Friday, December 22, 2006

Η χρονιά της κάλπης

Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου – και ήλθον, είδον, εψήφισαν και ολοκληρώθηκε η ωραία αυτή τελετή. Habemus –που θα έλεγε και ο κ. Πολύδωρας- προϋπολογισμό, ο οποίος θα εκτινάξει τη χώρα στο ζενίθ της παγκόσμιας, αν όχι πλανητικής πρωτοπορίας, αν ακούσατε μόνο την ομιλία Καραμανλή, ο οποίος θα καταβαραθρώσει τη χώρα στην κόλαση του λιμού, του καταποντισμού και της ανυποληψίας, αν ακούσατε μόνο την ομιλία Παπανδρέου, αμέσως μετά ευχήθηκαν σε αλλήλους «Χρόνια Πολλά» και με ένα στεναγμό ανακούφισης όλοι όπου φύγει-φύγει για τα σαλέ της Αράχωβας, τα εξοχικά και τα πατρογονικά, τα κοσμικά της Ελβετίας ή τα trendy νεοϋορκέζικα και, απαραιτήτως, λίγες μέρες και στις αγαπημένες τους εκλογικές περιφέρειες. Γιατί από όλη τη συζήτηση του προϋπολογισμού, ένα δώρο έμεινε κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο της Βουλής: ένας μεγάλος κύβος, με φιόγκο, έτοιμο να λυθεί ανά πάσα στιγμή και με μια σχισμή στην επάνω πλευρά του. Μια στολισμένη με αγγελάκια, διάστικτη με γκι και ου, χιονισμένη και καλυμμένη με λαμπιόνια κάλπη, η κάλπη του 2007.

Το τέλος του χρόνου αφήνει πάντα μια αίσθηση απολογισμού. Το 2006 δεν ήταν μια σημαντική χρονιά, ήταν όμως μια χρονιά χρήσιμη για όσους τη σκεφτούν. Ο Γενάρης ξεκίνησε με Πακιστανούς και τελείωσε με υποκλοπές. Η κυβέρνηση βρέθηκε στη χειρότερη στιγμή της από τότε που ανέλαβε την εξουσία. Για πρώτη φορά τα γκάλοπ την έφερναν πίσω – θα προέβλεπε κανείς για αυτήν το χειρότερο. Γύρω στο Πάσχα ο Πρωθυπουργός αποφάσισε πως κάτι πρέπει να κάνει και καλή είναι η ηπιότης αλλά αρχίζει να μοιάζει πολύ με ακινησία. Βρήκε το ΠΑΣΟΚ απροετοίμαστο και στα τέλη του καλοκαιριού είχε εγκαταστήσει πολιτική μονοκρατορία – θα προέβλεπε κανείς γι’αυτήν το καλύτερο.

Μετά ήρθαν οι κουμπάροι. Μέσα σε τρεις εβδομάδες πήγε στις δημοτικές εκλογές με τη σημαία της, την υπόθεση διαφθορά, να γίνεται μπούμερανγκ και με τους υπουργούς της σε διαρκή ετοιμότητα για αλληλοσπαραγμό, να σταυρώνουν ο ένας τον άλλο. Πήγε στις κάλπες και κέρδισε τον πρώτο γύρο. Στο ΠΑΣΟΚ έγινε χαμός. Όλοι εναντίον όλων και μαζί μόνο στην κριτική για το Γιώργο. Έτρεμαν το δεύτερο γύρο. Προέβλεπαν καταστροφή. Και τον κέρδισαν.

Αλλά μετά τις δημοτικές η κυβέρνηση είχε πια πολιτικό μονοπώλιο. Έπαιζε μόνη στο γήπεδο. Ο αντίπαλος έκανε κάτι εσωτερικές αλλαγές και έκτοτε μπαίνουν αυτογκόλ. Η αήττητη ομάδα κυνηγιέται τις νύχτες με τους αναρχικούς και το πρωί βλέπει τις βεντέτες της να προτιμούν τη μπάλα στην εξέδρα παρά στα πόδια του Σουφλιά, θέλω να πω όταν την δεις Ρεάλ κινδυνεύεις να πάθεις ό,τι και η πραγματική.

Επομένως τι μπορούμε με ασφάλεια να προβλέψουμε; Απολύτως τίποτε. Μην κάνετε προβλέψεις, το πιο πιθανό δεν είναι να συμβεί το ένα ή το άλλο, το πιο πιθανό είναι να πέσετε έξω. Αυτή είναι η παρακαταθήκη του 2006 στην τόσο αβέβαιη, απειλητικά προκλητική και γοητευτικά θολή χρονιά που έρχεται.

Wednesday, December 20, 2006

Viron illustrissimus dixit

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου – και Coumoundourou delenda est, όπως έλεγε και ο Κάτων. Ή δεν ήταν ο Κάτων; Μήπως ήταν ο Βύρων; Όχι, όχι. Ο Κάτων ήταν στον περίφημο λόγο του Contra Confoederatio, κατά του Συνασπισμού. Ήταν τότε που τα στρατεύματα του του Σκιπίονος του Πουριτανού, είχαν παραταχθεί στη διασταύρωσης Αππίας Οδού και Συγγρού, παρά το Πάντειον, για να αντιμετωπίσουν τους ελέφαντες του Αλαβάνου και τους ατάκτους του εκατόνταρχου Στρατούλη.

Πρόκειται ασφαλώς για το πιο εμπνευσμένο δρώμενο των ημερών, στο πλαίσιο των χριστουγεννιάτικων καλλιτεχνικών εκδηλώσεων – άλλη εξήγηση είναι αδύνατον να βρω, ο πρωταγωνιστής έχει δώσει μέσα στις τελευταίες ώρες συνεντεύξεις στον Αλφα Ράδιο, στον Αλφα Τηλεόραση, στο Magnum Τσάνελ, έχει μιλήσει στη Βουλή, στους δημοσιογράφους του υπουργείου του, στους πάντες συνεχώς, αδιαλείπτως και ακαταλήπτως. Πολλή oratio ο ρήτωρ, λίγη πολιτική ratio.

Αλλά βέβαια η civitas, η πραγματική πολιτεία, μπορεί το βράδυ ξεθεωμένη από τη δουλειά να παρακολουθεί μια ωρίτσα όλα αυτά να εκτυλίσσονται μπροστά της στην οθόνη για να ξεσκάσει – αλλά η ζωή της είναι αλλού. Και αυτή προχωρεί. Και προχωρεί όπως καιρό τώρα έχει προδιαγράψει – με ανάδειξη των κοινωνικών εταίρων σε κεντρικούς παίκτες που προσδιορίζουν τις εξελίξεις, με αντίστοιχη απομείωση της επιρροής του πολιτικού συστήματος. Τραπεζίτες και τραπεζοϋπάλληλοι υπέγραψαν μια συμφωνία μείζονος σημασίας. Όχι για τις λεπτομέρειές της. Για το μήνυμα που συμπυκνώνει και την πορεία που χαράζει – θυμίζω ότι πολύ πρόσφατα οι βιομήχανοι του ΣΕΒ απαίτησαν από την κυβέρνηση τους πόρους του ΛΑΕΚ να τους συνδιαχειρίζονται με τη ΓΣΕΕ και τα συνδικάτα, χωρίς κρατική παρέμβαση.

Η συμφωνία στις τράπεζες χαλαρώνει το εργασιακό πλαίσιο. Εδώ οι εργαζόμενοι έδωσαν. Μπορεί, λένε πολλοί, να είναι κερκόπορτα για ασυδοσία στο μέλλον. Είναι η φοβική, αρνητική οπτική. Μπορεί εξίσου καλά να την δει κανείς ως ένα μοντέλο (μετά από μαραθώνιες και σκληρές διαπραγματεύσεις) για την προσαρμογή σε μια πιο πιεστική πραγματικότητα. Οι εργοδότες πήραν αυτό που ήθελαν – ανοιχτά καταστήματα εκτός ωραρίου. Αλλά με μέτρο. Με αναλογίες, κατά το μέγεθος της τράπεζας. Δίνοντας και μπόνους, δίνοντας και 35ωρο σε όσους θα δουλεύουν εκεί. Όχι ως δρεπανηφόρα άρματα πάνω από τα εργασιακά δικαιώματα. Αλλά ούτε με τα δικαιώματα τάφρο για να πέφτει κάθε κίνηση μεταβολής των συνθηκών. Η πίεση είναι πραγματική και παγκόσμια. Έρχεται και εδώ. Η μετάβαση είναι αναπόφευκτη. Είναι σημαντικό να γίνεται σταδιακά, ήπια, χωρίς ρήξεις, με ανταλλάγματα. Βελούδινη δεν θα είναι, αλλά πάντως ούτε αφρικανική. Και το σημαντικότερο είναι ότι η αλλαγή συμφωνείται και πάλι απευθείας μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Κατά κάποιο περίεργο τρόπο όπου δεν μπαίνει στη διαπραγμάτευση το κράτος, το πολιτικό σύστημα, το πολιτικό κόστος και τα συμφέροντα του επιτήδειου τρίτου, η κοινωνία έχει απαντήσεις.

Tuesday, December 19, 2006

Praetores Balasci

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου – και ας αφήσουμε για λίγο την ουσία της υπόθεσης, για να δούμε την πολιτική της λογική. Ο Βύρων Πολύδωρας έβαλε ξαφνικά φωτιά στο πολιτικό σκηνικό – αποφεύγω επιμελώς τη λέξη «εμπρησμός» για να μην παρεξηγηθούμε, αποφεύγω και το λατινικόν «inflammavit», καθότι σχετικώς δυσνόητο και μπορεί να δυσκολευόταν κάποιος από τους praetores balasci.

Ο praetor Balascus είναι μια ειδική υποκατηγορία της ευρύτερης τάξης των praetorum urbanum – είναι η υποκατηγορία εκείνη που είχε από καιρό εντοπίσει τους καθ’έξιν συμμετόχους στα επεισόδια, τους κατά συρροήν παρόντες στα έκτροπα και τους είχε κωδικοποιήσει ως «επαγγελματίες διαδηλωσάκηδες». Έως εδώ αντεχόταν το πράγμα, καθότι με τους ενστόλους της αστυνομίας έχουμε μεγάλη ανοχή γιατί οι συγκρίσεις με το παρελθόν μας διευκολύνουν να δίνουμε τόπο στην οργή. Αλλά κατόπιν έκανε και την περίφημη διάγνωση ότι αυτοί οι καθέξιν, καθυποτροπήν και τα ρέστα είναι και του Συνασπισμού.

Όλοι τότε είχαν αποδώσει τη φράση, που ξεσήκωσε τόσο θόρυβο, στην φύση αυτού του απειλούμενου είδους, του praetor Balascus. Ο κ. Πολύδωρας, υπουργός Δημόσιας Τάξης, το είχε υπερασπιστεί σαν να ήταν το WWF των σωμάτων ασφαλείας. Κανείς δεν περίμενε ένας εντομολόγος να ταυτιστεί με το έντομο – και να αφήσει το υπόλοιπο τμήμα της κοινής γνώμης έντρομο.

Αλλά ακόμη και πέρα από το περιεχόμενο, προσπαθώ να κατανοήσω την πολιτική λογική Πολύδωρα και κυρίως να δω με ποιο τρόπο συμβαδίζει με την πολιτική λογική της κυβέρνησης. Δύο πράγματα απειλούν σήμερα τη Ν.Δ.: το πρώτο είναι να ανασυσταθούν ή να αναδυθούν (ό,τι προτιμάτε) οι παλιές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, αυτές που ξεθώριασαν στη συνείδηση της πλειοψηφίας των πολιτών τα τελευταία χρόνια. Η κατάρρευσή τους ήταν καθοριστική για να λειτουργήσει η πολιτική του μεσαίου χώρου, η προσέλκυση δηλαδή των κεντρώων ψηφοφόρων. Είναι βέβαιο πως η κυβέρνηση θέλει να τους ξαναβάλει σε σκληρά πολιτικά διλήμματα; Ίσως ο κ. Πολύδωρας να έχει κάποια βαθύτερη γνώση των σχεδιασμών Καραμανλή. Ίσως πάλι να τους έχει απλώς ισοπεδώσει.

Κι αφού σπρώξει κανείς το μεσαίο χώρο σε αυτό που κάποτε είχε ονομαστεί «σκληρό ροκ» και μάλιστα τώρα διανθισμένο με μολότοφ, ύστερα φτιάχνει και το χώρο του Συνασπισμού, αναζωπυρώνοντας το αίσθημα συνοχής ανάμεσα στα μέλη μιας ευρείας ομάδας πολιτών που έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις, αλλά συναντώνται ακριβώς στη διαφορετικότητά τους. Αν θέλει ο Συνασπισμός να είναι σίγουρα στην επόμενη Βουλή, ας στηριχτεί στο Βύρωνα Πολύδωρα – εξ αντανακλάσεως θα βάλει και το ΛΑΟΣ. Βέβαια δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι ο κ. Καραμανλής θα ήθελε να εξασφαλίσει εκ των προτέρων μια πεντακομματική Βουλή και το ενδεχόμενο να ριψοκινδυνεύσει την αυτοδυναμία του, αλλά τα έχουν αυτά οι praetores. Ανήκουν στο Πραιτώριο και ενίοτε το μπερδεύουν με τη Σύγκλητο.

Ο Άμλετ της τηλεφωνίας

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου – και επί τρία χρόνια ο κ. Καραμανλής έχει επιτύχει κάτι που κανένας πρωθυπουργός μετά την εποχή της πρώτης οκταετίας του Ανδρέα Παπανδρέου δεν είχε καταφέρει στην Ελλάδα. Ο κ. Καραμανλής έχει επιτύχει ο ίδιος (δηλαδή η δημόσια εικόνα του) να έχει σχεδόν αποσυνδεθεί από την εικόνα, τις πράξεις και τις πολιτικές χρεώσεις της κυβέρνησής του.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν μια ειδική περίπτωση – οι ψηφοφόροι και το πολιτικό του ακροατήριο συνολικότερα είχαν μια προσωπική αναφορά σε αυτόν, με αποτέλεσμα να θεωρείται όχι απλώς ανεξάρτητο αλλά υπερκείμενο μέγεθος της κυβέρνησής του. Φρόντιζε μάλιστα να το υπενθυμίζει με σειρά αιφνιδιασμών, υπουργικών θυσιών και αναδείξεις μετεωριτών εκ του μηδενός, όπου και επέστρεφαν μετά τη συνήθως σύντομη κυβερνητική τους δόξα.

Για τον κ. Καραμανλή η επιτυχία είναι ακόμη μεγαλύτερη. Πρώτον, γιατί οι εποχές έχουν αλλάξει και η συνταγή είναι πολύ πιο δύσκολη στην εφαρμογή. Δεύτερον, γιατί την οφείλει στο επικοινωνιακό του επιτελείο (χωρίς αμφιβολία το επαγγελματικότερο που έχει ποτέ λειτουργήσει) και στην προσωπική του ενασχόληση με το θέμα. Ο κ. Καραμανλής είναι ο πρώτος πρωθυπουργός που κατάλαβε τι σημαίνει πολιτική στα χρόνια της μηντιοκρατίας.

Με τον τρόπο αυτό έχουμε δει να κείται υπεράνω των όσων συνέβαιναν κατά καιρούς στο κυβερνητικό σκάφος. Να μην πλήττεται από τις αλληλοσφαγές των υπουργών –συνήθως, όπως σήμερα, Σουφλιά-Αλογοσκούφη, καμμιά φορά με λίγο παρισινό άρωμα Λιάπη-, να μην φθείρεται από κλυδωνισμούς, όπως με την πρόσφατη υπόθεση των κουμπάρων, να μην τον αγγίζουν προσωπικά κρίσεις και συγκρίσεις, μάχες και συμμαχίες, δράσεις και αντιδράσεις.

Αυτή είναι και η διαφορά στην τελευταία αναμέτρηση Σουφλιά-Αλογοσκούφη. Αυτή τη φορά, ο κ. Καραμανλής δεν μπορεί να μην πάρει θέση, γιατί η σύγκρουση είναι βαθιά πολιτική σε ένα θέμα που καθορίζει όχι συγκυριακή ατζέντα, αλλά κεντρική πολιτική κατεύθυνση. Εδώ δεν χωρούν μέσες λύσεις. Η πραγματική ερώτηση είναι ποιος θα έχει το μάνατζμεντ του ΟΤΕ, και μελλοντικά των άλλων ΔΕΚΟ. Το δημόσιο ή ιδιώτες; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ούτε ότι οι ιδιώτες θα έρθουν, θα πληρώσουν και θα κοιτάζουν τους άλλους να μανατζάρουν. Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ούτε ότι θα υπάρχει κοινό μάνατζμεντ γιατί η βασική αρχή του μάνατζμεντ είναι ότι δεν μπορεί να είναι κοινό – και ασφαλώς όχι όταν ο ένας από τους δύο που υποτίθεται θα το μοιραστούν είναι το περίφημο για την ευελιξία και την ταχύτητά του ελληνικό κράτος. Η απάντηση από τα πράγματα δεν μπορεί παρά να είναι ένα καθαρό ναι ή ένα καθαρό όχι στην εκχώρηση της διαχείρισης του ΟΤΕ στους ιδιώτες – ή η αλλαγή του μοντέλου, αυτό όμως δεν συζητήθηκε.

Αυτό το ναι ή το όχι χωρίζει αντιλήψεις και πρακτικές. Είναι η πιο βαθιά πολιτική απόφαση που έχει κληθεί να πάρει ο κ. Καραμανλής από την εποχή του σχεδίου Ανάν. Και ετούτη τη φορά η πραγματικότητα αρνείται τη δυνατότητα του συμβιβασμού και του μακιγιαρίσματος των αντιθέσεων.

Μαμούθ και peanuts

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίοιυ – και όλοι σήμερα γράφουμε και λέμε την ίδια φράση: «πρόστιμο-μαμούθ» για τη Vodafone. Εννοούμε ότι είναι γιγαντιαίων διαστάσεων. Έχω την εντύπωση πως η φράση είναι σωστή όχι για το μέγεθος, αλλά κυρίως επειδή είναι βραδυκίνητο μάλλον και κινδυνεύει να πέσει σε παγετώνες και να εξαφανιστεί.

Είναι τόσο μεγάλο αυτό το πρόστιμο; 76 εκατομμύρια ευρώ. Τέρας – αν το συγκρίνεις με το μισθό ενός δημοσίου υπαλλήλου, ακόμη και καλοπληρωμένου όπως ο μακαρίτης ο Τσαλικίδης, ή αν το συγκρίνεις με τα μέσα εταιρικά μεγέθη στην Ελλάδα, ή και με οποιοδήποτε άλλο πρόστιμο έχει ποτέ επιβληθεί στη χώρα, ή ακόμη, ακόμη και με τα πρόστιμα που έχουν επιβληθεί σε άλλους κολοσσούς, για παράδειγμα τα 500 εκατομμύρια ευρώ της Κομισιόν στη Μάικροσοφτ.

Σε χρήματα το πρόστιμο είναι βαρύ. Έχει σημασία; Είναι αυτό το κριτήριο; Όχι, βέβαια. Το κριτήριο είναι εάν θα λειτουργήσει ως κολασμός για τους υπαιτίους, τα φυσικά πρόσωπα ή τα νομικά, εάν θα λειτουργήσει σωφρονιστικά στους ίδιους και παραδειγματικά για τους άλλους της αγοράς. Και η απάντηση είναι παντού αρνητική. Θα γίνει το αντίθετο, ακόμη και αν το πληρώσουν το πρόστιμο, που είναι αμφίβολο αφού θα προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Θα είναι όλοι ευχαριστημένοι. Η ίδια η Βόνταφον. Οι άνθρωποί της μην πάρουν και μπόνους από το μητρικό κολοσσό. Καθάρισαν φτηνά – αν θυμηθεί κανείς την αγωνία για αφαίρεση της άδειας που, φυσιολογικά, τους διακατείχε όταν αποκαλύφθηκε η υπόθεση και πήγαν νύχτα στους δικηγόρους τους και τηλεφώνησαν από εκεί στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Αυτά τα Χριστούγεννα πέρυσι τέτοιο καιρό δεν τα περίμεναν έτσι. Θα πάνε άνετοι στα πάρτυ και θα κάνουν socializing, coserie και άλλα αμερικάνικα ή ευρωπαϊκά, σαν να μην συνέβη τίποτα. Η εταιρεία έχει να πληρώσει, έστω κι αν της κοστίσει κάπως. Άλλα φοβόταν – και δικαίως. Ευτυχισμένη θα είναι και η κυβέρνηση: αν αυτό το θέμα δεν μπορεί να την κλονίσει και το ξεπερνά αβρόχοις ποσί σε τρεις μήνες, είναι ερώτημα τι στο μέλλον θα μπορούσε να κλονίσει μια κυβέρνηση στην Ελλάδα. Ευτυχισμένη και η αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ – που κάπου έχουν παραπέσει εκείνα τα περίφημα μυστικά χαρτιά που θα έβγαζε στη φόρα και θα τους έπαιρνε όλους η κατηφόρα, αλλά δεν τα είδαμε και ευλόγως απέμεινε εκείνη την εποχή πριν από το καλοκαίρι μόνον η κατηφόρα.

Υπάρχει, λοιπόν, τίποτα που να χαλά την εν ανθρώποις ευδοκία; Υπάρχει. Είναι οι ανεξάρτητες δημόσιες αρχές. Η ΑΔΑΕ, ας πούμε. Που η κυβέρνηση κράτησε με κάθε τρόπο εκτός των ερευνών, με ασύγγνωστη συνέργεια και της Δικαιοσύνης. Η ΑΔΑΕ που απέδειξε έτσι ότι είναι πραγματικά ανεξάρτητη, αλλιώς γιατί να της έχουν τέτοιο φόβο. Και όταν ενεπλάκη, έκανε με ελάχιστα μέσα, σχεδόν ό,τι ξέρουμε έως σήμερα. Και έβαλε ό,τι πρόστιμο μπορούσε να βάλει. Και αν την αφήσουν θα κάνει περισσότερα για την Ericsson – γι’αυτό και δεν θα την αφήσουν. Αλλά η ΑΔΑΕ σήμερα, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη, και λιγότερο ή περισσότερο οι άλλες αρχές, από το πολυσυζητημένο ΕΣΡ μέχρι τη ΡΑΕ και την Αρχή Τηλεπικοινωνιών, αυτές είναι που συγκροτούν σήμερα την έννοια και την εγγύηση του δημόσιου συμφέροντος. Θέλουν χρόνο – αλλά το σημαντικό είναι πως κανείς πια δεν μπορεί να τους τον στερήσει.

Thursday, December 14, 2006

Αράπογλου και Βουρλούμης

Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου – και θα ακούσετε σήμερα ένα πλήθος ολοφυρμών για το γεγονός ότι οι Έλληνες ζουν με δανεικά. Χαρακτηριστικά ο τίτλος της Ελευθεροτυπίας σήμερα είναι «Δανεική ευημερία των Ελλήνων». Δεν είναι ακριβώς έτσι. Οι περισσότεροι από τους παλιότερους έχουν μάθει να σκέπτονται με τη λογική της παλιάς λιθογραφίας που τη βλέπατε κρεμασμένη στις δεκαετίες του 30, του 50 και του 60. Ο πωλών τοις μετρητοίς και ο πωλών επί πιστώσει. Ο ένας με τα μετρητά ολοστρόγγυλος στα πρόθυρα του εμφράγματος από την καλοπέραση μπροστά στο ξέχειλο χρηματοκιβώτιο. Και ο πιστωτής, ρακένδυτος και πένης, χρεωκοπημένος επιχειρηματίας, άμυαλος να πιστεύει πως οι πελάτες του δεν ήταν απατεώνες να τον ρίξουν. Sixties…

Από τότε έχουμε κάνει δρόμο. Όσοι επιχειρηματίες δεν κατάλαβαν τι σημαίνει και έμειναν στο μετρητό, απλώς εξαφανίστηκαν από την αγορά. Και το μέτρο της ευημερίας είναι ακριβώς τα δανεικά. Η ευημερία δεν εξασφαλίζεται μόνο με το τι μπορεί να αγοράσει ο καθένας αλλά και με το μέτρο της αξιοπιστίας του, η οικονομική επιφάνεια δεν είναι τι κατέχεις αλλά τι μπορείς να δανειστείς. Θα ήταν πραγματικό δράμα και σήμα οικονομικής κατάρρευσης αν οι Έλληνες δεν μπορούσαν να δανειστούν, ή αν δεν δανείζονταν, ή αν ξαφνικά αποφάσιζαν να αλλάξουν καταναλωτικές και δανειακές συμπεριφορές.

Αλλά εδώ είναι η χώρα της υπερβολής και οι πρώτες που το κατάλαβαν είναι οι τράπεζες. Οι Έλληνες δεν έχουν δανειστεί όσα οι Ευρωπαίοι. Ο ρυθμός όμως με τον οποίο καλύπτουν τη διαφορά είναι εντελώς εξωπραγματικός και μη διατηρήσιμος. Μέχρι τώρα το τραπεζικό σύστημα έχει δείξει στο σημείο αυτό εξαιρετική ελαφρότητα και ανευθυνότητα – κυρίως οι μικρότερες τράπεζες που προτιμούσαν να κερδίσουν μερίδιο στην αγορά, διακινδυνεύοντας μεγαλύτερες επισφάλειες. Γιατί μπορούσαν να το κάνουν; Επειδή οι μεγάλες τράπεζες προτιμούσαν να χάσουν λίγο μερίδιο αγοράς και να βγάλουν πολλαπλάσια κέρδη από το μεγάλο περιθώριο, αφήνοντας στους μικρούς τη δυνατότητα να ροκανίσουν από τους καλοπληρωτές τα φέσια των μπαταχτσήδων, στους οποίους εν γνώσει τους δάνειζαν. Τώρα, αυτό δείχνει να αλλάζει. Ο ανταγωνισμός, πρώτα εσωτερικός με την άνδρωση μεγάλων ομίλων και την επέκτασή τους στο εξωτερικό, ύστερα εισαγόμενος με την έλευση ξένων παικτών στην ελληνική αγορά, εδώ λειτουργεί. Η τραπεζική αγορά είναι η πρώτη πραγματικά ώριμη και ανταγωνιστική αγορά στην Ελλάδα – με πολλά περιθώρια καλύτερων ελέγχων φυσικά, αρμοδιότητα που το κράτος αρνείται να εκχωρήσει στην Τράπεζα της Ελλάδος και ταυτόχρονα αρνείται για λόγους πολιτικού κόστους ή αδυνατεί να ασκήσει αποτελεσματικά.

Πάντως, η αγορά λειτουργεί γιατί η απελευθέρωση έγινε σταδιακά, με ηρεμία, χωρίς ακραίες κινήσεις, με μικρές συγκρούσεις και ανεκτές ρήξεις, με χρόνο για την ωρίμανση των συνθηκών και των πρωταγωνιστών. Γιατί υπάρχει η Εθνική, η Άλφα, η Γιούρομπανκ και, επίσης, μια πραγματικά ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα, που αυτή μας την χάρισε υποχρεωτικά η ΕυρωπαΪκή Ένωση.
Χρήσιμο παράδειγμα και άλλες περιπτώσεις, όπως ας πούμε ο ΟΤΕ.

Wednesday, December 13, 2006

Ολυμπιακή τηλεφωνία

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου – και ο κ. Ρουσσόπουλος το είπε καθαρά. Εάν δεν γίνουν οι αλλαγές που θέλει η κυβέρνηση –ιδιωτικοποίηση λέγεται αλλά υπάρχει μεγάλη λεξιλογική ευαισθησία και η λέξη ιδιωτικοποίηση είναι προγραμμένη από το κυβερνητικό λεξικό-

Εάν δεν γίνουν οι αλλαγές λοιπόν, τότε –κατά τον κυβερνητικό εκπρόσωπο- ο ΟΤΕ θα γίνει νέα Ολυμπιακή. Τι σημαίνει Ολυμπιακή; Σημαίνει, φαντάζομαι, ότι στο μέλλον θα έρθει κάποιος πρωθυπουργός θα πάει σε κάποια Έκθεση Θεσσαλονίκης και θα πει απερίφραστα: ο ΟΤΕ με τη σημερινή του μορφή δεν μπορεί πια να λειτουργεί. Θα περάσει, τότε, ένας ευτυχισμένος χρόνος, θα αρχίσει ένας δεύτερος ευτυχισμένος χρόνος και ο Πρωθυπουργός, ο ίδιος –τότε δεν θα έχει αλλάξει- θα έχει πια ξεχάσει τον ΟΤΕ. Τα τηλέφωνά του θα λειτουργούν κανονικά, θα εξακολουθεί να έχει χασούρα, θα έχει βαρεθεί ακόμη και η Κομισιόν να ασχολείται με το τυμπανιαίο πτώμα του και κανείς δεν θα ασχολείται με το θέμα.

Αλλά αυτή η μελλοντική κυβέρνηση θα είναι μεταρρυθμιστική. Τότε θα εμφανιστεί ξαφνικά και με μια τροπολογία δεν θα πει τίποτα για εκείνο τον μελλοντικό ΟΤΕ. Θα αποφασίσει όμως να δώσει νύκτωρ σε ιδιώτες την Ολυμπιακή – η οποία φυσικά σε εκείνο το μακρινό, θολό και αδιευκρίνιστο μέλλον, θα έχει εξυγιανθεί, θα πετάει στην ώρα της και θα προσφέρει άψογο σέρβις, υψηλή ποιότητα και άλλους ιπτάμενους λαγούς με φτερά-πετραχήλια που μόνο οι δημόσιες επιχειρήσεις μπορούν να προσφέρουν και σε άλλους εκτός από τους υπαλλήλους τους.

Αυτά, βέβαια, συμβαίνουν μόνο στο χώρο της φαντασίας. Αλλά αφού η σημερινή πραγματική κυβέρνηση δεν θέλει να γίνει ο ΟΤΕ νέα Ολυμπιακή, μπορεί κάποιος να εξηγήσει γιατί επείγεται να απαλλάξει το κράτος μάνι-μάνι από τον ΟΤΕ και δεν κάνει τίποτα για την Ολυμπιακή, που είναι πολύ μικρότερης εμβέλειας, πολύ μακρότερης διάρκειας πρόβλημα και ασφαλώς δεν έχει το συμβολικό πολιτικό βάρος που κουβαλάει μαζί του ο ΟΤΕ;

Και εν τέλει οι ιδιωτικοποιήσεις είναι μια πολιτική που δεν απέρριψαν ούτε και αριστερά κόμματα, όπως οι Εργατικοί του Μπλαιρ και οι Σοσιαλιστές του Θαπατέρο. Αλλά ως πολιτική, διακηρυγμένη, καθαρή και επίσημη. Όχι ως ένοχη κίνηση στη ζούλα ένα βράδυ για το ένα, που μπορεί και να έχει κέρδη, και σφυρίγματα αδιάφορα για το άλλο, ανάλογα με την ενδοκυβερνητική ζυγαριά.

Tuesday, December 12, 2006

Το κλίμα αλλάζει, ο ΟΤΕ ποτέ

Τρίτη 12 Δεκεμβρίου – και πριν από λίγες εβδομάδες πέρασα μερικές ημέρες στις Βρυξέλλες, την πόλη των συνωμοσιών, της πραλίνας και των πολιτικών παρασκηνίων. Πάει καιρός που οι Βρυξέλλες είναι μάλλον κοινοτοπία, παρά εξωτικός προορισμός για τους Έλληνες. «Πάλι πάω Βρυξέλλες», θα το ακούσετε μια κάποια σνομπ απαξία και μπλαζέ βαριεστημάρα σε όλα τα in καφέ του τριγώνου Κολωνάκι-Σύνταγμα-Ρηγίλλης. Συνηθίσαμε – και μας συνήθισαν επίσης…

Πάει καιρός, λοιπόν, που είχα να ακούσω κάτι με πραγματικό ενδιαφέρον και έκπληξη στη βαρετή πόλη των Βρυξελλών. Αυτή τη φορά υπάρχει ένα στοιχείο που μου έκανε πραγματική εντύπωση. Εμφανίστηκε ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλιστών, ένας 45άρης Γερμανός ονόματι Σουλτς – και εξήγησε ποια είναι η προτεραιότητα στην πολιτική της ατζέντα. Δηλαδή, ποιος είναι ο πρώτος πολιτικός στόχος του ισχυρότερου πόλου στην ευρωπαϊκή κεντροαριστερά.

Εκπαιδευμένοι από τα ρεφλέξ της ελληνικής πολιτικής ζωής, ποιο θα βάζατε στο νούμερο 1; Το δικό μου στοίχημα ήταν «Τουρκία». Συμπεριλαμβάνει ερωτήματα για το μέλλον της Ευρώπης, για την ουσία και την ταυτότητά της, και έχει προκαλέσει όχι μικρή εσωτερική αναστάτωση σε κυβερνήσεις αλλά και σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στις πιο μεγάλες χώρες, όπως στη Γαλλία ή τη Γερμανία. Έχασα.

Ο διπλανός μου γελούσε πονηρά – γιατί είχε ξανακούσει την ομιλία, copy-paste ήταν. Μου έδωσε δεύτερη ευκαιρία. Είπα, στοίχημα αριθμός 2: «το κράτος». Τα όρια του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις στην οικονομία, οι κρατικές επιχειρήσεις, ποιες πρέπει να πουληθούν, ποιες πρέπει να ανήκουν σε ιδιωτικά κεφάλαια και ποιες σε κρατικά, πού πρέπει να διατηρηθούν τα παλιά μονοπώλια – όλα αυτά που θα δείτε σήμερα να συγκροτούν μια καθυστερημένη κρίση συνείδησης του ελληνικού πολιτικού συστήματος γύρω από το ιστορικό τους σύμβολο, τον ΟΤΕ. Ο διπλανός μου έπαψε να με κοιτάζει πονηρά και άρχισε να με κοιτάζει περίεργα. Προφανώς είχα χάσει και τη δεύτερη ευκαιρία.

Για να μην ταλαιπωρούμαστε άδικα, το υπ’αριθμόν 1 θέμα στην πολιτική, το ξαναλέω: στην πολιτική, ατζέντα των ευρωπαίων Σοσιαλιστών είναι η αλλαγή του κλίματος. Τώρα, ή αυτοί δεν είναι γνήσιοι Σοσιαλιστές ή εμείς βρισκόμαστε σε διαφορετική πολιτική φάση. Σήμερα στο BBC πρώτο θέμα είναι η αλλαγή του κλίματος και μια πρόβλεψη ότι μέσα σε λίγα χρόνια, όχι στη διάρκεια της ζωής των παιδιών μας αλλά τη δική μας, οι πάγοι θα λιώνουν εντελώς τα καλοκαίρια στο Βόρειο (όχι πια) Παγωμένο Ωκεανό.

Αλλά χάρη στη διαφωνία Σουφλιά-Αλογοσκούφη, στη μεταρρυθμιστική σβελτάδα Καραμανλή και στη δημιουργική σύμπραξη μιας καινοτομικής κριτικής από το ΠΑΣΟΚ και την ευρεία Αριστερά της χώρας είμαι βέβαιος ότι η χώρα θα βρεθεί στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος γιατί το μόνο μέρος της υφηλίου όπου θα διατηρούνται οι πάγοι του παρελθόντος θα είναι το μέγαρο του ΟΤΕ.

Monday, December 11, 2006

΄Εξι μέτρα, δύο κόσμοι

Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου – και φυσικά μένει κανείς άφωνος μπροστά σε αυτή την ιστορία με τον 20χρονο που ομολόγησε βιασμούς παιδιών κατά συρροή. Και μερικές φορές είναι καλύτερα να μένει άφωνος και να μην μιλάει καθόλου.

Όταν έγινε γνωστό το γεγονός, ένας βουλευτής έτυχε να βρίσκεται (στατιστικά είχε μεγάλες πιθανότητες) σε τηλεοπτικό στούντιο. Και είπε πως (αλήθεια είναι) κι άλλες φορές έχει ταχθεί υπέρ της θανατικής ποινής «για τέτοια εγκλήματα». Εντάξει, θα πείτε. Ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος λαϊκιστής, ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που συμμερίζεται την κουλτούρα των φανατικών τύπου Μπους και λοιπών ευαγγελιστών νεορθοδόξων της Αμερικής. Κληρονομιά Φαρ Ουέστ και θρησκευτική τύφλωση ίσον κρεμάλες, αγχόνες, γκιλοτίνες, ηλεκτρικές καρέκλες και εκτελεστικά αποσπάσματα. Παντού έχουν τους οπαδούς τους, ευτυχώς ως πολιτική αντίληψη στην Ευρώπη έχει μεσολαβήσει ο Διαφωτισμός.

Μα τι θα έκανες αν ήταν ο γιος σου;, είναι η συνήθης ερώτηση. Προφανώς θα τον έπνιγα, είναι η επίσης προφανής απάντηση. Που εξηγεί κυρίως γιατί δεν πρέπει να αφήνεται η δικαιοσύνη στα χέρια των ανθρώπων που έχουν υποστεί την αδικία στην πιο ακραία της μορφή, γι’αυτό δεν πρέπει να αποδίδεται εν θερμώ. Γι’αυτό πρέπει ένας πολιτικός να ξέρει ότι μια λέξη του εκείνη την ώρα μπορεί να τον κάνει συμπαθή στους οργισμένους (η οργή είναι εύκολο πράγμα) αλλά είναι και ακραία ανευθυνότητα.

Δεν μπορώ να φανταστώ Έλληνα πολιτικό που να φρίττει μπροστά στην ιδέα μιας κοινωνίας που στήνει εκτελέσεις εξαγνισμού του κοινού αισθήματος αποτροπιασμού από το Γιώργο Παπανδρέου. Συμβαίνει όμως ο βουλευτής που πήρε θέση υπέρ της θανατικής ποινής για τον κατ’εξακολούθηση βιαστή (και νομίζω ότι το έχει κάνει και για άλλα αδικήματα που συνδέονται με τα ναρκωτικά κάτι που αρχίζει να κάνει πολύ μακρύ τον κατάλογο)…

… αυτός ο βουλευτής να είναι ο Ανδρέας Λοβέρδος, νομικός και συνταγματολόγος (δύσκολο να το πιστέψεις). Επίσης, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και σκιώδης υπουργός. Θα έχουμε αύριο υπουργό κάποιον που υποστηρίζει αυτό το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση υποχρέωσε την Τουρκία να καταργήσει για να έχει απλώς το δικαίωμα να μιλάει μαζί της σήμερα στο Συμβούλιο Υπουργών;

Υπάρχουν μερικές θέσεις που δεν χωρίζουν απλώς ιδεολογίες, αντιλήψεις, πολιτικές: χωρίζουν κόσμους. Κάτι που δείχνει μεταξύ άλλων –πέρα από τις δημοσκοπήσεις- τι δρόμο έχει μπροστά του ο κ. Παπανδρέου για να παρουσιάσει στους Έλληνες πολίτες την πραγματικά δική του πρόταση. Και πόσο οδυνηρή μπορεί να είναι η διαδικασία.

Κέρβεροι με Nokia

Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου – και να μια απόφαση που φωτογραφίζει απολύτως τον τρόπο με τον οποίο παίρνουμε αποφάσεις.

Όπως θα μάθουν όλοι σήμερα, οι κέρβεροι του υπουργείου Παιδείας έστειλαν μια εγκύκλιο προς όλα τα σχολεία, με αφορμή τη γνωστή υπόθεση της Αμαρύνθου, όπου μαθητές μαγνητοσκόπησαν με τα κινητά τους τον καταγγελθέντα βιασμό. Το χόμπυ είναι γνωστό. Πατάμε το REC όταν συμβαίνει κάτι που να μπορεί να κινήσει το ενδιαφέρον μιας μαθητικής κοινότητας και μετά κάνουμε ανταλλαγές με MMS. Μπορεί να είναι από σκονάκι μέχρι σκληρό πορνό.

Και τι αποφάσισε γι’αυτό το υπουργείο Παιδείας; Να απαγορευθούν εντελώς, πλήρως και απολύτως όλα τα κινητά στα σχολεία. Για να δούμε και την κατάσταση που υπάρχει πια, τα κινητά απαγορεύονται στα λύκεια, τα γυμνάσια και (πιστέψτε το…) στα δημοτικά – γιατί η κατάρρευση του αισθήματος οικογενειακής ευθύνης έχει οδηγήσει σε δημοτικά όπου ο κάθε μπόμπιρας κυκλοφορεί με το τελευταίο γκάτζετ της Nokia και Bluetooth στο αυτί.

Αλλά πιστεύει κανείς ότι μπορεί να τηρηθεί η εγκύκλιος της πλήρους απαγόρευσης των κινητών στα σχολεία. Κανείς. Μερικές μέρες θα σφίξουν τα πράγματα και μετά πάλι θα χτυπάει το κουδούνι με ringtones. Δεν λέω πως δεν χρειαζόταν να γίνει κάτι, ούτε πως δεν υπάρχει καταχρηστική ανοχή του κάθε καπρίτσιου της μαθητικής κοινότητας από τους καθηγητές και –κυρίως- από την άθλια τάξη των γονέων, που είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε μέχρι ρανίδος την αξιοθρήνητη συμπεριφορά των νεαρών βλαστών και διαδόχων, και φυσικό είναι αφού εμείς μάλλον παρά οι δάσκαλοι ευθυνόμαστε για τη θωπεία και την εκτροφή τέτοιας συμπεριφοράς.

Αλλά η πλήρης απαγόρευση, λυπούμαι αλλά δεν δείχνει πραγματική διάθεση για αντιμετώπιση του προβλήματος. Δείχνει κυρίως διάθεση να δείξουμε προς τα έξω (προς τα μέσα ενημέρωσης που οργίασαν ατιμώρητα, για παράδειγμα) ότι το υπουργείο, το κράτος, οι αρχές και –βεβαίως- η υπουργός είναι άτεγκτη και πρέπει να επαινεθεί για την αποφασιστικότητά της, μάλιστα ο έπαινος είναι πιο καλοδεχούμενος πριν από τις εκλογές. Αλλά μια πλήρης απαγόρευση είναι συνήθως (κι όχι μόνο στην περίπτωση των κινητών στα σχολεία) άλλοθι για την παραβίασή της.

Όλοι ξέρουν και ξέρουμε πως οι μαθητές των λυκείων θα χρησιμοποιούν κινητά και στο μέλλον και στο σχολείο. Το να αρνείται κανείς να δεχτεί πως το κινητό αποτελεί μαζικό τρόπο ζωής σήμερα και πως έχει ενταχθεί λειτουργικά στην καθημερινότητα είναι απλώς ουτοπικό. Αυτό που χρειάζεται λοιπόν είναι το μέτρο.

Αλλά αυτό είναι χαμένο από καιρό – και στα σχολεία και στα κινητά και, φυσικά, στις απαγορεύσεις.

Thursday, December 7, 2006

For the sake of the game

Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου – και παίρνουμε μια πρώτη γεύση. Αυτό θα παρακολουθήσουμε από εδώ και πέρα – δηλαδή μια φυσιολογική κατάσταση των πραγμάτων. Τα γράδα θα ανέβουν, όπως ανέβηκαν ήδη. Θα δούμε επιθέσεις και απαντήσεις, κινήσεις και αντιδράσεις, διαρροές και ξεσπάσματα οργής. Θα δούμε (αρχίσαμε κιόλας) το είδος του πολιτικού παιχνιδιού που περιμένει κανείς όσο πλησιάζει η ώρα της κάλπης.

Οι τελευταίες αλλαγές στο ΠΑΣΟΚ αποκαθιστούν μια βασική πολιτική ισορροπία. Πρώτα από όλα εσωτερική: αυτό αφορά το κόμμα, αλλά όχι μόνο. Θα υπάρχει στο εξής μια ορατή ομάδα που θα ασκεί την κοινοβουλευτική κυρίως αντιπολίτευση – είναι στοιχειώδες αλλά το είχαμε σχεδόν ξεχάσει ότι για ένα κόμμα στην αντιπολίτευση το βασικό πεδίο άσκησής της βρίσκεται φυσικά στην αίθουσα του Κοινοβουλίου. Η ισορροπία δεν αφορά μόνο το ΠΑΣΟΚ, αλλά το σύστημα, εφόσον λειτουργήσει. Οι υπουργοί θα αισθάνονται πως οι κινήσεις τους θα τύχουν μιας κάπως συστηματικής παρακολούθησης και κριτικής. Και πέρα από αυτό: οι υπουργοί θα αισθάνονται πως εάν χρειαστεί να γίνουν ενέργειες για τη διασφάλιση συναίνεσης στο ένα ή το άλλο θέμα, έχουν απέναντί τους συνομιλητή, έχουν κάποιον στον οποίο να απευθυνθούν γνωρίζοντας ότι πράγματι εκφράζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πράγματι θα είναι εκεί, κατά τεκμήριον, και την επόμενη μέρα.
Η αναβάθμιση της ποιότητας της πολιτικής αναμέτρησης δεν θα περιορίσει μόνο το φαινόμενο της επίπλαστης συναίνεσης που προέκυπτε ως αποχαύνωση για μια ολόκληρη περίοδο όπου κανείς δεν ήξερε ποιος έχει ποια θέση. Είναι επίσης εγγύηση μιας πραγματικής συναίνεσης όταν και όπου χρειάζεται, αφού δημιουργεί τη βασική της προϋπόθεση, την ύπαρξη δύο πραγματικών πολιτικών συστημάτων που να λειτουργούν.

Όλα αυτά βέβαια δεν σημαίνουν πως οι οργανωτικές αλλαγές στο ΠΑΣΟΚ και η πολιτική τους ενεργοποίηση λύνουν το πρόβλημα της ταυτότητας ή της φυσιογνωμίας του κόμματος. Ούτε εγγυώνται πως η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να δώσει κάποιο περιεχόμενο στις υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις. Αλλά σηματοδοτούν (μια και η μπάλλα είναι των ημερών) τη μετάβαση από την κατάσταση του Ολυμπιακού στην κατάσταση της ΑΕK. Aπό το να κλαις το εισιτήριο, στο πραγματικό παιχνίδι. Εκεί όπου υπάρχουν φαβορί και αουτσάιντερ, όμως κανείς δεν προκρίνεται πριν παιχτεί, όπου ιδρώνουν οι φανέλες και –πάντως- το ματς βλέπεται και οι θεατές έχουν λόγο να πηγαίνουν στο γήπεδο. Ή στην κάλπη...

Wednesday, December 6, 2006

Είμαστε όλοι Ολυμπιακοί...

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου – και είναι τυχαίο, ή όλοι έχουν προσαρμοστεί στο μοντέλο του Ολυμπιακού; Μια ομάδα αρκετά καλή ώστε να μην έχει αντίπαλο στο εσωτερικό, μια ομάδα αρκετά κακή ώστε να μην είναι αντίπαλος όταν περνάει τα σύνορα.

Σύνορα υπάρχουν για όλους. Άλλα είναι φυσικά, άλλα τα βάζουν οι ίδιοι. Όλοι δείχνουν ευχαριστημένοι με μικρές νίκες που τους διασφαλίζουν ότι δεν θα χειροτερέψει κάτι σε σχέση με πέρυσι, έχοντας η χώρα, η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση και (φυσικά) ο Ολυμπιακός εγκαταλείψει κάθε φιλοδοξία ή ελπίδα πως μπορεί τα πράγματα να γίνουν καλύτερα, πως μπορεί να αλλάξουν κατηγορία και να παίξουν ξανά όπως έπαιζαν –η χώρα, όχι ο Θρύλος- πριν από κάποια χρόνια σε αυτό που στην ποδοσφαιρική ορολογία αποκαλείται «ευρωπαϊκά σαλόνια».

Μικρή αλλά περιχαρακωμένη, πτωχή πλην τιμία, ασφαλής πλην στη γωνία: αυτό είναι το όραμά μας για την ομάδα και την Ελλάδα. Μας αρκεί να κερδίζουμε στο εσωτερικό.

Δείτε ας πούμε την κυβέρνηση. Τι θέλει ο Σόλιντ της – ακλόνητος που το λέει και το όνομα; Να κερδίζει στο εσωτερικό. Να διασφαλίζει στην παράταξη ότι θα παραμείνει στην εξουσία όπου την έφερε μετά από πολλά-πολλά χρόνια. Έχεις τώρα όρεξη για Χάγη, για grande politique και για μπλεξίματα με πρωτοβουλίες. Άστα κατά μέρος. Βάλτα στο ράφι, που έλεγαν και το παλιό σύστημα. Κάνε εδώ παιχνίδι κέντρου, φάε χρόνο στο σημαιάκι του κόρνερ, πέτα όποτε μπορείς τη μπάλα στην εξέδρα, κάνε δήθεν πως θα πάς για επίθεση και άλλαζε μπαλιές αβέρτα – κανείς δεν θα γιουχάρει από την εξέδρα γιατί ο κόσμος στο γήπεδο (αλλά και στις κάλπες, όπως είναι γνωστό) δεν πηγαίνει για να δει μπάλα. Πηγαίνει για να δει την ομάδα να κερδίζει κι αφού προκρίνεσαι με λευκή ισοπαλία ποιος έχει όρεξη για θέαμα και κινδύνους;

Κανείς, ούτε ο αντίπαλος. Δεν βλέπεις το ΠΑΣΟΚ; Ήταν φανερό πως η ομάδα ήταν ναυάγιο. Δεν περνούσε μπαλιά, είχαν τη μπάλα στα πόδια και δεν ήξεραν τι να την κάνουν. Τι αποφάσισε ο Σόλιντ τους - που είναι και γνήσιο σκανδιναβικό μοντέλο; Να κατεβάσει τους έμπειρους της παλαιάς εσοδείας. Το παίγνιο το ξέρουν, δεν υπάρχει αμφιβολία. Όπως το ήξεραν και πριν από δέκα κι από είκοσι χρόνια. Αλλά τα πόδια έχουν βαρύνει. Γκέλες δεν θα γίνουν, αλλά όλοι ξέρουν πως δεν μαθαίνουν καινούργια συστήματα παλιοί παίκτες. Θα παίξουν ευπρεπώς αλλά σκορ πρόκρισης δεν φαίνεται – οι οπαδοί είναι ευχαριστημένοι που δεν θα βλέπουν να διασύρεται η φανέλα, αλλά δεν ελπίζουν και σε ανατροπή.

Μέσα πάμε καλά. Αυτό το σύνθημα δονεί την εξέδρα. Και της εγγυάται ότι στην εξέδρα και θα μείνουμε. Καλά δεν είναι και με το πρωτάθλημα στην Ελλάδα; Τι τα θες τα Τσάμπιονς Ληγκ και τα Ουέφα;

Όπως την επομένη της 11ης Σεπτεμβρίου, είμαστε όλοι Ολυμπιακοί. Ή μας έχουν κάνει;

Tuesday, December 5, 2006

Λιμάνι στο παρελθόν;

Τρίτη 5 Δεκεμβρίου – και να που η συγκυρία προσφέρει ευκαιρίες. Τώρα που ολοκληρώθηκαν οι αλλαγές στο ΠΑΣΟΚ σε οργανωτικό επίπεδο και στα πρόσωπα, υπάρχει αμέσως πεδίο να δώσουν δείγματα και για το τι εννοούν από πολιτική άποψη.

Στα λιμάνια, η κυβερνητική πολιτική δεν έχει απλώς προσαράξει. Βουλιάζει μαζί της και πολλές επενδεδυμένες προσδοκίες για να εισπράξει η χώρα ένα μεγαλύτερο μέρος από τον κύκλο παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας όπου κυριαρχεί η ελληνόκτητη ναυτιλία. Η κυβερνητική πράξη έχει πλήρως ναυαγήσει και η ζημία είναι ανεπανόρθωτη. Ό,τι και αν γίνει τώρα, όποια λύση κι αν βρεθεί, όπως και όποτε κι αν λήξει η απεργία, ένας κύκλος εργασιών της τάξης των εκατοντάδων εκατομμυρίων έχει οριστικά χαθεί. Η Mediterranean Shipping Company, ο μεγαλύτερος πελάτης του ΟΛΠ έφυγε – όχι θα καθόταν να ανέχεται τις κόνξες των Ελλήνων όταν οι άλλοι την περιμένουν με ανοιχτές αγκάλες από την Κωστάντζα έως την Αγκώνα. Έφυγε και δεν θα γυρίσει εάν λήξει η απεργία. Στα παλιά της τα παπούτσια εάν στο εξής θα κάνουν απεργία ή όχι στον Πειραιά κι αν οι λιμενεργάτες θα πίνουν τσάι με τον Κεφαλογιάννη σε άριστη οικογενειακή ατμόσφαιρα. Οι Κινέζοι της Cosco, αυτοί που δεχτήκαμε με κόκκινα χαλιά και υποδοχές Καραμανλή (και πολύ σωστά) βλέπουν και περιμένουν. Οι ανταγωνιστές τους κορτάρουν. Αλλά οι λιμενεργάτες ενδιαφέρονται εάν θα έχουν οι ίδιοι τα επιμίσθια που έπαιρναν έως τώρα, όχι εάν θα έχουν δουλειά τα παιδιά τους. Ο Κεφαλογιάννης ενδιαφέρεται να δείξει τι μάγκας που είναι στο λιμάνι κι όχι να συνεννοηθεί για να προχωρήσει με ηρεμία μια ομολογουμένως δύσκολη μεταρρύθμιση. Η κυβερνητική πρακτική έχει αποτύχει και με βαρύ οικονομικό κόστος.

Απέναντι σε αυτά άκουσα τον κ. Ευθυμίου, νέο εκπρόσωπο, να λέει πως το ΠΑΣΟΚ είναι κατηγορηματικά αντίθετο στο ξεπούλημα των λιμανιών με την αδιαφανή διαδικασία του Μανόλη. Οι φιλόλογοι, όπως ο κ. Ευθυμίου, γνωρίζουν ότι αυτό αποκαλείται συντακτική αμφισημία. Τι θέλει να πει ο σπόουκσμαν; Ότι το ΠΑΣΟΚ είναι κατηγορηματικά αντίθετο έτσι κι αλλιώς στην είσοδο των ιδιωτών και η διαδικασία είναι και αδιαφανής; Ή ότι θα έλεγε ναι, εάν η διαδικασία δεν ήταν αδιαφανής;

Από φιλολογική άποψη, πρόκειται για δύο ερμηνείες της ίδιας συντακτικής δομής. Από πολιτική άποψη, πρόκειται για δύο διαφορετικούς κόσμους. Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να ζει και στους δύο. Θα χρειαστεί να διαλέξει το δικό του λιμάνι και να προτείνει στους εκλογείς διαδρομή, ανεξαρτήτως από το εάν θα είναι ένα χειρότερο ή ένα καλύτερο πλήρωμα.

Η μεν τέχνη μακρά, η δε πολιτική βραχεία...

Παρασκευή 1η Δεκεμβρίου – και ένα παλιό σοσιαλιστικό ρητό, εισαγωγής από τη Γαλλία του Μιττεράν, έλεγε «δώστε χρόνο στο χρόνο». Ήταν άλλες εποχές.
Ο κ. Παπανδρέου το εφάρμοζε τρία χρόνια τώρα και το αποτέλεσμα ήταν απλώς να εξαντλείται ο χρόνος και μαζί το πολιτικό του κεφάλαιο. Είχε επίσης αρχίσει να εξαντλείται η υπομονή των πολλών που είχαν επενδύσει προσδοκίες στο πρόσωπό του. Το μήνυμα ήταν πια «μη δώσετε άλλο χρόνο στο χρόνο. Δώστε το στίγμα σας».
Το στίγμα, όμως, είναι μια μεγάλη ιστορία. Δεν είναι απλό πράγμα να περάσει, ούτε μια νέα εικόνα, σε ένα παλιό κόμμα, προς την κοινωνία, ούτε μια νέα δέσμη ιδεών σε ένα παλιό πολιτικό προσωπικό, ούτε βέβαια νέα πρόσωπα, σε ένα παγιωμένο Απαράτ. Δεν είναι απλό, αλλά δεν γίνεται κι’ αλλιώς. Γιατί αλλιώς, εντολή για τον κ. Παπανδρέου, δεν υπάρχει. Αν επρόκειτο, το ΠΑΣΟΚ, να επιχειρήσει να διατηρηθεί, χωρίς να αλλάξει, υπήρχαν, ασφαλώς, άλλοι, πολύ καταλληλότεροι του κ. Παπανδρέου, για να το βάλουν στη βαθιά κατάψυξη. Το τελευταίο διάστημα, ήταν φανερό, πως μια σειρά από επιλογές προσώπων, είχαν αποδειχθεί ατυχείς. Το λέω έτσι, με μια φραστική επιτήδευση, που δε συνηθιζόταν, καιρό τώρα, μεταξύ των κομματικών στελεχών.
Ήταν επίσης φανερό, πως η οργανωτική ανασύνθεση, δεν είχε οδηγήσει σε παραγωγή πολιτικής και ότι, το ΠΑΣΟΚ, βρισκόταν όχι σε οργανωτικό τόσο, αλλά σεπολιτικό σταυροδρόμι. Είχε περιπέσει, σε πλήρη πολιτική αδράνεια και στην κοινή γνώμη, διαμορφωνόταν μια δυναμική, όχι πως θα χάσει τις εκλογές, αλλά πως τουλάχιστον στην προσεχή κάλπη, δεν θα προσερχόταν καν, με οπτική και προοπτική, εναλλακτικής πρότασης εξουσίας. Κινδύνευε δηλαδή, το ΠΑΣΟΚ του κ. Παπανδρέου, να χάσει τη βασική συγκολλητική ουσία, ενός πολυσυλλεκτικού κόμματος, του ηγετικού φορέα, μιας από τις δύο μεγάλες παρατάξεις.
Ο κ. Παπανδρέου, απλώς δεν είχε άλλη δυνατότητα, από το να κάνει μια κίνηση, μεγάλης πολιτικής. Να δείξει πως μπορεί να σπάσει τα δεσμά του και να αποδεσμευτεί από αγκυλώσεις, ασχέτως αν πολλές τις επέβαλλε ο ίδιος στον εαυτό του, χωρίς να τις έχει ανάγκη. Η οργανωτική κίνηση, ήταν θέμα στοιχειώδους λογικής και αφορά τη δυνατότητά του να προχωρήσει, με τον τρόπο που θα επιλέξει. Για τους πολίτες βέβαια, η πρόταση δεν είναι οργανωτική, είναι πολιτική…