Tuesday, March 31, 2009

Μια νύχτα στο Gotham City

Τρίτη 31 Μαρτίου – και ζούμε στον κόσμο μας. Νομίζουμε πως εδώ γύρω, αυτό το μέρος με τα σπίτια, τις πολυκατοικίες, τους στενούς δρόμους, τα βουερά καφενεία, τα μαύρα τζιπ και την ασταμάτητη κίνηση, αυτό εδώ το μέρος νομίζουμε πως είναι η Αθήνα. Λάθος. Ήταν η Αθήνα. Καιρό τώρα έχει μετατραπεί, σχεδόν αδιαμαρτύρητα, σε Γκόθαμ Σίτυ.

Για όσους δεν ήταν λάτρεις των κόμικς, το Γκόθαμ Σίτυ είναι η πόλη του Μπάτμαν. Το πρωί είναι περίπου όπως οι άλλες πόλεις. Το βράδυ μεταβάλλεται σε ένα εφιαλτικό σκηνικό. Ο Μπάτμαν φοράει τη μαύρη στολή του και πετάει πάνω από τους έρημους δρόμους με την τρομακτική μεταλλική όψη, για να επιβάλει τη Δικαιοσύνη. Άλλωστε το άγαλμα που στολίζει την πόλη δεν είναι αυτό της Ελευθερίας, όπως στη Νέα Υόρκη, που είναι το πρότυπο. Είναι το άγαλμα της Δικαιοσύνης.

Στην Αθήνα δεν έχουμε ακόμη Μπάτμαν. Ευτυχώς δεν έχουμε. Δυστυχώς, πρέπει να βάλετε έμφαση στο «ακόμη». Γιατί αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες νύχτες στην Αθήνα ξεπερνάει κάθε προηγούμενο και προδιαθέτει για κάθε επόμενο. Πρόκειται για μια πόλη πλήρους ανομίας, όπου κυριαρχεί η βία. Έμβλημά της είναι η βαριοπούλα και η μολότοφ. Κανείς από τα τέσσερα εκατομμύρια που έχουμε μαζευτεί στην Αθήνα δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο. Είτε έχει δύσει ο ήλιος, είτε λάμπει στον αττικό ουρανό. Κανείς δεν βρίσκεται εκτός κινδύνου. Είτε έχει κατάστημα πολυτελείας στη Σκουφά, είτε ένα μαγαζάκι στο Βύρωνα. Οι καταδρομείς μπορούν να χτυπήσουν οπουδήποτε και μπορούν να χτυπήσουν ταυτόχρονα παντού – μαζί στο Χολαργό και τη Γλυφάδα, το Κορωπί και το Μεταξουργείο. Είμαστε όλοι στο στόχαστρο, δεν εξαιρείται κανείς, μια κλήρωση γίνεται κάθε απόγευμα κάπου που δεν ξέρουμε και οι τυχεροί πληρώνουν τα σπασμένα. Κυριολεκτικά…

Η πόλη αντιστέκεται. Για την ώρα, κανείς δεν έχει μεταβάλει τις συνήθειές του. Οι άνθρωποι βγαίνουν έξω το βράδυ και διασκεδάζουν, όπως έκαναν πάντα. Γυρίζουν αργά στο σπίτι, δεν ξεκίνησαν να κλείνονται μέσα όταν νυχτώσει. Αλλά για πρώτη φορά τις προηγούμενες ημέρες συνάντησα ανθρώπους που έπαψαν να παρκάρουν τα αυτοκίνητά τους στη Σκουφά. Οι αχρείοι κουκουλοφόροι είχαν ήδη νικήσει, είχαν ήδη πετύχει να επεκτείνουν την επικράτειά τους και έξω από τα Εξάρχεια. Και, φυσικά, στο βαθμό που κανείς δεν έχει συλληφθεί το χόμπυ ασκείται όπου είναι ασφαλέστερα. Ομάδες καταδίωξης στο κέντρο; Θα διαλύσουμε τις γειτονιές και τα προάστια.

Στην αρχή ήταν καταληψίες. Και τους αφήσαμε για να μην γίνουμε ακραίοι και καταπιεστικοί. Μετά έγιναν γκαζάκηδες. Αθώα πράγματα, εξάλλου οι τράπεζες δεν έχουν ανάγκη. Μετά έκαιγαν και πολυτελή αυτοκίνητα. Ε, και; Έχουν οι ιδιοκτήτες τους και οι ασφάλειες. Μετά έσπαγαν βιτρίνες. Δεν πειράζει. Στη Σκουφά δεν το ήθελες; Θα σε λυπηθούμε κιόλας; Κι έτσι όπως ο Μιθριδάτης που έπινε λίγο-λίγο το δηλητήριο και συνήθισε, θεωρούμε νύχτα σαν κάθε άλλη στην Αθήνα αυτή που πέρασε. Όπως έγραφε ο Ρεμάρκ για τα χαρακώματα όπου πέθαιναν χιλιάδες άνθρωποι, αλλά το τηλεγράφημα έγραφε «ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο».

Αυτή θα είναι η τελική ήττα. Όταν οι νύχτες της καταστροφής θα είναι μια παράγραφος χωρίς σημασία στο αστυνομικό δελτίο. Και η ώρα δεν είναι μακριά.

Καραμανλής εναντίον Καραμανλή

Δευτέρα 30 Μαρτίου – και μερικά δευτερεύοντα συμπεράσματα από τις δημοσκοπήσεις του Σαββατοκύριακου.

Πρώτον, κανείς δεν παρήγγειλε δημοσκόπηση για το τι πρέπει να κάνει ο Καραμανλής όχι εάν χάσει, αλλά εάν κερδίσει τις εκλογές. Το γεγονός αυτό μας δείχνει το βάθος της οικονομικής κρίσης στη χώρα. Όταν η κρίση αγριεύει, τα χρήματα διοχετεύονται σε επείγουσες και παραγωγικές δραστηριότητες. Κανείς δεν έχει λεφτά για πέταμα ή για χόμπυ…

Δεύτερον, κανείς δεν είναι καταλληλότερος του εαυτού του για να διαψεύσει το μύθο του. Όση κριτική κι αν έκαναν οι άλλοι στον Καραμανλή, εκείνος επί σχεδόν δέκα χρόνια χρόνια (από τις εκλογές του 2000 μέχρι τη συνέντευξη του περασμένου Σεπτεμβρίου στην Έκθεση Θεσσαλονίκης) ήταν από τεφλόν – αυτό το υλικό που έχουν τα τηγάνια και που έκανε διάσημο στην πολιτική η παρομοίωσή του με τον Τόνι Μπλαιρ. Δεν κολλούσε τίποτα πάνω του. Ποιος θα μπορούσε να κάνει το γρανίτη πρωθυπουργό να ραγίσει; Μόνον ο ίδιος. Εν αρχή ην το Βατοπέδι και η συντομότερη εκλογική κατάρρευση ενός κόμματος στη μεταπολιτευτική ιστορία. Απέμενε η προσωπική του εικόνα. Την είχε αναστηλώσει, έστω με μεγάλη καθυστέρηση, με την εκπαραθύρωση των Βατοπεδινών και την ανάληψη της προσωπικής ευθύνης. Του πιστώθηκε. Για κάποιο λόγο, αδιευκρίνιστο με πολιτικά διαγνωστικά μέσα, οι πολίτες παραμένουν ευαίσθητοι στο πρόσωπο του Καραμανλή και το μήνυμα που εκπέμπει. Θέλουν να τον ακούσουν, θέλουν να τον πιστέψουν, θέλουν να τους πείσει.

Θα έδινε τη μάχη. Προσωπική μάχη, θα μετέτρεπε (υποτίθεται…) τις εκλογές σε μπρα ντε φερ και σε αναμέτρηση προεδρικού τύπου. Ένα Καραμανλής εναντίον Παπανδρέου με άρωμα από μονομαχία στον κόκκινο ή τον πράσινο ή το μπλε ήλιο… Και αντ’αυτού παραβίασε τον πιο στοιχειώδη κανόνα των εγχειριδίων πολιτικής επικοινωνίας. Ποτέ ένας ηγέτης δεν μπορεί να εμφανίζεται ότι κάνει χάρη στους ψηφοφόρους του. Δεν υπάρχουν Κιγκινάτοι. Πολύ περισσότερο δεν υπάρχουν Κιγκινάτοι εν ενεργεία. Το φυσικό ρεφλέξ ενός εκλογικού σώματος που ακούει πως ο ηγέτης του κουράστηκε είναι να τον στείλει να ξεκουραστεί. Τώρα θα πρέπει να αναλώσει πολιτικό κεφάλαιο για να πείσει πως είναι φρέσκος και μπορεί να ηγηθεί. Αυτό που ήταν μέχρι πριν από δέκα μέρες το μεγάλο του ατού, σήμερα είναι ζητούμενο προς απόδειξη. Το κεφάλαιο Καραμανλή αντί να δίνει τόκους, τώρα απαιτεί και επενδύσεις για να μην απομειωθεί.

Ο κ. Καραμανλής έχει πείσει μέχρι τώρα ότι, ανεξαρτήτως αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς μαζί του, είχε εξαιρετικές ικανότητες στο χειρισμό των ψηφοφόρων. Ήταν επίσης πολιτικός του πλήθους, αυτό που οι Αμερικανοί αποκαλούν campaigner. Μπορούσε να αναμετρηθεί με οποιονδήποτε αντίπαλο. Το ερώτημα είναι εάν ο «οποιοσδήποτε» περιλαμβάνει τον εαυτό του.

Monday, March 30, 2009

Οι ωραίοι και τα χρέη

Παρασκευή 27 Μαρτίου – και «φοβού τους Δαναούς και χρέη φέροντας». Και καλά, πες πως οι Βρετανοί διακατέχονται παραδοσιακά από ανθελληνικά αισθήματα, ότι ισχύουν στο ακέραιο όλα τα στερεότυπα, και γι’αυτό μας γράφουν έτσι οι Times.

Δεν είναι μόνον αυτοί, που απευθύνονται σε αποκλειστικά αγγλικό κοινό. Οι Financial Times είναι μια διεθνής εφημερίδα. Θυμάστε την Έλενα Ακρίτα – το μοχθηρό, μισάνθρωπο βλέμμα της στον «αδύναμο κρίκο»; Ε, λοιπόν, η Ακρίτα ήταν μια γλυκιά και προσηνής παρουσία, μια μητέρα Τερέζα της τηλεόρασης μπροστά στην παρουσιάστρια του βρετανικού ορίτζιναλ, την Αν Ρόμπινσον. Και η Ρόμπινσον είναι γλύκα μπροστά στους FT όταν μας γράφουν πως είμαστε ο «αδύναμος κρίκος» της Ευρωζώνης.

Δεν είναι ούτε μόνο οι Financial Times. Ο Ζακ Ντελόρ δεν είναι ανθέλληνας. Αλλά διάλεξε ένα γερμανικό περιοδικό, το “Kapital”, για να πει πως το πράγμα δεν πάει άλλο με τις εσωτερικές ανισότητες στην ευρωζώνη και όποιος θέλει να είναι μέσα πρέπει να φροντίζει να πλησιάζει τους ισχυρούς κι όχι μόνο να περιμένει να τον βοηθήσουν, ξανά και ξανά. «Θα αυξηθούν οι πιέσεις προς τους ασθενέστερους να ασκήσουν ορθότερη πολιτική ή να εγκαταλείψουν την ευρωζώνη», είπε και όταν τον ρώτησαν ποιοι είναι οι ασθενέστεροι, έδειξε προφανώς προς το μέρος μας.

Έτσι πια μας ξέρουν όλοι. Ο αδύναμος κρίκος. Η πρώτη υποψήφια όχι για ένταξη αλλά για αποχώρηση από την ευρωζώνη. Κινδυνολογία; Ίσως. Αλλά όταν διαιωνίζεται, όταν δεν γίνεται τίποτα για να αλλάξει το κλίμα, όταν δεν έχει καμμία επίπτωση στο εσωτερικό, πόσο απέχει η κινδυνολογία από τον κίνδυνο;

Η Ευρώπη θυμάται ότι η Ελλάδα ήταν προεδρία στην προηγούμενη μεγάλη κρίση για την Ένωση, τον πόλεμο του κόλπου και την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ. Και συγκρίνει, φυσικά, την Ελλάδα τότε με την Τσεχία σήμερα και την αξιοθρήνητη προεδρία της. Και αναρωτιέται πού χάθηκε εκείνη η χώρα, με τα προβλήματα αλλά και την αυτοπεποίθηση, με τις μικρές δυνατότητες αλλά την ευρωπαϊκή παρουσία, που υπήρχε επειδή ακριβώς αυτή η παρουσία ήταν η κεντρική πολιτική επιλογή της.

Το πρόβλημα είναι ότι στην εποχή της εικόνας, η εικόνα είναι πραγματικότητα. Και πέρα από τους δανειστές, που διαβάζουν Financial Times, η επιστροφή σε ένα αρνητικό στερεότυπο για την Ελλάδα, ως παρία της Ευρώπης, αποτελεί οπισθοδρόμηση για την αποκατάσταση της οποίας θα χρειαστεί πολύ περισσότερος χρόνος και πολλαπλάσια προσπάθεια. Το γεύμα της Ντόρας με το Σουφλιά δεν θα εμφανιστεί ποτέ στον ξένο τύπο, ενώ κυριαρχεί στα πρωτοσέλιδα των ελληνικών εφημερίδων. Δεν έχει κάνει κανείς λάθος. Όντως είναι σημαντικό γεγονός για τα εσωτερικά. Όντως είναι απολύτως ασήμαντο από τη διεθνή οπτική. Αυτό είναι το πρόβλημα. Ότι η απόσταση ανοίγει, ότι τα κριτήρια διαφοροποιούνται ξανά, ότι η ψαλίδα ανάμεσα στο «μέσα» και στο «έξω» ανοίγει απελπιστικά. Και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συντέλεσε όσο κανείς άλλος ώστε να μην έχει εφαρμογή σήμερα η παλιά αποστροφή του πως «έξω πάμε καλά». Τώρα πια, με την Ευρώπη και το ευρώ, όταν μέσα δεν πάμε καλά, ούτε έξω πάμε καλά.

Thursday, March 26, 2009

Το δικαίωμα στο σφουγγάρισμα

Πέμπτη 26 Μαρτίου – και ήρθε η ώρα των αποφάσεων. Είναι σκληρές, είναι πικρές, είναι δύσκολες και είναι μπροστά μας.

Όπως η πολυσυζητημένη και αναμενόμενη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα όρια συνταξιοδότησης. Άλλο να το περιμένεις, κι άλλο να σου έρχεται, όπως αφεύκτως θα συμβεί σήμερα. Τι λέει; Πολύ απλά ότι στο πλαίσιο της ισότητας των δύο φύλων δεν μπορεί να παίρνουν σύνταξη σε διαφορετική ηλικία και με διαφορετικούς όρους άντρες και γυναίκες.

Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για αυτό. Η απόφαση λέει ότι δεν μπορούμε να ζούμε διαιωνίζοντας τους παραλογισμούς, τους άφθονους και πανταχού παρόντες παραλογισμούς του παρελθόντος μας.

Γιατί οι γυναίκες παίρνουν σύνταξη νωρίτερα; Επειδή αυτή η χώρα αγαπάει τις γυναίκες. Το πιστεύετε; Στην Ευρώπη, την παλιά τελοσπάντων, είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη απόσταση μισθών ανάμεσα στα δύο φύλα. Μη σας λέω ποιο είναι το ριγμένο. Αυτό που αγαπάμε πολύ, πάρα πολύ για να το πληρώνουμε κιόλας. Είναι η χώρα που κάνει τα πιο αργά βήματα για την ισότητα στην πράξη, για την ανάθεση όχι μερικών προβεβλημένων θέσεων (αν και στα υπουργικά συμβούλια οι γυναίκες δεν περισσεύουν) αλλά στην πραγματική οικονομία, στις διευθυντικές θέσεις των επιχειρήσεων, στον κορμό του κρατικού μηχανισμού, στις διευθυντικές θέσεις του δημοσίου.

Ποιο είναι το προνόμιο των γυναικών; Ότι συνταξιοδοτούνται γρήγορα για να επιστρέψουν στο σπίτι. Αλλά δεν τους δίνουμε, όπως σε όλη την Ευρώπη, παιδικούς σταθμούς όπου να μπορούν να αφήσουν με καλούς όρους και με επάρκεια θέσεων, τα παιδιά τους από τη βρεφική ηλικία, ώστε να επιστρέψουν, αν το θέλουν, στη δουλειά τους και να μην αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την καρριέρα τους.

Και πότε τις ανταμοίβουμε; Όταν γίνουν 50 και κάτι και έχουν μικρά παιδιά, ανήλικα. Δηλαδή 16 ή 17 ή 18 χρονών, τα περισσότερα, τότε που δεν έχουν ιδιαίτερη ανάγκη το ντάντεμα της μαμάς τους – μην πω ότι θα ήταν μάλλον καλό να το στερούνταν λίγο περισσότερο… Αλλά τότε, που δεν τις χρειάζονται πραγματικά στο σπίτι και έχουν ένα επαγγελματικό βίο που θα τους επέτρεπε να διεκδικήσουν μια αναβαθμισμένη θέση στην ιεραρχία, τους δίνουμε ένα κίνητρο να ξεκουμπιστούν και να αράξουν, μαγειρεύοντας – γιατί πόσες άραγε έχουν το ψυχικό σθένος να αρχίσουν (ενώ προλαβαίνουν…) μια δεύτερη διαδρομή. Υπάρχουν, είναι αξιοθαύμαστες, αλλά στατιστικά αμελητέες…

Και η αποκατάσταση αυτού του πλήρους παραλογισμού, όπου η συνταξιοδότηση κατακτήθηκε ως ρουσφέτι, για να μην υποχρεωθεί το κράτος και οι κυβερνήσεις του να πάρουν πραγματικά μέτρα προστασίας της μητρότητας και της ισότητας, η κατάργηση ενός πενιχρού μπόνους πρόωρου θανάτου της δημιουργικότητας και της κοινωνικής παρουσίας των γυναικών, αυτό που θα έπρεπε να διεκδικείται και να θεωρείται νίκη των γυναικών, σήμερα αντιμετωπίζεται περίπου ως καταστροφή. Γιατί έχουμε αποφασίσει τι ακριβώς θέλουμε. Θέλουμε να μην αλλάξει τίποτα.

Tuesday, March 24, 2009

Το τέλος της εργασίας

Τρίτη 24 Μαρτίου – και πλησιάζει η ώρα των σκληρών διλημμάτων. Οι εργαζόμενοι, όχι τα γκόλντεν μπόυς που έχουν συσσωρεύσει αρκετό λίπος από μπόνους στους λογαριασμούς τους ώστε να ζήσουν καλά και οι ίδιοι και τα παιδιά τους χωρίς να ξαναχρειαστεί να ζήσουν τον άχαρο κόσμο της εργασίας…

… οι άλλοι εργαζόμενοι, αυτοί που ξυπνάνε το πρωί είτε είναι κουρασμένοι είτε ξεκούραστοι, αυτοί που δεν είναι αναγκαστικά εξαθλιωμένοι, έχουν ένα καλό μισθό, μια θέση στον ιδιωτικό τομέα που την έχουν εξαργυρώσει με πολλά χρόνια σπουδών και ατελείωτες ώρες δουλειάς χωρίς ωράρια…

… αυτοί που ίδρωσαν τη φανέλλα, δηλαδή το πουκάμισο, και διαμόρφωσαν ένα σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο ζωής και η ελπίδα και η προσδοκία και ο κόπος τους ήταν να μπορέσουν να το διατηρήσουν ή να το βελτιώσουν και τα παιδιά τους…

…αλλά και οι άνθρωποι του καθημερινού μόχθου, του βασικού μισθού ή του μεροκάματου…

…αυτοί δεν γελιούνται από δυο καλές μέρες στα Χρηματιστήρια. Αυτοί ξέρουν ποια είναι η πραγματική αγωνία, ξέρουν για ποιόν χτυπά η καμπάνα. Χτυπά για τους ίδιους.

Αυτή η κρίση είναι, πέρα από όλα τα άλλα, και κρίση της μισθωτής εργασίας. Η έννοια του μισθού έχει πλήρως απαξιωθεί στη διάρκεια της 20ετούς βασιλείας των «χρυσών παιδιών». Είναι ένα τέλος εποχής. Αυτά τα χρυσά παιδιά οδήγησαν το χρηματιστηριακό καπιταλισμό σε πλήρη παρακμή μέσα σε λίγα χρόνια, μέσα σε ένα μεγάλο πάρτυ αβελτηρίας, ανεμελιάς και ευζωίας. Δεν είναι μοναδικοί στην ιστορία. Νέοι της καλοπέρασης ήταν, ας πούμε, οι «νωθροί βασιλείς», που διέλυσαν την πρώτη μεγάλη δυναστεία του Μεσαίωνα.

Τώρα ο Μεσαίωνας είναι επιστρέφει διαφορετικός, οι συμπεριφορές παραμένουν ίδιες. Άλλοι ζουν το πάρτυ, άλλοι το πληρώνουν. Και το λογαριασμό τον έχουν ήδη στείλει στους εργαζόμενους. Οι εργασιακές σχέσεις που ξέραμε είναι ήδη παρελθόν. Η σταθερή εργασία, σταθερή χρονικά και γεωγραφικά, γύρω από την οποία μπορούσε να οργανωθεί μια ζωή από την αρχή έως το τέλος της και μια διαδοχή γενεών, αυτή που γεννήθηκε ως μέθοδος εκμετάλλευσης του παραγωγικού δυναμικού στη βιομηχανική επανάσταση και κατέληξε κεκτημένο της καλύτερης εποχής που έχουν ζήσει οι λαοί, τουλάχιστον οι ευρωπαϊκοί, στην ιστορία, της μεταπολεμικής εποχής, αυτή η εργασία δεν υπάρχει πια.

Η κατάρρευση του μοντέλου δεν έχει έρθει ακόμη. Ζούμε τους τριγμούς, βλέπουμε να ραγίζει. Και όλοι τρέμουν. Τρέμουν γιατί κανείς δεν ξέρει, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει και κανείς από τις πολιτικές ηγεσίες δεν μπορεί να εγγυηθεί τι θα αντικαταστήσει τις σταθερές που πέφτουν. Η ελαστική εργασία, η ημι-εργασία, ή η ημι-ανεργία, η μετατροπή της εργασίας σε ατομικά διαπραγματεύσιμο προϊόν και του κάθε εργαζόμενου σε επιχειρηματία που το εκμεταλλεύεται, εμπορευόμενος τον εαυτό του, όλα αυτά είναι μια νέα πραγματικότητα που σχηματίζεται μπροστά στα μάτια μας. Και όλοι ξέρουν ότι ανεξάρτητα από υποσχέσεις περί «προσωρινών μέτρων» όταν θα εγκατασταθεί αυτή η νέα πραγματικότητα, δρόμος επιστροφής δεν υπάρχει.

Monday, March 23, 2009

Λουμπάγκο

Δευτέρα 23 Μαρτίου – και νιώθω μια κούραση βαριά… Η ιστορία (υποτίθεται πως) έχει περίπου ως εξής. Ο Καραμανλής βλέπει δημοσιογράφους. Μεταξύ αυτών ο Χατζηνικολάου, ο οποίος γράφει πως του είπε ότι έχει 12 χρόνια αρχηγός, κουράστηκε και αν χάσει θα φύγει. Το πρώτο είναι γεγονός – ο κ. Καραμανλής είναι αρχηγός 12 χρόνια τώρα, ή γεράσαμε και ο καιρός περνάει γρήγορα ή πάλι είναι μεγάλα τα κενά δραστηριότητας και γι’αυτό δεν μας φάνηκε. Το δεύτερο το αποφασίζουν οι πολίτες – ως εκλογικό σώμα και ως κομματική βάση. Στα δημοκρατικά κόμματα, και η Νέα Δημοκρατία είχε καίρια συνεισφορά στον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος, δεν αποφασίζουν οι αρχηγοί, με λουδοβίκειο τρόπο, εάν και πότε θα φύγουν. Το κρίνουν και τους κρίνουν οι πολίτες – και για την ώρα οι πολίτες, στις δημοσκοπήσεις που δεν είναι διόλου αμελητέες, εμπιστεύονται, στηρίζουν και τιμούν τον κ. Καραμανλή με τρόπο ώστε κάθε ερμηνεία να παρέλκει. Δικός τους είναι ο τελικός λόγος…

Μένει η κούραση. Η λέξη προκάλεσε ένα μικρό πανικό μεταξύ των στελεχών της Νέας Δημοκρατίας. Το ζήτημα δεν είναι μια έκρηξη ενός ανθρώπου, ακόμη και ενός Πρωθυπουργού. Σε μια συζήτηση, που δεν είναι συνέντευξη, έχει λιγότερο παγερό και περισσότερο ολισθηρό χαρακτήρα, όλα μπορούν να ειπωθούν και όλα μπορούν –με μικρότερη ή μεγαλύτερη ακρίβεια- να μεταφερθούν. Το θέμα δεν αφορά την ανθρώπινη εκδοχή του. Καθένας, όπως θα έλεγε και ο Φίλιπ Ροθ, μπορεί κάποια στιγμή να πει «κουράστηκα» και να εννοεί τον εαυτό του: αυτό που οι κοινοί άνθρωποι λένε «μπούχτισα», «μπάφιασα», «βαρέθηκα». Το έχουμε πει όλοι σε διάφορες φάσεις, προσωπικές και επαγγελματικές, ώστε να ξέρουμε ότι δεν είναι κάτι δραματικό και ότι συνήθως, συνηθέστατα δεν μεταφράζεται σε τάση φυγής ή σε φάση αναχωρητισμού.

Ποιο είναι, λοιπόν, το πρόβλημα; Ότι το «κουράστηκα» ερμηνεύθηκε πολιτικά. Ότι πολλοί κατάλαβαν πως ο κ. Καραμανλής εννοεί ότι εξαντλήθηκε η διάθεσή του για άσκηση της εξουσίας. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει κατά πόσον αυτό είναι ακριβές. Αλλά το γεγονός ότι συζητιέται στα σοβαρά ως πιθανότητα, ότι οι πολίτες δεν το απορρίπτουν αμέσως ως καταγέλαστο, ότι τα στελέχη δεν το περιφρονούν ως αμελητέο, το γεγονός και μόνον ότι αντιμετωπίζεται ως ενδεχόμενο να έχει πράγματι ο Πρωθυπουργός της χώρας εξαντλήσει τα περιθώριά του και να ασκεί την εξουσία εξ αδρανείας και χωρίς ενστικτώδη προσωπική εμπλοκή – αυτό και μόνο αποτελεί μια πολιτική κατάσταση. Επειδή ακριβώς είναι τόσο εξωφρενικό ως σενάριο, το βάρος του βρίσκεται σε αυτή καθεαυτή την ύπαρξή του, στην επιβίωσή του στις συζητήσεις, στην δυνατότητα να υφίσταται ως πρωτοσέλιδο.

Και έχει καταστροφική δυναμική. Ο κ. Καραμανλής είναι (δεύτερη υπενθύμιση των δημοσκοπήσεων) το ισχυρότερο, αν όχι το τελευταίο, εκλογικό χαρτί για τη Νέα Δημοκρατία σε αυτή τη φάση. Όχι η απουσία του, αλλά μόλις ένα βήμα πίσω, αρκεί για να ανοίξει το κουτί των προσωπικών στρατηγικών, που για μια κυβέρνηση είναι χειρότερο από το κουτί της Πανδώρας. Γιατί σε αυτό τουλάχιστον απέμεινε η ελπίδα, ενώ όταν αρχίσει σε μια κυβέρνηση ο πόλεμος των φιλοδοξιών και η ανελέητη σύγκρουση των καπετανάτων, τότε και η ελπίδα εκλείπει. Και για τη χώρα αυτά θα είχαν λίγη σημασία αν δεν βρισκόταν στη μέση μιας τόσο μεγάλης παγκόσμιας κρίσης.

Friday, March 20, 2009

Ο Γιώργος σφύριξε...

Παρασκευή 20 Μαρτίου – και «ο Γιώργος σφύριξε»… Μόνο που αυτή τη φορά δεν ήταν ο Μητσικώστας και η ομώνυμη εκπομπή του. Ήταν ο Σουφλιάς.

Κατά τα άλλα θα ήταν μια συνηθισμένη ομιλία, σαν αυτές που κάνουν κάθε μέρα οι υπουργοί και την επομένη δεν θυμάται κανείς – ούτε οι ίδιοι. Μια ομιλία-αγγαρεία για τον υπουργό, τους λογογράφους και τους ακροατές, μια τυπική υποχρέωση. Μετά άρχισε να μιλάει.

Πρώτα είπε ότι θα καταργηθεί το υπουργείο Μεταφορών. Στην πρώτη σειρά των καθισμάτων ήταν ένας άλλος υπουργός. Ονομάζεται Ευριπίδης Στυλιανίδης και μέχρι χτες νόμιζε πως ήταν υπουργός Μεταφορών και ότι το υπουργείο του υπήρχε. Ο Στυλιανίδης ζαλίστηκε. Πρέπει να κιτρίνισε, γιατί τον λυπήθηκε μέχρι και ο Σουφλιάς, που δεν φημίζεται ως ευσυγκίνητος σε αλλότριες τραγωδίες. Τον κοίταξε με ένα συγκαταβατικό, συμπονετικό βλέμμα, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να συγκρατήσει τα γέλια του, με μια παιχνιδιάρικη διάθεση, σαν μικρό παιδί που έχει κάνει κάποια σκανταλιά και απολαμβάνει την έκπληξη των άλλων μπροστά σε αυτό που τους συμβαίνει. Στο τέλος πήρε μια ανάσα και του απευθύνθηκε. «Α, ρε Ευριπίδη. Θα πας σε άλλο υπουργείο…»

Μετά είπε πως θα δημιουργηθεί υπουργείο Περιβάλλοντος. Εκεί ο Ευριπίδης είχε αρχίσει να συνέρχεται από τη ζαλάδα, αλλά ζαλίστηκαν οι υπόλοιποι. Νόμιζαν ότι κάνουν πουλάκια τα μάτια τους. Ο Σουφλιάς δεν είναι που μιλάει; Ή τώρα δεν ακούμε εμείς καλά; Γιατί δεν υπάρχει υπουργείο Περιβάλλοντος εδώ και πολύ, πολύ καιρό; Κάποιος αντιδρούσε. Κάποιος είχε στυλώσει τα πόδια του. Κάποιος δεν άφηνε τίποτα να προχωρήσει. Κάποιος έριχνε όλο το πολιτικό του βάρος στην άρνηση της δημιουργίας του, πέντε χρόνια τώρα, όταν όλοι το ζητούσαν, ακόμη και με πολιτικό κόστος, που το επέβαλλε σε όλη την κυβέρνηση, ακόμη και μετά τις πυρκαγιές, όταν το απαιτούσε όλη η χώρα. Ποιος ήταν; Αν κι εσείς νομίζετε ότι ήταν ο Γιώργος Σουφλιάς, προφανώς κάνετε λάθος. Κάτι θα σας έχει διαφύγει…

Και στο τέλος, αφού εξαφάνισε το Μεταφορών και εμφάνισε το Περιβάλλοντος, αφού συρρίκνωσε το Αγροτικής Ανάπτυξης, που ούτως ή άλλως δικό του είναι αφού υπουργεύει ο Χατζηγάκης, ο κ. Σουφλιάς έφτιαξε ένα υπερυπουργείο Δημοσίων Έργων, Μεταφορών και Τηλεπικοινωνιών. Άριστος συνδυασμός. Μακρά, μακρότατη πείρα μας πείθει για το ποια θα ήταν η καταλληλότερη ονομασία για αυτό το υπουργείο. Κρίμα να το πουν αλλιώς. Επάξια θα μπορούσε να ονομαστεί «υπουργείο Μιζών και Φιλοδωρημάτων».

Όσο για την απορία ορισμένων που αναρωτιούνταν πώς γίνεται με μια δήλωση ένας υπουργός να κάνει δομικό ανασχηματισμό, να μετακινεί υπουργούς, να κόβει και να ράβει υπουργεία, να λέει πότε θα γίνουν όλα αυτά και να αποφασίζει και για το χρόνο των εκλογών, ενώ όλα αυτά είναι αρμοδιότητα του πρωθυπουργού, λάθος απορία έχουν. Περί αυτού ακριβώς πρόκειται…

ΥΓ.: Επειδή κάποιος που άκουσε την εκπομπή για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις πιστώσεις που λιμνάζουν και τη γραφειοκρατία που τις εμποδίζει, μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι όλα θα πάνε καλύτερα με το ΕΣΠΑ (ΚΠΣ, "πακέτο" ή όπως αλλιώς προτιμάτε), τον παραπέμπω σε μια ανάρτηση στο μπλογκ του Στάθη Χαϊκάλη, για να μην έχει αμφιβολίες.

Thursday, March 19, 2009

Έκτακτα...

Πέμπτη 19 Μαρτίου – και, σύμφωνοι, θα μπορούσε να είναι χειρότερα. Θα μπορούσε, ας πούμε, να επιβάλλεται ο φόρος σε όσους έχουν εισοδήματα κάτω από 1000 ευρώ και να δίνεται η επιδότηση σε όσους ξεπερνούν τις 60.000 ευρώ σε εισόδημα. Σύμφωνοι. Η θεωρία είναι σωστή – πώς θα γινόταν αλλιώς; Να πληρώσουν κάτι παραπάνω οι κάπως πλουσιότεροι, να πάρουν κάτι, έστω κάτι, οι εντελώς πενιχρά αμοιβόμενοι. Αλλά τα προβλήματα των μέτρων που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομίας είναι περισσότερα από εκείνα που λύνουν.

Πρώτον, πρόκειται σαφώς για μέτρα πανικού μπροστά στην κρίση. Δεν είμαστε οι μόνοι. «Είμαι τρομοκρατημένος», δήλωσε χτες στην Αθήνα ο Πωλ Κρούγκμαν, ο διασημότερος σήμερα οικονομολόγος στον κόσμο, και κανείς δεν του ζήτησε το λόγο. Ο φόβος, ο πανικός, δεν είναι αναγκαστικά κακό πράγμα. Η φύση ενστάλαξε το φόβο στους ανθρώπους για να τους προστατεύει από τους κινδύνους. Θα ήταν πολύ χρήσιμο, ας πούμε, να είχε εκδηλωθεί πέρυσι τον Ιούλιο όταν κάναμε μπάνιο αμέριμνοι με τις διαβεβαιώσεις ότι η οικονομία μας είναι «θωρακισμένη» απέναντι στην κρίση. Πράγματι, φορούσε θώρακα – βαρύ θώρακα και προσπαθούσε να κολυμπήσει. Το αποτέλεσμα είναι προφανές: βουλιάζει.

Δεύτερον, τα μέτρα χάνουν την ευκαιρία. Είχαμε πει πως η κρίση μπορεί να είναι μια ευκαιρία εξυγίανσης που έχει τόσο ανάγκη η χώρα, η διοίκηση και η οικονομία. Η κρίση μπορούσε να γίνει ο εξωγενής παράγοντας που τόσο λείπει μετά τη ΟΝΕ για να προχωρήσουν οι προφανώς αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Αλλά τα έκτακτα μέτρα αναζητούν την απλή λύση. Χρειαζόμαστε χρήματα. Σωστά. Ας τα πάρουμε από όποιους μπορούμε. Οι συνήθεις πρώτοι στη σειρά. Είναι η λογική του Πολύφημου. Πληρώνει το αρνί που θα τύχει να βρεθεί πρόχειρο στην αρπάγη της Εφορίας.

Και, τέλος, τα έκτακτα μέτρα ανανεώνουν τις ανισότητες, αναπαράγουν τις αδικίες, πριμοδοτούν την φορολογική παραβατικότητα. Γνωρίζουν και οι πέτρες ότι οι φορολογικές δηλώσεις δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα. Ξέρουν κι οι πέτρες ότι οι φορολογικές δηλώσεις είναι μια γιγαντιαία στρέβλωση. Το βασικό πρόβλημα ίσως της χώρας σήμερα είναι ότι δεν μπορεί να βάλει τους πλούσιους να πληρώσουν και να κατευθύνει τους πόρους προς τους φτωχότερους ακριβώς επειδή δεν ξέρουμε ποιοι είναι οι πλούσιοι και ποιοι οι φτωχοί. Η ακριβής αποτύπωση της εισοδηματικής πραγματικότητας αξίζει πολύ περισσότερα από τα 275 εκατομμύρια ευρώ που θα μαζέψει με τη λογική της φορο-αρπαχτής το δημόσιο ταμείο. Η αποδοχή, για άλλη μια φορά, της λογικής ότι «πληρώνουν εκείνοι που τους έχουμε πρόχειρους», αποτελεί ένα ισχυρό κίνητρο φοροδιαφυγής.

Με τα χτεσινά μέτρα το μήνυμα είναι απλό. Εδώ τίποτα δεν αλλάζει. Την κρίση θα πληρώσουν όχι οι πλούσιοι, αλλά οι υψηλόμισθοι. Οι άλλοι παραμένουν στο απυρόβλητο και στην κρίση. Τόσο απλό…

Wednesday, March 18, 2009

Εδώ οι ωραίες κουκούλες

Τετάρτη 18 Μαρτίου – και δεν έχω ιδιαίτερη συμπάθεια για την κουκούλα, ούτε για την κουκουλοχώρα μεταξύ Σπυρίδωνος Τρικούπη και Στουρνάρη, που έχει καταστρέψει μια από τις ωραιότερες και τελευταίες πραγματικές γειτονιές της Αθήνας, που είναι τα Εξάρχεια. Αλλά η κουκούλα πρέπει να βγει για να αποκαλύπτει και όχι για να συγκαλύψει.

Η νομοθετική ρύθμιση που θεωρεί την «αλλοίωση χαρακτηριστικών» ως επιβαρυντικό στοιχείο στην τέλεση αδικημάτων, δηλαδή ως γεγονός που θα επισύρει αυξημένες ποινές, θα μπορούσε να είναι σωστή. Είναι σωστή. Αυτή τη στιγμή, όμως, είναι προφανές πρώτα από όλα ότι το κράτος νομοθετεί με τον κατεξοχήν τρόπο που δεν θα έπρεπε να νομοθετεί. Συγκυριακά, αποσπασματικά και με επικοινωνιακά κριτήρια. Η ρύθμιση έρχεται εσπευσμένα για να λύσει ένα πολιτικό και όχι ένα επιχειρησιακό ή θεσμικό κενό.

Το πρόβλημα δεν ήταν με τις ποινές των κουκουλοφόρων – για έναν πολύ απλό λόγο: ότι αυτοί δεν συλλαμβάνονταν. Και όταν συλλαμβανόταν κάποιος ασυνήθιστα αργός και χαλαρός, πάλι δεν καταδικαζόταν. Άρα στην πράξη η ρύθμιση (χωρίς να είναι λανθασμένη) δεν έχει ιδιαίτερη αξία. Εάν δεν υπάρξουν συλλήψεις, δεν έχει νόημα. Εάν υπήρχαν συλλήψεις, και επιβάλλονταν ποινές από τα δικαστήρια, δεν θα υπήρχε θέμα εάν η ποινή είναι λίγο μικρότερη ή λίγο μεγαλύτερη. Το θέμα είναι η πλήρης ασυδοσία και ατιμωρησία.

Ως εκ τούτου, η νομοθεσία περί την κουκούλα επιχειρεί να κουκουλώσει το πραγματικό πρόβλημα, που είναι αφενός επιχειρησιακό (με τις παγκοίνως γνωστές επιδόσεις της αστυνομίας) και αφετέρου πολιτικό, με την έννοια της έλλειψης θάρρους και απόφασης για την ανάληψη του ρίσκου και του πιθανού κόστους από μια προσπάθεια αποτελεσματικότερης αστυνόμευσης.

Η νομοθεσία για την κουκούλα επιχειρεί να βγάλει από το αδιέξοδο τον κ. Μαρκογιαννάκη, τον μόνο υπουργό που έχει καταφέρει να έχει προβλήματα και με κουκουλοφόρους και με Ξεκουκουλωτάκηδες, αν θυμάστε τον δημοσιογράφο που τον είχε οδηγήσει παλιότερα στην παραίτηση.

Τα πρόσωπα φεύγουν, οι ρυθμίσεις μένουν. Η συγκεκριμένη δεν θα βλάψει. Αλλά δεν έχει προσδοκία μεγαλύτερη από μερικά πρωτοσέλιδα (χρήσιμα σε εποχές δημοσκοπικής ξηρασίας) και από την μετακίνηση της συζήτησης για λίγο σε ένα θέμα κάπως πιο διαχειρίσιμο για την κυβέρνηση. Η πραγματικότητα, όταν την κουκουλώνεις, επιστρέφει και εκδικείται.

Tuesday, March 17, 2009

Rotschild, σοκολάτες, Krugman και μηλόπιττες

Τρίτη 17 Μαρτίου – και χτες βρισκόταν στην Αθήνα ένας πολύ μεγάλος διεθνής τραπεζίτης – ο Νταβίντ ντε Ροτσίλντ, τον οποίο πολλοί ξέρουν από τη φήμη του ονόματος, λιγότεροι και πιο τυχεροί από τα κρασιά του και ελάχιστοι ως πελάτες του. Αύριο έρχεται ο νομπελίστας Αμερικανός Πωλ Κρούγκμαν. Η σύμπτωση έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον γιατί οι συγκεκριμένοι αντιπροσωπεύουν τις δύο διαμετρικά αντίθετες οπτικές της μεγάλης κρίσης που περνά η παγκόσμια οικονομία.

Ο Ροτσίλντ βλέπει τα πράγματα από την αισιόδοξη πλευρά – και δεν συμβαίνει αυτό αποκλειστικά επειδή μερικά δισεκατομμύρια στην άκρη για δύσκολη ώρα πάντοτε βοηθούν το αίσθημα της αισιοδοξίας. Είναι η άποψη του επίμονου τραπεζίτη. Με δυο λόγια: η κρίση είναι βαριά αρρώστια, αλλά όχι ανίατη. Πρόκειται, κατά τη διάγνωσή τους, για κρίση διαβήτη. Το είπε περίπου έτσι, περιγράφοντας την απληστία ως αιτία του προβλήματος: αν φας ένα κομμάτι σοκολάτα κανένα πρόβλημα, αν φας δυο-τρία ίσως βαρυστομαχιάσεις, αν συνεχίσεις για πέντε ή έξι θα αρρωστήσεις. Και –αυτό δεν το είπε- ο ίδιος, οι συνάδελφοί του και τα γκόλντεν μπόις τους έτρωγαν τις σοκολάτες με τις πλάκες και με τα κιλά… Η λύση, λένε, θα έρθει με τη φυσική αποκατάσταση του συστήματος. Θα έρθει όταν ξαναλειτουργήσει σταδιακά η αγορά. Και μπορεί αυτό να γίνει τόσο νωρίς, όσο ο Σεπτέμβριος.

Ενδιαφέρον: την ίδια αισιόδοξη άποψη συμμερίζεται τώρα και ο επικεφαλής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, ο θεωρητικά ισχυρότερος τραπεζίτης του κόσμου Μπεν Μπερνάνκι. Την υιοθετεί και ο Μπαράκ Ομπάμα. Ο Ομπάμα βλέπει τη δημοτικότητά του να πέφτει. Ο Μπιλ Κλίντον του το είπε δημόσια. Ακούγεται πολύ αρνητικός. Στην πολιτική κερδίζει ο πιο αισιόδοξος. Στην κρίση, επίσης. Η απαισιοδοξία ανατροφοδοτεί την κρίση. Η απαισιοδοξία στεγνώνει την αγορά. Αφού δεν μπορείτε να δώσετε κάτι άλλο στους άνεργους, τους απολυμένους, τους φοβισμένους, όσους τους μείωσαν το μισθό ή τρώνε το μεσημέρι σε συσσίτια, αφού δεν μπορείτε να βρείτε ακόμη δουλειές για τη μεσαία τάξη των υπαλλήλων και πελάτες για τη μεσαία τάξη των εμπόρων, τουλάχιστον δώστε τους αυτό που είναι δωρεάν και πεθαίνει τελευταίο. Μην τους στερείτε την ελπίδα. Ο Σεπτέμβρης είναι η δική τους Εδέμ.

Αύριο δεν θα ακούσετε τα ίδια από τον Κρούγκμαν. Αυτός δεν είναι αισιόδοξος. Πριν από πέντε ή έξι χρόνια είχε ξαναέρθει στην Αθήνα. Θυμάμαι στο Ιντερκοντινένταλ μια αίθουσα με πολλά κενά καθίσματα και δυο ή τρεις δημοσιογράφους – βλέπεις δεν είχε πάρει Νόμπελ και εμείς, ο χρόνος μας είναι πολύτιμος, επομένως ακούμε μόνο νομπελίστες. Ο Κρούγκμαν είχε πει τότε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα των ανεπτυγμένων κρατών θα ήταν η εκρηκτική πρόοδος της ιατρικής τεχνολογίας – και του κόστους της. Η πιο βαθιά ταξική διαφορά, ποιος θα ζει και ποιος θα πεθαίνει πρώτος, επανέρχεται ως κοινωνική σταθερά. Σήμερα τα ταμεία είναι ήδη μπροστά σε αυτό το δίλημμα.

Για το Σεπτέμβρη και το σύστημα δεν πετάει τη σκούφια του. Πιστεύει –και το είπε- πως οι τράπεζες πρέπει να κρατικοποιηθούν. Το έγραψε ως εξής στους Τάιμς της Νέας Υόρκης: «δεν λένε πως η κρατικοποίηση είναι αντίθετη στην αμερικανική παράδοση. Όχι. Είναι τόσο παραδοσιακή όσο η μηλόπιττα». Και αναρωτήθηκε γιατί η κυβέρνηση Ομπάμα παρουσιάζει κάθε τόσο μόνον εναλλακτικές λύσεις στην κρατικοποίηση, που περιλαμβάνουν ενισχύσεις προς τους μετόχους των τραπεζών που φαλίρισαν – τον εαυτό τους και το σύστημα ολόκληρο. Το συμπέρασμά του; «Όσο περισσότερο καιρό καθυστερούμε με τις τράπεζες σε νεκροφάνεια, τόσο πιο δύσκολη θα είναι η αντιμετώπιση της κρίσης».

Κάτι τέτοια σκέφτονται και τα γκόλντεν μπόις, όπως στην AIG, και κάνουν τα πακέτα στήριξης μπόνους και πίνουν εις υγείαν των κορόιδων μερικά κρασιά του κ. Ροτσίλντ, που πωλούνται μόνο σε πλειστηριασμό σε τιμή ευκαιρίας, κάπου 3.500 ευρώ η ντουζίνα. Η κρίση θέλει καλοπέραση…

Monday, March 16, 2009

Φόροι και δημόσια ασφάλεια

Δευτέρα 16 Μαρτίου – και αυτές τις μέρες στα γραμματοκιβώτια φτάνει ένας μεγαλούτσικος και παχουλός φάκελλος. Από το σελοφάν φαίνεται ένα θαμπό, πρασινωπό έγγραφο. Όλοι τον ανοίγουν δύσθυμα, κανείς δεν χαίρεται όταν βλέπει το έντυπο της φορολογικής δήλωσης. Άλλωστε δεν έχει και πολλή σημασία. Αυτοί που είναι να πληρώσουν και δεν μπορούν να ξεφύγουν έχουν ήδη πληρώσει –στην «πηγή», όπως λένε- και αυτοί που δεν πρόκειται να πληρώσουν ξέρουν τι θα συμπληρώσουν…

Κανείς δεν χαίρεται όταν παίρνει τη φορολογική δήλωση. Αλλά υπάρχουν μερικοί που φέτος δεν θα ξινίσουν απλώς, όπως κάθε χρόνο. Φέτος θα τους ανέβει το αίμα στο κεφάλι και θα κινδυνεύσουν από κρίση υπέρτασης. Σκεφθείτε, για λίγο, κάποιον που δεν είναι γιατρός στην Αγία Παρασκευή, ή αρχιτέκτονας στην Καστέλλα, ή δημόσιος υπάλληλος στο νέο υπουργείο Παιδείας στο Μαρούσι. Σκεφθείτε για λίγο κάποιον που είναι επαγγελματίας ή έμπορος και έχει το μαγαζί του – όχι στα ειρηνικά Σεπόλια, όχι στο φιλήσυχο Περιστέρι, αλλά στην εμπόλεμη ζώνη των Εξαρχείων. Σκεφθείτε μια σύμπτωση.

Πηγαίνει, ας πούμε, σήμερα το πρωί στο κατάστημα. Διατηρεί την ψυχραιμία του παρά την καταδρομή της Παρασκευής. Φυσικά του έχουν κάνει τη τζαμαρία καινούργια, στη βιτρίνα δεν έχει μείνει κολυμπηθρόξυλο. Έχει δώσει ραντεβού πρωί-πρωί, με το φίλο του το τζαμά. Ο τζαμάς έχει γίνει φίλος του γιατί συνεργάζονται τακτικά τους τελευταίους μήνες. Θα είχε σπεύσει το Σαββατοκύριακο, αλλά πνιγόταν. Ο φίλος μας εμποράκος δεν είναι ο μόνος. Έχουν κι άλλοι την ίδια μοίρα, στη Σκουφά, όπου υποτίθεται ότι είναι προνόμιο να έχεις κατάστημα και γι’αυτό πλήρωσες χρυσό τον αέρα, που τώρα αποδείχθηκε κοπανιστός, ή στη Ναυαρίνου, ουδέτερη ζώνη μεταξύ Κολωνακίου και Εξαρχείων, ή στη Σπυρίδωνος Τρικούπη, ή –δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι- στην περίφημη οδό Στουρνάρη, το πεδίο βολής των αναρχοπολεμιστών της Αθήνας.

Ο τζαμάς καθυστέρησε και φτάνει σήμερα. Ο έμπορος βάζει το χέρι από την τρύπα στο τζάμι και ανοίγει την πόρτα. Μπαίνει στο ημικατεστραμμένο μαγαζί. Και βλέπει, φυσικά, φακέλλους που έχουν πεταχτεί κάτω από την πόρτα. Λογαριασμοί, σύμφωνοι… Διαφημιστικά, σύμφωνοι… να κάνουν κι οι άλλοι τη δουλειά τους. Και ένας ακόμη φάκελλος. Από την Εφορία. Που πρόσφατα έκανε μια εκστρατεία, η οποία λοιδορήθηκε και δεν απέδωσε, λόγω συγκυρίας, αλλά πήγαινε στην ουσία του πράγματος. Στη φορολογική συνείδηση. Στην υποχρέωση του πολίτη και στην διάθεσή του να καταβάλλει τους φόρους του. Γιατί οι φόροι είναι αντίτιμο. Αντίτιμο της ύπαρξης του κράτους που σε αντάλλαγμα παρέχει στους πολίτες αυτά τα βασικά που μόνος του κανείς δεν μπορεί να διασφαλίσει.

Και το βασικό που παρέχει το κράτος είναι ελευθερία. Ελευθερία σημαίνει ασφάλεια. Η ασφάλεια είναι κατοχύρωση ελευθερίας. Ποιος θα πάει να το εξηγήσει στον μαγαζάτορα της Σκουφά, στον έμπορο της Στουρνάρη; Μέχρι πότε θα υποχρεώνεται να αναζητεί στις θωρακισμένες πόρτες και τα αλεξίσφαιρα τζάμια μια ατομική λύση στην ανεπάρκεια ενός τόσο θεμελιώδους συλλογικού αγαθού; Και ποιος θα απαιτήσει από αυτόν τον φορολογούμενο να συμπληρώσει τη φορολογική του δήλωση στα ελληνικά και όχι σε άπταιστο γαλλική;

Α, και σε 85 μέρες από σήμερα αυτός θα πάει να ψηφίσει…

Friday, March 13, 2009

Ο Παπανδρέου, ο Σημίτης και οι άλλοι

Παρασκευή 13 Μαρτίου – και η ρήξη είναι κατηφόρα, η αποκατάσταση ανήφορος. Η ρήξη έρχεται κατρακυλώντας, ραγδαία και με πηχυαίους τίτλους. Έτσι ήταν και η σύγκρουση Παπανδρέου-Σημίτη. Ο τρόπος που επιβάλλει από τη φύση της η σύγκλιση φαίνεται στην καταγραφή της χτεσινής τους συνάντησης στα πρωτοσέλιδα: στα περισσότερα ένα εμφανές «χτύπημα», αλλού ένα προβεβλημένο μονόστηλο, μόνο ένα κεντρικό θέμα. Η πορεία δεν θα είναι περίπατος, δεν είναι καν βέβαιο ότι βλέπουν την ίδια κατάληξη, αλλά πάντως τώρα δείχνουν και οι δύο διατεθειμένοι να τη διανύσουν.

Στην πραγματικότητα, υπάρχουν τρεις βασικές εκκρεμότητες, διαφορετικής δυσκολίας και διαφορετικής πολιτικής σημασίας, για τους πρωταγωνιστές, τα άλλα πρόσωπα του δράματος, το ΠΑΣΟΚ και τους πολιτικούς συσχετισμούς στη χώρα, εν τέλει δηλαδή για τους πολίτες.

Το πρώτο αφορά την αυτονομία του κ. Σημίτη. Για έναν πρώην πρωθυπουργό είναι περίπου αυτονόητο. Πολύ περισσότερο για τον συγκεκριμένο, που είχε κερδίσει πολιτική αυτοτέλεια, ακόμη κι όταν δεν είχε τα διαπιστευτήρια της οκταετούς πρωθυπουργικής θητείας του, ακόμη κι όταν η άποψή του ήταν έντονα μειοψηφική στο χώρο. Το πρόβλημα της πολιτικής αυτονομίας Σημίτη συνδεόταν με τη συγκυρία και τις επιλογές της περιόδου. Όταν το ζητούμενο ήταν το «καθαρό στίγμα», προφανώς η παρουσία και οι παρεμβάσεις Σημίτη το «θόλωναν». Τώρα, που όλοι, αναγκαστικά, και υπό την πίεση της βάσης κυρίως, και στην προοπτική μιας επανόδου στην εξουσία, έχουν επιστρέψει στη λογική του «όλου ΠΑΣΟΚ», ένας διακριτός λόγος Σημίτη, με τα γνωστά χαρακτηριστικά του, αποτελεί όχι χρήσιμο, αλλά δυνητικά κρίσιμο, συμπλήρωμα και όχι παραφωνία.

Το δεύτερο θέμα αφορά τους όρους της αποκατάστασης των σχέσεων. Ο κ. Σημίτης είναι ένα πρόσωπο. Με εντελώς ξεχωριστό ειδικό βάρος, αλλά πάντως ένα πρόσωπο. Η πραγματική αποκατάσταση της εσωτερικής ενότητας συνδέεται προφανώς και με την άρση της λογικής των αποκλεισμών όχι μόνον των άλλων στελεχών που είχαν πολιτική αναφορά στην περίοδο της πρωθυπουργίας του, αλλά και όλων όσοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, δεν συμμετείχαν στην πλειοψηφία της επανεκλογής του Γιώργου Παπανδρέου.

Το τρίτο – και σημαντικότερο- ζήτημα είναι η εμφανής παρουσία του ιδεολογικού ρεύματος, των πολιτικών θέσεων που απηχούν την κληρονομιά του (χρησιμοποιώ μια απαγορευμένη λέξη, ελπίζοντας ότι δεν θα παρέμβει το ΕΣΡ) – την κληρονομιά του εκσυγχρονισμού. Για τον περίφημο «μεσαίο χώρο» το βασικό πρόβλημα δεν είναι μια παρουσία, για ιστορικούς λόγους ή με διακοσμητικό τρόπο. Το καθοριστικό για τη στάση αυτής της μερίδας του εκλογικού σώματος, αυτής που όλοι ακόμη συμφωνούν ότι μπορεί να κρίνει την έκβαση της επόμενης κάλπης, είναι η αποτύπωση στο κυβερνητικό πρόγραμμα των βασικών της προταγμάτων (της αξιοπιστίας, της χρηστής διαχείρισης, της αποφυγής των εκκεντρικών πειραματισμών, της αποφασιστικότητας για τις αυτονόητες μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα).

Η συνάντηση Παπανδρέου-Σημίτη δεν ήταν ένα άλμα προς το μέλλον. Άλλωστε αυτό που έχει ανάγκη και αναζητεί μέσα από τη γεφύρωση του ρήματος το ΠΑΣΟΚ είναι ένα άλμα προς το παρελθόν. Η αποκατάσταση μιας κοινής πολιτικής λογικής που αφού δεν την επέλεξαν οι πρωταγωνιστές, τώρα την επιβάλλει η βάση. Και η κρίση.

Thursday, March 12, 2009

Ανεξάρτητη Αρχή για την Παιδεία

Πέμπτη 12 Μαρτίου – και τώρα που είναι της μόδας η «συναίνεση», ας δούμε μήπως και υπάρχει κάποιο πεδίο όπου η λέξη να μην είναι εντελώς κενή περιεχομένου, να μην είναι μόνο εκλογικό παιχνίδι, να μπορεί να προσφέρει μια κάποια διέξοδο.

Υπάρχει βέβαια στην ημερήσια διάταξη η συναίνεση των αταίριαστων. Οι συναντήσεις αρχίζουν να θυμίζουν τα μήτινγκ των εν διαστάσει συζύγων στα δικηγορικά γραφεία – «να τα βρούμε για τα παιδιά…» Ο Καραμανλής βλέπει κάθε τόσο τη Ντόρα στο Μαξίμου και τα ραντεβού γίνονται σε καλό κλίμα. Άριστο… Ο Γιώργος κάλεσε το Σημίτη στο γραφείο του στη Βουλή να τα πούνε σαν δυο καλοί, παλιοί φίλοι. Η πρόσκληση είναι για είσοδο από την πόρτα, γιατί την τελευταία φορά είχε βγει από το παράθυρο. Αλλά αυτά ήταν πριν από έναν αιώνα, που είναι στην πολιτική οι εννιά μήνες. Και Αλαβάνος-Τσίπρας τα έλεγαν με τον Κουβέλη πριν επιβεβαιωθεί η ιδιαιτερότητα του Συνασπισμού: σε όλα τα άλλα κόμματα η γκρίνια και η φαγωμάρα έρχεται με τη φτώχεια, όταν μειώνεται η εκλογική επιρροή τους. Στο ΣΥΝ είναι αλλεργικοί στις ψήφους. Όταν έρχονται πολλές, κάνουν ό,τι μπορούν για να τις διώξουν. Το εγχείρημα στέφεται ήδη από επιτυχία…

Αλλά αυτές οι συναινέσεις αφήνουν παγερά αδιάφορους τους πολίτες, στο βαθμό που ακόμη δεν έχουν πολιτική ουσία, δεν μεταφράζονται σε πρωτοβουλίες με αντίκρυσμα μέτρα ή προοπτική αντιμετώπισης της κρίσης, εξόδου της χώρας από το βαθύ αδιέξοδο που όλοι διαπιστώνουν.

Η άλλη, η διακομματική συναίνεση, είναι τέτοια ώστε οι προδιαγραφές της να ταιριάζουν μόνον στον κ. Καρατζαφέρη. Η έκθεση ιδεών που παρουσίασε ο κ. Καραμανλής για την οικονομία δεν προσφέρεται βέβαια για κάτι καλύτερο. Ο διάλογος όμως που βρίσκεται σε εξέλιξη για την Παιδεία είναι διαφορετική υπόθεση. Εδώ χωράνε συμφωνίες αρχών και μια κοινή δράση για λίγα, αυτονόητα αλλά πολύ σημαντικά που χρειάζεται να προχωρήσουν αμέσως στην εκπαίδευση, από κορυφής μέχρις ονύχων, από το νηπιαγωγείο έως το πανεπιστήμιο. Και υπάρχει και μια πρόταση στο τραπέζι – προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ σε αυτή τη φάση, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Υπάρχει μια πρόταση που είναι λυδία λίθος για την ειλικρίνεια των προθέσεων της συναίνεσης, για το κατά πόσον οι θιασώτες και κήρυκές της είναι διατεθειμένοι να ανταλλάξουν λίγη από την εξουσία που κατέχουν και νέμονται, ώστε να προχωρήσουν –χωρίς πολιτικό κόστος μάλιστα- οι προφανώς αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.

Ο ιδρυτικός νόμος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, που διεξάγει το διάλογο, προβλέπει την μετεξέλιξή του σε ανεξάρτητη αρχή. Αυτό δεν φοβούνται κυβερνήσεις και κόμματα – ορισμένα, όπως το ΠΑΣΟΚ, με πικρή πείρα κόστους – πώς, δηλαδή, θα αντέξουν τις αντιδράσεις; Ιδού λοιπόν. Μια ανεξάρτητη αρχή για την Παιδεία και εφαρμογή της συνταγματικά κατοχυρωμένης αυτοτέλειας των Πανεπιστημίων. Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι ο κ. Σπηλιωτόπουλος και οι διάδοχοί του θα έχουν μικρότερο μερίδιο στην πίττα και οι αποφάσεις δεν θα πρέπει να σαπίζουν στα συρτάρια τους, συχνά δεν θα χρειάζεται καν να συμφωνούν οι ίδιοι. Δεν θα ταλαιπωρούνται από την ευθύνη για την έκδοση ενός σχολικού βιβλίου, αλλά δεν θα μπορούν να κάνουν και ψηφοθηρία αποσύροντάς το.

Αντίτιμο της συναίνεσης είναι ένα κομμάτι εξουσίας. Αυτό μπορούν να το αντέξουν;

Wednesday, March 11, 2009

Δημόσιοι υπάλληλοι και γιατί θα κερδίσουν από την κρίση

Τετάρτη 11 Μαρτίου – και ασφαλώς ο Γιάννης Παπαθανασίου δεν θα στενοχωρήθηκε ακούγοντας την Κομισιόν να τον προειδοποιεί, κουνώντας του το δάχτυλο, να μην κάνει κανένα αστείο και δώσει αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους. Τι είναι αυτό; Πίεση ή αβαντάρισμα; Γιατί; Αν δεν του το έλεγαν οι Βρυξέλλες, αν τον άφηναν να αφηνιάσει, είχε στο ταμείο του χρήμα για να τους δώσει;

Αλλά αυτή η επικείμενη διαπραγμάτευση για την εισοδηματική πολιτική δεν αφορά μόνον τα αντικειμενικά δεδομένα, την εμφανή και γενική αδυναμία να ξεφύγει κανείς από το ασφυκτικό πλαίσιο που έχει δημιουργήσει η κρίση – η οποία, φοβάμαι, δεν τελείωσε με μια καλή μέρα στα χρηματιστήρια. Αφορά και τη στοιχειώδη υπευθυνότητα κάθε κοινωνικής και επαγγελματικής ομάδας απέναντι στις άλλες.

Η κρίση δεν είναι ουδέτερη. Η κρίση είναι, εν τέλει, εκτός από συρρίκνωση, και μια αναδιανομή του παγκόσμιου πλούτου. Το ίδιο συμβαίνει και στο εσωτερικό κάθε χώρας, αλλά με τρόπο σχετικά ομοιόμορφο από πολλές απόψεις. Η κρίση έχει κερδισμένους και χαμένους – για την ακρίβεια, περισσότερο και λιγότερο χαμένους. Από την κατάρρευση του ονείρου της αέναης ευημερίας και της ατελείωτης αύξησης της κατανάλωσης δεν πλήττονται όλοι το ίδιο. Τα «γκόλντεν μπόυς», οι μεγάλοι επενδυτές, οι ισχυροί του συσσωρευμένου πλούτου, οι μεγιστάνες της παραγωγής, της διακίνησης και του παγκόσμιου εμπορίου δεν είναι, βέβαια, για λύπηση, αλλά χωρίς αμφιβολία έχουν όλοι πληγεί. Κανείς, αυτή τη φορά, δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο της ύφεσης κι αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά από ό,τι έχει συμβεί στο παρελθόν.

Αλλά και πιο χαμηλά στην κλίμακα της οικονομικής δύναμης, εκεί που βρίσκεται η μεγάλη μάζα των ανθρώπων, οι συνέπειες της κρίσης δεν είναι ίδιες για όλους. Η μισθωτή εργασία, που ήδη βρισκόταν υπό την πίεση της τεχνολογικής αναδιάρθρωσης, δέχεται τους ισχυρότερους κραδασμούς. Ανάμεσα στους μισθωτούς, όμως, εμφανίζονται και οι μεγαλύτερες ανισότητες στις συνέπειες της κρίσης. Οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα είναι οι πιο ευάλωτοι – μαζί με τους μικρεμπόρους και τους επαγγελματοβιοτέχνες. Αντίθετα, όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι μισθωτοί του δημοσίου, θα είναι από τους κερδισμένους στο τέλος της κρίσης.

Μετά από πολλά χρόνια, τα χρόνια του πάρτυ, όπου οι δημόσιοι υπάλληλοι αισθάνονταν διαρκώς την σχετική υποβάθμισή τους, τώρα βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση. Το μεγάλο κέρδος γι’αυτούς είναι, φυσικά, ότι δεν έχουν το βρόχο της ανασφάλειας που κατατρύχει όλους τους υπόλοιπους – από τα στελέχη κορυφής μέχρι τους ανειδίκευτους εργάτες. Κι, επιπλέον, με την πτώση των τιμών, τον αποπληθωρισμό, τη μείωση των τιμών των ακινήτων (στα οποία προφανώς δεν έχουν το μεγαλύτερο επενδυτικό μερίδιο) η σχετική τους οικονομική δύναμη στην ελληνική κοινωνία μεγαλώνει.

Λέω στην ελληνική, γιατί δεν είναι παντού έτσι. Στις χώρες που κατέρρευσαν και βρέθηκαν στην ανάγκη του ΔΝΤ, όπως η Ουγγαρία ή η Λετονία, υπήρξαν ήδη μειώσεις μισθών στο Δημόσιο, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, για παράδειγμα με την κατάργηση του 13ου μισθούν. Εδώ δεν έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο. Αλλά η επίδειξη υπευθυνότητας στην προβολή μισθολογικών διεκδικήσεων μέσα σε τέτοια συγκυρία δεν είναι μόνον δείγμα στοιχειώδους συναίσθησης, όταν οι άλλοι εργαζόμενοι δοκιμάζονται με το δραματικό τρόπο που αυτό συμβαίνει στον ιδιωτικό τομέα. Η αυτοσυγκράτηση είναι εν τέλει προς το συμφέρον των δημοσίων υπαλλήλων. Στο τέλος της κρίσης δεν θα είναι πλούσιοι, αλλά θα είναι στην πλευρά των κερδισμένων. Υπό έναν όρο. Ότι δεν θα έχει μεσολαβήσει μια χρεωκοπία, ότι δεν θα έχουμε κι εμείς «πέσει στο γκρεμό», όπως είπε ο Ουώρεν Μπάφετ για την αμερικανική οικονομία.

Tuesday, March 10, 2009

Καλό ταξίδι Μπαράκ Ομπάμα

Γιατί πηγαίνει ο Ομπάμα στην Τουρκία; Ακούω συνεχώς μια αγωνία, αν όχι μια απογοήτευση για το γεγονός ότι ο Αμερικανός πρόεδρος αποφάσισε να πάει στην Άγκυρα (και στην Κωνσταντινούπολη και στο Φανάρι, παρεμπιπτόντως, αλλά αυτό δεν μας κάνει τόση εντύπωση, φαίνεται το θεωρούσαμε εντελώς αυτονόητο…)

Γιατί, λοιπόν, πηγαίνει στην Τουρκία; Εμείς είχαμε επενδύσει τόσο πολλά σε αυτόν; Τι θέλαμε; Το αντίθετο. Να έρθει εδώ και να μην πάει στην Τουρκία. Άντε να περάσει κι από εδώ. Έτσι για τους τύπους. Έτσι για το ονόρε. Γιατί αυτό ήταν, χρόνια και χρόνια, η αντίληψή μας για την θέση της χώρας μας και την εξωτερική της πολιτική. Το ονόρε.

Λοιπόν: ο Ομπάμα θα πάει στην Τουρκία. Ο Μπους δεν θα πήγαινε ποτέ στην Τουρκία. Ήταν σκοτωμένοι. Είμαστε έτοιμοι να προτιμήσουμε λίγο ακόμη Μπους; Θέλουμε τώρα, αναδρομικά, να συνεχιστεί ο «πόλεμος των πολιτισμών», να είναι οι Αμερικανοί σε άγρια σύγκρουση με το μουσουλμανικό κόσμο; Μας βόλευε τότε; Αν όλα κρίνονται από την ποιότητα των τουρκοαμερικανικών σχέσεων για εμάς, ε, ναι. Ο Μπους ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να μας τύχει. Ποτέ δεν τα είχαν χειρότερα, ποτέ δεν θα τα έχουν χειρότερα. Το τίμημα είναι μερικοί πόλεμοι στην Ανατολή και ο κίνδυνος της παγκόσμιας διάχυσής τους.

Εφόσον οι Αμερικανοί θέλουν να βελτιώσουν την εικόνα τους στο μουσουλμανικό κόσμο (και νομίζω ότι το υποστηρίζαμε οι Έλληνες σε ποσοστά εννενήντα-κάτι τοις εκατό) δεν υπάρχει πιο κατάλληλο βήμα από την Τουρκία. Αυτό είναι πράγματι μια στρατηγική της αναβάθμιση. Αλλά το παιχνίδι δεν έχει μηδενικό άθροισμα. Αν η βελτίωση των τουρκοαμερικανικών σχέσεων έρχεται μαζί με έναν πιο ειρηνικό κόσμο, θα πούμε όχι; Φταίει κανείς; Μας δυσαρεστεί κάτι; Δεν τη θέλαμε την εξομάλυνση;

Η αντίληψη ότι η επίσκεψη Ομπάμα είναι περίπου εθνική καταστροφή είναι προϊόν του πιο ακραίου επαρχιωτισμού. Αυτού που θέλει εθνικό θρίαμβο ότι ο Ομπάμα παίζει μπάσκετ με τον Αλέξη Γιαννούλια, επομένως βάλαμε στο καλάθι τους Τούρκους. Του επαρχιωτισμού που θέλει την Ελλάδα προσάρτημα μιας τουρκικής, οθωμανικής πολιτικής. Αλλά τα πράγματα, σε πείσμα αυτού του επαρχιωτισμού, που έχασε δύο ιστορικές συγκρούσεις του, την πρώτη για την ένταξη στην Ευρώπη με τον Καραμανλή και τη δεύτερη με την ΟΝΕ και το Σημίτη, έχουν αλλάξει. Η Ελλάδα ανήκει στο κάδρο της Ευρώπης, η Τουρκία κερδίζει μια κεντρική θέση στο κάδρο της Μέσης Ανατολής. Η στρατηγική της αναβάθμιση προς την ανατολή θα βοηθήσει την Τουρκία να αφομοιώσει και ευκολότερα (και με λιγότερο κόστος για εμάς) την αποτυχία και το οριστικό τέλος του εγχειρήματός της για πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν τους συμφέρει και δεν μας συμφέρει. Και οι δύο θα την προτιμούσαμε. Αλλά δεν θα συμβεί. Θα είναι καλύτερα για την Ευρώπη, που δεν θα μπορούσε να αντέξει την τουρκική παρουσία. Η Ευρώπη είναι η Ευρώπη του ευρώ. Μετά την κρίση, αν υπάρχει ενωμένη Ευρώπη, το ευρώ θα είναι το κοινό της επενδεδυμένο συμφέρον, η στρατηγική αναφορά της.

Γι’αυτό η Ελλάδα το μόνο που έχει να πει είναι: Καλό Ταξίδι Μπαράκ Ομπάμα.

Μια βόμβα στο Μπέλφαστ

Τρίτη 10 Μαρτίου – και μια βόμβα που μπήκε στο Μπέλφαστ δεν είναι μια μακρινή βόμβα.

Σε τι μπορεί άραγε να μας αφορά και να μας ενδιαφέρει, ειδικά όσους μεγαλώσαμε με τον ορισμό της μη-είδησης ως «βόμβα στο Μπέλφαστ» ή «έκρηξη στη Βηρυτό». Αλλά τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Από τη δημιουργία της τελευταίας έκφρασής του, το 1969, μέχρι οριστική εγκατάλειψη του ένοπλου αγώνα και την ολοκλήρωση του αφοπλισμού του, το 2005, ο ΙΡΑ ήταν (μαζί με τη βασκική ΕΤΑ) η κορυφαία εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση στη Δύση, μαζί και η γνωστότερη για την οργάνωση αιματηρών τρομοκρατικών ενεργειών. Δεν υπάρχει μέρος στην Ευρώπη όπου η βία να παρέμεινε συστατικό της καθημερινής ζωής για τόσα πολλά χρόνια και μέχρι τόσο πρόσφατα όσο η Βόρεια Ιρλανδία.

Η μεγάλη στιγμή της ήρθε πριν από 11 χρόνια, με τη λεγόμενη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, για το μοίρασμα της εξουσίας και την άσκηση κοινής διοίκησης από τους εκπροσώπους των καθολικών και των φιλοβρετανών προτεσταντών. Η πορεία ήταν αναπάντεχα ομαλή. Πάντα όμως κάποιοι μένουν πίσω. Κάποιοι δεν μπορούν να δεχτούν ότι μπορεί η επιδίωξη να εκπληρωθεί και η συνέχιση ενός αγώνα που έδινε περιεχόμενο στη ζωή και στην υπόστασή τους να μην έχει νόημα. Οι ελάχιστοι που δεν θέλησαν να αφήσουν τα όπλα συγκρότησαν μια οργάνωση που λέγεται «αληθινός ΙΡΑ». Αυτή σκότωσε δύο Βρετανούς στρατιώτες χτες και, πιθανότατα, άλλον έναν αστυνομικό τη νύχτα που πέρασε. Συνάντησαν τη γενική καταδίκη – ακόμη και από το Σιν Φέιν, το παλιό πολιτικό σκέλος του ΙΡΑ και σήμερα συνδιαχειριστή της εξουσίας. Αλλά το θέμα είναι η συγκυρία που διάλεξαν για να προσπαθήσουν να επιστρέψουν.

Η Βόρεια Ιρλανδία ήταν μια περιοχή βουτηγμένη στο αίμα και στο μίσος. Και δεν είναι τυχαίο ότι η πορεία προς τη συνεννόηση και την ειρήνευση ήρθε ταυτόχρονα και παράλληλα με μια μοναδική περίοδο πλούτου, ευημερίας και οικονομικής ανάπτυξης για το εθνικό κέντρο, τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Το οικονομικό θαύμα τώρα κατέρρευσε. Η Ιρλανδία είναι στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Το έλλειμμά της για φέτος θα είναι κάπου στο 10% - ιλιγγιώδες ακόμη και για εμάς που κάτι τέτοια δεν μας τρομάζουν. Η ανεργία καλπάζει. Η οικονομία των υπηρεσιών, στηριγμένη σε μεγάλο βαθμός τα κεφάλαια που εισέρρεαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες (με το ισχυρό ιρλανδικό στοιχείο), έχει νεκρώσει. Η παραγωγική βάση της χώρας είχε ήδη εγκαταλειφθεί, όχι δηλαδή ότι υπήρξε και καμμία βιομηχανική υπερδύναμη… Η αγωνία επιστρέφει και η επιδίωξη ενός καλύτερου αύριο για τον καθένα (δηλαδή η βάση της ειρηνικής συμπεριφοράς των ανθρώπων) δίνει τη θέση της στην αγωνία για το αύριο. Το αδιέξοδο στρατολογεί κάθε είδους φονταμενταλιστές πολύ πιο αποτελεσματικά από τον πιο ένθερμο ιδεολόγο.

Αυτός είναι ένας κίνδυνος που πηγαίνει πέρα από την Ιρλανδία. Η κλίμακα ευτυχώς πολύ διαφορετική, αλλά ο τρόπος της αναβίωσης της εγχώριας τρομοκρατίας δεν είναι άσχετος με αυτές τις διαδικασίες. Όλες οι χώρες κρύβουν σκελετούς στη ντουλάπα τους. Άλλες βαρύτερους και παλιότερους, άλλες πιο πρόσφατους και πιο διαχειρίσιμους. Το θέμα είναι τι κάνει κάθε χώρα για να μην βρουν τη χαραμάδα και βγουν πάλι στο σεργιάνι.

Monday, March 9, 2009

Οι απογοητευμένοι επιστρέφουν - και ψηφίζουν!

Δευτέρα 9 Μαρτίου – και είναι λίγοι άνθρωποι, είναι μια μικρή κοινωνική ομάδα, αλλά είναι μια αλλαγή με μεγάλη σημασία. Οι πανεπιστημιακοί, η ακαδημαϊκή κοινότητα, δεν εκπροσωπούνται πια από την ομάδα των ακραίων συνδικαλιστών που πρωταγωνίστησαν στην άρνηση της μεταρρύθμισης του ελληνικού πανεπιστημίου, στην απόρριψη κάθε ιδέας για αλλαγές, στην υπεράσπιση των κεκτημένων με τον πιο κοντόφθαλμο και μικροπολιτικό τρόπο.

Η αλλαγή στην ΠΟΣΔΕΠ, το συνδικαλιστικό τους όργανο, έχει μεγάλη πρακτική και συμβολική σημασία. Πρώτα από όλα, γιατί αρχίζει σήμερα ένας διάλογος για την Παιδεία στον οποίο οι Πανεπιστημιακοί, οι κατεξοχήν ενδιαφερόμενοι, οι κατεξοχήν επιφορτισμένοι και γνωστικά εξοπλισμένοι για να συμμετάσχουν σε αυτόν δεν θα έπρεπε να είναι απόντες. Τώρα υπάρχει μια ευκαιρία.

Δεύτερον, γιατί ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώθηκαν οι συσχετισμοί έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ποιοι κέρδισαν ψήφους, έδρες και επιρροή, τη νέα ηγεσία; Όσοι δεν υποδαύλισαν τις καταλήψεις, όσοι δεν υποκίνησαν τις αντιδράσεις, όσοι αντιτάχθηκαν (όχι όσο σθεναρά θα χρειαζόταν, αλλά πάντως αντιτάχθηκαν) στη σύμπραξη των ανθρώπων του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου στη διάλυσή του.

Και πώς συντελέστηκε η αλλαγή; Ήρθε μέσα από τη συμμετοχή. Αυτό που άλλαξε τα δεδομένα ήταν ότι άνθρωποι, μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, που στο παρελθόν είχαν εγκαταλείψει κάθε ελπίδα και απείχαν, αυτή τη φορά αποφάσισαν πως δεν πάει άλλο για το Πανεπιστήμιο και ότι δεν τους αξίζει (στους ίδιους ως επιστήμονες και ακαδημαϊκούς) να εκπροσωπούνται από ανθρώπους που δεν ψήφισαν. Έτσι ένα πολύ μεγαλύτερο σώμα ψηφοφόρων πήγε στην κάλπη. Και μάθαμε ποιοι δεν πήγαιναν, και μάθαμε επίσης ότι οι φίλοι των μπαχαλάκηδων ή όσοι τους ανέχονταν ή οι αλλεργικοί στη μεταρρύθμιση δεν ήταν πλειοψηφία. Φαινόντουσαν πλειοψηφία.

Και, τέλος, η υπόθεση μοιάζει πολύ με πολιτικό εργαστήρι. Την αποφασιστική τροπή έδωσαν άνθρωποι που δεν έχουν ιδιαίτερη σύνδεση με τα κομματικά σχήματα, αντιθέτως μάλλον χαρακτηρίζονται από την άρνησή τους, απαυδισμένοι από τον κομματισμό και την επιρροή του στο Πανεπιστήμιο. Την πλειοψηφία συγκροτούν, πέρα από αυτούς, πανεπιστημιακοί ανεξάρτητοι και επίσης άλλοι που συνδέονται με το ΠΑΣΟΚ, με την ανανεωτική και μόνον πτέρυγα του Συνασπισμού (ο οποίος διχάστηκε πλήρως) αλλά και συντηρητικοί που προέρχονται από το κυβερνητικό στρατόπεδο. Τα σκληρά κομματικά ψηφοδέλτια αποδοκιμάστηκαν. Οι οριζόντιες συσπειρώσεις εκφράστηκαν. Οι ομαδοποιήσεις έγιναν πάνω στις απόψεις για τα ζητήματα του πανεπιστημίου και της μεταρρύθμισης και όχι πάνω στις κομματικές αναφορές.

Σαν να έπαιρνε, δηλαδή, κανείς απόφαση ότι (για το Πανεπιστήμιο και όχι μόνον) σημασία δεν έχουν οι ιδεολογικές αγκυλώσεις και οι κομματικές εντάξεις, αλλά η άποψη για το μέλλον και η συγκεκριμένη τοποθέτηση για την ανάγκη ή την απόρριψη της μεταρρύθμισης. Σαν να έπαιρνε, δηλαδή, κανείς απόφαση ότι το ζήτημα δεν ήταν η αυτοδυναμία και η μονοπώληση της (συνδικαλιστικής, αλλά γιατί μόνον…) εξουσίας, αλλά μια κοινή πορεία προς τη δύσκολη κατεύθυνση κι όχι την εύκολη ακινησία.

Χρειάζεται βέβαια για όλα αυτά μια ψήφος. Οι πανεπιστημιακοί έδειξαν, πάντως, πού βρίσκονται οι πραγματικές διαχωριστικές γραμμές.

Friday, March 6, 2009

Από το Ντητρόιτ στο Μαξίμου

Παρασκευή 6 Μαρτίου – και υπάρχει μια ιστορική φημολογούμενη ρήση Αμερικανού προέδρου, πως «ό,τι είναι προς το συμφέρον της Τζένεραλ Μότορς είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών». Η General Motors δεν ήταν ποτέ μια εταιρεία σαν όλες τις άλλες. Για 77 χρόνια, από την εποχή του Νιου Ντηλ και του Φραγκλίνου Ρούζβελτ, ήταν χωρίς την παραμικρή διακοπή ο μεγαλύτερος κατασκευαστής αυτοκινήτων στον κόσμο, σε μια εποχή που είδε το αυτοκίνητο να γίνεται σύμβολό της, από εκκεντρικότητα ή προνόμιο ελάχιστων πλουσίων κατάκτηση των λαών και έμβλημα της ευημερίας τους, με τίμημα την εκπληκτική αύξηση της κατανάλωσης πετρελαίου, μια οικολογική καταστροφή χιλιετιών μέσα σε έναν αιώνα και την υπερθέρμανση του πλανήτη που δεν ξέρουμε πώς –και με τι κόστος- να σταματήσουμε.

Αν η Φορντ έδωσε το όνομα στη μαζική παραγωγή, η Τζένεραλ Μότορς ήταν η πραγματική εταιρεία-σύμβολο του καπιταλισμού, η εταιρεία-σύμβολο του 20ού αιώνα. Αυτή η εταιρεία ανακοίνωσε ουσιαστικά ότι δεν απομένει παρά η τυπική ανακοίνωση για την πτώχευσή της. Οι σκληρές μετοχές, οι ασφαλείς επενδύσεις ονομάζονται στην Ουώλ Στρητ «μπλου τσιπς». Και δεν υπήρχε πιο βαθύ μπλε από τη μετοχή της GM.

Τις μετοχές πάλι που κοστίζουν λιγότερο από ένα δολλάριο (ή μια λίρα, γιατί τους έχει μείνει από το αγγλικό) στα χρηματιστήρια τις αποκαλούν penny shares. Μετοχές που αποτιμώνται σε πέννες, σε δεκάρες. Και κανείς ποτέ έως τώρα δεν είχε φανταστεί αυτό που συνέβη χτες, ότι δηλαδή τέτοιο χαρτί της δεκάρας θα γινόταν η μετοχή της Citigroup, της μεγαλύτερης τράπεζας του κόσμου.

Στις μισές οικονομικές και επιχειρηματικές ειδήσεις που μεταδίδουν κάθε μέρα τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία υπάρχει η φράση «για πρώτη φορά». Και δεν πρόκειται για δημοσιογραφικό κλισέ, είναι ελεγμένο ότι ισχύει κατά λέξη: τέτοιες εξελίξεις δεν έχουμε δει ποτέ στο παρελθόν. Γιατί αυτό που έχει κατεξοχήν αλλάξει είναι ο ρυθμός των εξελίξεων. Η εποχή της πληροφορίας με την τεχνολογία της επέβαλε την αστραπιαία ταχύτητα της μετάδοσης των ειδήσεων, των γεγονότων, της ενημέρωσης. Η ταχύτητα αυτή μεταδόθηκε στην οικονομία, καθώς ήρθε μαζί με την κατάρρευση των συνόρων στην κίνηση των κεφαλαίων. Η τεχνολογία επέτρεψε να γίνει ο πλανήτης ένα παγκόσμιο χωριό, αλλά στην πραγματικότητα έγινε ένα παγκόσμιο χρηματιστήριο κι αυτό, πολύ γρήγορα, ένα παγκόσμιο προποτζήδικο με στοιχήματα επί στοιχημάτων. Σε αυτό το μεγάλο στοίχημα τώρα χάνουν όλοι.

Τέτοιες είναι οι αλλαγές που ζούμε. Οι χώρες, τα κράτη, αυτός ο παλιός μηχανισμός οργάνωσης του κόσμου προσπαθεί να ανταποκριθεί σε προκλήσεις που τον υπερβαίνουν. Τα κράτη κάνουν ό,τι μπορούν, χωρίς μεγάλη επιτυχία. Όχι όλα. Μερικά δεν κάνουν ό,τι μπορούν. Κάνουν αυτό που ξέρουν. Εμείς, για παράδειγμα, ξέρουμε να τσακωνόμαστε. Ο Πρωθυπουργός μας, για παράδειγμα, κάλεσε τους αντιπάλους του για να τους πει ότι εάν δεν συμφωνήσουν με μερικά αυτονόητα, όπως είπε, θα έχουν βαρύτατη ευθύνη. Έτσι έγινε. Αυτά τους είπε. Τα αυτονόητα. Και αυτοί, αυτονοήτως, διαφώνησαν.

Τα σχέδια αλλού, βέβαια, αλλιώς φτιάχνονται. Αναφέρουν ποιοι θα πληρώσουν, πόσο θα πληρώσουν, τι θα βάλει το κράτος, με τι αντάλλαγμα και ποια προοπτική. Αναφέρουν ποιες αλλαγές θα γίνουν, ποιους θα θίξουν, ποιοι πρέπει να στηριχτούν και πώς. Αλλά εδώ έχουμε τεχνογνωσία. Σε τι; Στο να επιβιώνουμε χωρίς σχέδιο…

Thursday, March 5, 2009

Ψιλό γαζί

Πέμπτη 5 Μαρτίου – και φυσικά κανείς δεν θέλει συναίνεση, κανείς δεν θέλει συνεννόηση, κανείς δεν είναι διατεθειμένος να παράσχει χείρα βοηθείας σε κανέναν, ακόμη και αν το χρειάζεται η χώρα. Κανείς δεν έχει ειλικρινείς προθέσεις, επομένως οι πολίτες θα παρακολουθήσουν σήμερα άλλο ένα προκάτ έργο με συγκεκριμένες πολιτικές προδιαγραφές και προδιαγεγραμμένη κατάληξη.

Για την κυβέρνηση και τον κ. Καραμανλή το πράγμα είναι εντελώς στοιχειώδες. Τι τους ζητάει; Συναίνεση. Πάνω σε τι; Κύριος οίδε. Ούτε συγκεκριμένα μέτρα, ούτε χρονοδιαγράμματα. Tabula rasa, που λέει και ο Άρης. Όσο αισθανόταν ότι μπορούσε να τα βγάλει πέρα μόνος του, όταν δεν τον είχαν στριμώξει στα δυο στενά οι δημοσκοπήσεις, η κρίση και ο Αλμούνια, μετά βίας τους έριχνε μια ματιά. Και τους έλεγε να μην κουνάνε και τη φτέρη. Τώρα που η φτέρη ξεράθηκε και ο λαγός δεν ξέρει από πού θα του έρθει η επόμενη ντουφεκιά, θέλει κουβέντα. Προφανώς. Όλοι οι λαγοί προτιμούν τη συναίνεση από το στιφάδο…

Για τον κ. Παπανδρέου το πράγμα είναι εξίσου απλό. Ό,τι και να του πει, ό,τι και να του παρουσιάσει, ό,τι και να του προτείνει – εκείνος θα απαντήσει «εκλογές, εκλογές τώρα, εκλογές αμέσως, γιατί δεν έχεις ακόμη προκηρύξει εκλογές;» Έχει άλλοθι, επειδή δεν πιέζεται από κάποιο σχέδιο. Έχει αέρα στα πανιά του από τις δημοσκοπήσεις. Και έχει μια προσωπική αντίληψη των πραγμάτων, που δεν την κρύβει. Το είπε άλλωστε καθαρά στην τελευταία ομιλία του: «είναι η ώρα μου να κριθώ». Είναι η πολιτική σε πρώτο ενικό – και προφανώς δεν χωράει συναινέσεις και συμμετόχους.

Για το ΚΚΕ, η υπόθεση έχει λήξει από χρόνια – πέντε κόμματα, δύο πολιτικές, όσοι πιστοί προσέλθετε, η συνάντηση έχει διαδικαστικό χαρακτήρα. Οι καιροί δεν επιτρέπουν ούτε λοξές ματιές, τώρα που στην Αριστερά παίζεται το μεγάλο παιχνίδι της πρωτοκαθεδρίας. Στο Συνασπισμό, το μόνο που έλειπε τώρα θα ήταν να ανοίξει και μια συζήτηση για συναίνεση με τη Νέα Δημοκρατία και μάλιστα στο πεδίο της οικονομίας. Όσο για τον κ. Καρατζαφέρη, είναι ο ευτυχισμένος άνθρωπος της ημέρας. Πολιτική νομιμοποίηση ενός κόμματος το οποίο σε φυσιολογικές πολιτικές συνθήκες θα ήταν παρίας και, επίσης, χώρος για να παίξει σε σενάρια «μεγάλης Δεξιάς» - γιατί με τον κ. Καρατζαφέρη μέσα «κεντροδεξιά» προφανώς δεν υπάρχει… Ο Γιώργος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.

Αυτά θα δουν, μετά τις χθεσινές μπαλλαρίνες, σήμερα οι πολίτες στις οθόνες τους. Και θα συμπεράνουν ότι αυτό που εμφανίζεται ως «γκραντ πολιτίκ» και επαφές κορυφής είναι στην πραγματικότητα για τους ίδιους το γνωστό ψιλό γαζί.

Wednesday, March 4, 2009

Τίνος είναι ο Βοτανικός;

Τετάρτη 4 Μαρτίου – και η εισήγηση του αρμόδιου συμβούλου της επικρατείας για την υπόθεση του Βοτανικού πηγαίνει πολύ πέρα από το εμπορικό κέντρο, την εταιρεία Βωβός, το γήπεδο ή τον Παναθηναϊκό. Η εισήγηση πηγαίνει στην ουσία της άποψής μας για το περιβάλλον, για την Αθήνα εν προκειμένω, αλλά όχι μόνον για την Αθήνα. Αφορά την αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας για το χώρο που είχαμε την τύχη να μας δοθεί και (κρίνοντας από το αποτέλεσμα) έχει την ατυχία να μας φιλοξενεί.

Το πιο ενδιαφέρον, πέρα από τα νομικά της υπόθεσης, σε αυτή την εισήγηση είναι ο τύπος των επιχειρημάτων. Όλα τα επιχειρήματα, και των δύο πλευρών, είναι θεμιτά, έχουν βάση και λογική. Αλλά είναι πολύ διαφορετικής τάξης επιχειρηματολογία. Η μία πλευρά, αυτή που θέλει και γήπεδο και mall και γενικώς να προχωρήσουν τα πράγματα με βάση το προεδρικό διάταγμα Σουφλιά επικαλείται μια σειρά από λόγους: πρώτον, ότι αφού επιτρέπεται, μπορεί να γίνει αύξηση συντελεστή δόμησης, δεύτερον, ότι ο επιχειρηματίας με βάση μια νομοθετική ρύθμιση που ψήφισε με μεγάλη πλειοψηφία η Βουλή επένδυσε και επομένως δεν μπορεί εκ των υστέρων να του αλλάζεις τους όρους της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, τρίτον ότι αν δεν γίνει εμπορικό κέντρο δεν μπορεί να προχωρήσει και το γήπεδο. Τέλος, έχει υποστηριχθεί ότι μέσα σε τέτοιους δύσκολους καιρούς οι άνθρωποι χρειάζονται δουλειές και δεν είναι ώρα να σταματάνε έργα, στην κορύφωση της κρίσης και της ανεργίας.

Ωραία επιχειρήματα όλα αυτά – αλλά συνυφασμένα με μια συγκεκριμένη αντίληψη. Ότι εμείς είμαστε αιώνιοι και ότι ο χώρος μας ανήκει ιδιοκτησιακά. Αλλά δεν είναι έτσι. Ατυχώς, δεν είμαστε αιώνιοι. Αύριο θα βρίσκονται στη θέση μας τα παιδιά μας. Και θα έχουν ήδη αρκετούς λόγους να μας ελεεινολογούν για το πώς χτίσαμε σε αυτή την πόλη και αυτή τη χώρα. Ο χώρος δεν μας ανήκει. Είμαστε μια μόνο από τις πολλές γενιές – μια μάλλον ασήμαντη γενιά μάλιστα, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς σκάβοντας τρεις πόντους μέσα στο χώμα στο Βοτανικό, στον Κεραμεικό ή οπουδήποτε εκεί γύρω. Δεν έχουμε δικαίωμα καταστροφής, δεν είμαστε ιδιοκτήτες. Αν περνάμε κρίση, αυτό δεν είναι λόγος να την πληρώσουν οι επόμενοι και οι μεθεπόμενοι. Αν εβλάβη ένας επιχειρηματίας, υπάρχουν νόμοι και τρόποι για να αποζημιωθεί. Από όσους τον έβλαψαν. Όχι από τους κληρονόμους μιας έρημης χώρας, μιας χέρσας γης φυτεμένης με εμπορικά κέντρα και ποτισμένης με ποτάμια που έγιναν ασφάλτινες λεωφόροι, όπως εκεί δίπλα ο Κηφισός.

Η διαφορά που χωρίζει τα δύο επιχειρήματα είναι ένα πραγματικό χάος αντιλήψεων για τον κόσμο και τη χώρα. Το πού οδηγεί η πρωτοκαθεδρία μιας ανάπτυξης παλαιού τύπου, με μεταφορές συντελεστή και κλιματιζόμενα εμπορικά κέντρα των 70.000 τετραγωνικών σε μια χώρα με εννιά μήνες ηλιοφάνεια, μπορεί κανείς να το δει αν κάνει τον κόπο να ανέβει μέχρι την Ακρόπολη (αν είναι τυχερός και τη βρει ανοιχτή). Από εκεί μπορεί να κοιτάξει γύρω, 360 μοίρες, σε ακτίνα πολλών χιλιομέτρων. Το θέαμα προκαλεί μόνο απέχθεια και ντροπή. Αυτοί είμαστε. Και το Συμβούλιο της Επικρατείας, επίμονο, υστερικό, κολλημένο, αντιδραστικό και αντιαναπτυξιακό, είναι από τους τελευταίους πόλους ανάσχεσης αυτού του κύματος αθλιότητας που θα δει κανείς κοιτώντας την ωραία πόλη μας από ψηλά.

Tuesday, March 3, 2009

Στάχτη και μπούρμπερη

Τρίτη 3 Μαρτίου - και χτες το βράδυ μερικοί μεταμφιεσμένοι στον ηλεκτρικό της Κηφισιάς έκαψαν, τηρώντας το έθιμο, τον Καρνάβαλο. Έκαψαν το κράτος-καρνάβαλο, που μήνες τώρα, ούτε έναν από αυτούς τους μασκαράδες δεν έχει καταφέρει να εντοπίσει, να συλλάβει, να τιμωρήσει. Έτσι, λοιπόν, οι χαρούμενες ομάδες των καταστροφέων έκαναν λάτιν πάρτυ βάζοντας φόκο στα βαγόνια. Περάσατε καλά παιδιά; Τέλεια. Αυτό ήταν το πιο καυτό πάρτυ. Τρελά γλέντια…

Το ότι κάποιοι δυστυχείς, είτε προνομιούχοι που πηγαίνουν με τον ηλεκτρικό αντί να ταλαιπωρούνται κατεβαίνοντας την Κηφισίας με τη Μπεμβέ τους, είτε φορολογούμενοι μισθωτοί που δεν μπορούν να περιμένουν την επόμενη περαίωση για να κοροϊδεύουν τους ανόητους που πληρώνουν στην Εφορία…
… το ότι κάποιοι τέτοιοι γίγαντες του πλούτου θα βγάλουν από την τσέπη τους για το λογαριασμό του τσόγλαν-πάρτυ των μπαχαλάκηδων βορείων προαστείων, αυτό λίγη σημασία έχει. Το πραγματικά σημαντικό είναι ότι κάηκε ένα τέτοιο σύμβολο της πλουτοκρατίας, της κτηνώδους δύναμης των ισχυρών και του ανάλγητου αστυνομικού κράτους, όπως ένα βαγόνι του ηλεκτρικού.

Στάχτη και μπούρμπερη. Όπως ο βασιλιάς του Καρναβαλιού. Όμως ο συμβολισμός της παράδοσής του στην πυρά είναι ακριβώς αυτός. Ότι το γλέντι δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’αόριστον. Ότι μπαίνει ένα οριστικό τέλος στην περίοδο της κραιπάλης, της ασυδοσίας και της υπέρβασης των ορίων και των κοινωνικών συμβάσεων και επιστρέφει η ζωή στην κανονικότητά της. Στην περίπτωση των εμπρηστών της πλάκας, των αποκριάτικων αντιεξουσιαστών, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Διότι οι τύποι, όσο λίγοι κι αν είναι, που δεν είναι και τόσο λίγοι πια, όσο δευτερεύουσα κι αν είναι η δράση τους σε σύγκριση με τους πυρήνες της πραγματικής τρομοκρατίας, έχουν δύο ενδιαφέρουσες ιδιότητες. Πρώτον, έχουν καταλάβει με ποιους έχουν να κάνουν. Ότι δηλαδή μπορούν να δράσουν οπουδήποτε, οποτεδήποτε, χωρίς να διατρέχουν κίνδυνο σύλληψης και κυρώσεων. Το πράγμα είναι απλό. Η αστυνομία είναι πιο καρνάβαλος από τους μασκαράδες, η αστυνομία είναι εντελώς απροετοίμαστη για μια τέτοια κατάσταση. Και η πολιτική της ηγεσία, η κυβέρνηση, δεν έχει και ιδιαίτερη διάθεση για άλλα πολιτικά μπλεξίματα, για συγκρούσεις, μετωπικές και εντάσεις που πιθανόν συνεπάγεται μια πραγματική αντιμετώπιση των γκαζάκηδων, εμπρηστών, μπαχαλάκηδων και άλλων λάιτ αντιεξουσιαστών. Όσο καίνε λίγο, άστους να καίνε. Όσο καίνε λίγο, βέβαια, και τους αφήνουν, τόσο θα θέλουν να κάψουν περισσότερο.

Δεύτερον, αυτοί, οι λάιτ είναι που διαχέουν το αίσθημα της διάλυσης στην κοινωνία. Οι μισοί τους παρακολουθούν απαθείς. Οι άλλοι μισοί τους παρακολουθούν σε αδυναμία να κάνουν οτιδήποτε – είτε για να προστατεύσουν τους εαυτούς τους, είτε για να εμποδίσουν την πλήρη κατάρρευση και της πιο στοιχειώδους έννοιας δημόσιας τάξης. Πάντοτε στα Εξάρχεια, κάθε Σαββατοκύριακο στα γήπεδα, τρεις νύχτες την εβδομάδα στα ΑΤΜ και τις αντιπροσωπείες αυτοκινήτων, τώρα και στους σταθμούς του ηλεκτρικού.
Το πρόβλημα είναι ότι όσο περισσότερο διαρκεί ο Καρνάβαλος, τόσο περισσότερο θα κρατήσει και η Σαρακοστή.