ιουνίου. Σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Κέρκυρα. Αν θυμάστε, η ιστορική σύνοδος που επισφράγισε τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς Βορρά, που άνοιξε τον πρώτο δρόμο συνεργασίας ανάμεσα στην ενωμένη Ευρώπη και την παραπαίουσα ακόμη Ρωσία του Γιέλτσιν, η συνάντηση όπου ο οικοδεσπότης Θόδωρος Πάγκαλος, καθώς υποδεχόταν τους καλεσμένους του, δεν είχε δώσει το χέρι στο Σίλβιο Μπερλουσκόνι – τον ίδιο αυτό Μπερλουσκόνι που σε λίγες μέρες θα ξανακερδίσει τις ιταλικές εκλογές.

Σε εκείνη τη σύνοδο, η Βρετανία είχε αποφασίσει να απορρίψει τον εμφανώς πιο κατάλληλο υποψήφιο για την προεδρία της Κομισιόν. Ήταν ο τότε πρωθυπουργός του Βελγίου, ο Ζαν Λυκ Ντεάν. Και το αποτέλεσμα των ψηφοφοριών ήταν μια γνωστή, πικρή, ευρωπαϊκή ιστορία: όλοι πλην Βρετανών. Άλλο ένα βρετανικό βέτο – «η ιστορία της ζωής μας», γκρίνιαζε ένα πολύχρωμο πλήθος διπλωματών και πολιτικών από όλες τις άλλες χώρες, οικτίροντας αναδρομικά και χωρίς ουσία εκείνους που έκαναν το «λάθος του 1973», εντάσσοντας τους Βρετανούς στην Ένωση.

Στο τέλος της συνόδου, αδιέξοδο. Η υποψηφιότητα Ντεάν είχε αποσυρθεί. Οι γνωστοί τίτλοι: «η Βρετανία οδηγεί τη διαπραγμάτευση σε κατάρρευση» και τα λοιπά. Βρέθηκα αμέσως μετά το τέλος της συνόδου, ένας Έλληνας δημοσιογράφος ανάμεσα σε πολλούς ξένους στη συνέντευξη του Τζον Μέητζορ – που δεν ήταν δα και κανένας πολιτικός μεγάλου διαμετρήματος. Μπήκε χαμογελαστός και άνετος, σε ένα από τα μικρά δωμάτια του Φρουρίου της Κέρκυρας, ξέροντας πως θα αρχίσουν να τον πυροβολούν. Και άρχισαν. «Γιατί πάλι εσείς; Γιατί μόνο εσείς; Γιατί μόνοι εναντίον όλων; Γιατί βάζετε συνεχώς προσκόμματα; Γιατί σας αντέχουν;» Κάποια στιγμή ένας δημοσιογράφος του λέει: «ήταν πάλι 13 προς 1». (Υπήρχε η Ευρώπη των 14.) Ήταν η πρώτη και μόνη φορά που ο Μέητζορ διέκοψε επιθετικά, για να του απαντήσει. Δεν θα ξεχάσω την απάντηση: «αυτό που αποκαλείτε 13 προς 1, του είπε, δεν υπάρχει. Εδώ, σε αυτή την Ένωση, έχουμε αποφασίσει ότι για ορισμένα θέματα ισχύει η αρχή της συναίνεσης. Αποφασίζουμε μόνο με consensus και έχουμε συμφωνήσει στο ποια είναι αυτά τα θέματα. Επομένως εδώ δεν υπάρχουν πλειοψηφίες και μειοψηφίες, δεν υπάρχει 13 προς 1. Ή έχουμε συμφωνία όλων, ή δεν έχουμε καθόλου συμφωνία. Δεν έχει καμμία σημασία πόσοι διαφωνούν, ούτε ποιοι διαφωνούν, ούτε πόσες φορές στο παρελθόν έχουν διαφωνήσει. Η βάση της Ένωσης είναι αυτό το δικαίωμα και για τη χώρα μου θα το ασκώ όποτε νομίζω, όσες φορές κι αν χρειαστεί». Ο Τζον Μέητζορ – όχι ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ούτε ο Λόυντ Τζωρτζ.

Κι αν αυτό ισχύει μία φορά για μια πολιτική ένωση όπως η Ευρωπαϊκή, ισχύει a fortiori, κατά μείζονα λόγο, για μια στρατιωτική συμμαχία, όπως το ΝΑΤΟ.

Τί είναι "¨Ελληνας"; - Ζυλ Ντασσέν

Τρίτη 1η Απριλίου – κι ο Απρίλης είναι ο πιο σκληρός. Και ο θάνατος του Ζυλ Ντασσέν έρχεται σε μια ώρα που μας λέει και μας θυμίζει πολλά, για εμάς και για τους άλλους.

Αυτές τις μέρες κυκλοφορούν διάφοροι περίεργοι τύποι, εντός και εκτός. Φιλόστοργοι πάτρωνες που ενδιαφέρονται για το πραγματικό συμφέρον μας πιο πολύ κι από εμάς τους ίδιους. Επίδοξοι σύμμαχοι που δείχνουν να ψηλώνουν πάνω σε ξένα παπούτσια και κορδώνονται πριν ακόμη ρίξουν οι ίδιοι μπόι. Φίλοι από παλιά που βρίσκουν την ώρα για μια καλοπροαίρετη προτροπή. Όλοι αυτοί είναι το λιγότερο κακό – με αυτούς ξέρεις τις έχεις μπροστά σου.

Υπάρχουν και οι δικοί μας. Εθνοκάπηλοι παλαιάς και νέας κοπής, που κόπτονται για τα εθνικά δίκαια, χτίζοντας καρριέρες στην άμμο του φανατισμού. Έτοιμοι πάλι να ξεμυτίσουν. Μαυραγορίτες λάτρεις των εθνικώς υπερήφανων και προσοδοφόρων εμπάργκο. Δημοκόποι και λαοπλάνοι, από γραφικές καρρικατούρες της τηλεόρασης μέχρι δέσμιοι αχαλίνωτης φιλοδοξίας και διόλου ευγενούς τύφλωσης. Είναι όλοι πάλι επί σκηνής.

Γι’ αυτό θα λείψει τέτοιες μέρες περισσότερο ο Ζυλ Ντασσέν. Γιατί το υπόδειγμα δεν υπάρχει. Δεν υπάρχουν μόνο εκείνοι που μισούν ή που μετρούν με τον τραπεζικό τους λογαριασμό την Ελλάδα. Υπάρχουν κι εκείνοι που την αγάπησαν πραγματικά, την αγάπησαν χωρίς να την έχουν ανάγκη, την υιοθέτησαν για πατρίδα τους και δεν ζήτησαν να τους υιοθετήσει και να τους περιθάλψει. Υπάρχουν κι αυτοί που έδωσαν χωρίς να ζητήσουν, αυτοί που έκαναν αγώνα της ύστερης ζωής τους, για παράδειγμα, τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Ο Ντασσέν είχε δυο πατρίδες: την Αμερική, όπου γεννήθηκε, και τη Γαλλία, όπου τον έστειλε ο μακαρθισμός για να αποκτήσει παγκόσμια λάμψη. Και διάλεξε μια τρίτη, την Ελλάδα. Κάνοντας γι αυτή την τρίτη πατρίδα αυτό που έλεγε ο Κένεντυ: μην ψάχνεις τι μπορεί να κάνει η χώρα σου για σένα, ψάξε τι μπορείς να κάνεις εσύ για τη χώρα σου.

Τόσο ντεμοντέ – άλλωστε ήταν 97 ετών.