Friday, July 6, 2007

Υπερασπίζοντας το αδύνατο

Παρασκευή 6 Ιουλίου – και μερικές φορές απορώ με την άρνηση της πραγματικότητας.

Από το βράδυ της περασμένης Δευτέρας, όταν ο κ. Καραμανλής εμφανίστηκε στη Βουλή και έδειξε το διευθυντή του ΠΑΣΟΚ Γιάννη Παπακωνσταντίνου, οι πάντες ήξεραν ποια θα ήταν η κατάληξη. Πρώτον, γιατί θεωρούσαν αδύνατον ο Πρωθυπουργός να μιλά εξατομικευμένα για ένα πολιτικό στέλεχος και μάλιστα μη εκλεγμένο, εάν δεν είχε ένα φάκελλο στα χέρια του (και ίσως άλλον έναν στο συρτάρι) για να στηρίξει –δεν λέω από ποινική, που αυτό μένει να αποδειχθεί- αλλά πάντως από πολιτική άποψη την καταγγελία του. Και, δεύτερον, γιατί η απάντηση του κ. Παπακωνσταντίνου εκείνο το ίδιο βράδυ έδινε ένα αναιμικό στίγμα που ήταν παραπάνω από προφανές ότι δεν επρόκειτο να αντέξει σε μια στοχοποίηση που είχε πίσω επαρκή προεργασία ώστε να την αναλαμβάνει προσωπικά ο κ. Καραμανλής.

Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι τόσο γιατί παραιτήθηκε ο κ. Παπακωνσταντίνου, αλλά γιατί παραιτήθηκε ΧΘΕΣ, γιατί καθυστέρησε επί τρεις μέρες, πώς η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ πίστεψε ότι θα μπορούσε ίσως να τη γλιτώσει, πώς αισθάνονται σήμερα τα στελέχη που νομιμοφρόνως εκτέθηκαν στη γραμμή υποστήριξής του αυτό το τριήμερο.

Δεν είναι μοναδική περίπτωση. Στο ξεκίνημα κιόλας της υπόθεσης των ομολόγων είχε φανεί ξεκάθαρα πως ο Σάββας Τσιτουρίδης δεν επρόκειτο σε καμμία περίπτωση να αποφύγει το μοιραίο. Περνούσε φάσεις παροξυσμού και ύφεσης, μετά η πληγή υποτροπίαζε με νέες αποκαλύψεις, αλλά από πολιτική άποψη ο κ. Τσιτουρίδης ήταν κλινικά νεκρός στο υπουργείο του, παρά τις προσπάθειες ανάνηψης από το επιτελείο Αλογοσκούφη. Από τη στιγμή που καταδείχθηκε με στοιχεία πως ο Ευγένιος Παπαδόπουλος, το δεξί του χέρι, γνώριζε για τις επενδύσεις των ταμείων, από τη στιγμή που αποδείχθηκε πως τα ταμεία αγόραζαν όλα μαζί, κι από τη στιγμή που ο κ. Τσιτουρίδης δεν έδιωξε πάραυτα τον κ. Ευγένιο, όλα είχαν προδιαγραφεί.

Κι όμως. Ο κ. Τσιτουρίδης απομακρύνθηκε περίπου δυο μήνες αργότερα, με γιγάντωση του πολιτικού κόστους από την αμφιταλάντευση και την απέλπιδα προσπάθεια στήριξής του, την οποία χρεώθηκε σύσσωμη η κυβέρνηση. Πώς είναι δυνατόν το ίδιο επιτελείο που με τόση επιτυχία οργανώνει την επίθεση κατά Παπακωνσταντίνου, πώς ο ίδιος Πρωθυπουργός που δείχνει εξαιρετική αποτελεσματικότητα στην κοινοβουλευτική του παρουσία και πολιτικό τάλαντο, να μην έχουν συνειδητοποιήσει το αδύνατο που όλοι οι άλλοι (αντίπαλοι και συμπαραταξιώτες) είχαν διακρίνει από την πρώτη στιγμή;

Έχω την εντύπωση ότι δεν πρόκειται για πολιτικές αβλεψίες. Ότι ο δισταγμός και η αμφιβολία, η επιθυμία να αναληφθούν αδύνατα εγχειρήματα στις περιπτώσεις όπου βάλλονται πολιτικοί και προσωπικοί συνεργάτες, υπουργοί και επιτελείς, πηγαίνει πέρα από την πολιτική λογική και έχει περισσότερο ψυχολογική ερμηνεία. Οι αρχηγοί με το που βλέπουν να χτυπιέται ένα πρόσωπο που συνδέεται μαζί τους αισθάνονται αμέσως ότι στόχος είναι οι ίδιοι (που πιθανότατα είναι σωστό). Αισθάνονται επίσης ότι είναι άτρωτοι, ότι μπορούν να αλλάξουν τα πάντα – ακόμη και το πολιτικά αναπόφευκτο. Αρνούνται να δεχθούν την ανάγκη συμβιβασμού με την πραγματικότητα. Το ρεφλέξ αυτό είναι το πρώτο σύμπτωμα της εξουσίας και της αρχηγίας. Στη χρόνια μορφή του οδηγεί σε εκλογικές αναμετρήσεις στον τύπο της προσωπικής μονομαχίας. Ραντεβού το Σεπτέμβρη, δηλαδή…

2 comments:

ΔΙΟΝΥΣΟΣ said...

Η φιλοσοφία του κουκουλώματος των επιτελείων ένθεν και ένθεν κρύβει την ψευδαίσθηση ότι με εξαγορά και απειλή ελέγχουν τις εκπομπές είδήσεων και την βαθιά υποτίμηση των ψηφοφόρων, αναγνωστών, ενεργών πολιτών. Ουτοπίες της εξουσίας...

Fivos Karzis said...

Εσείς πιστεύετε ότι πρόκειται για αλαζονεία, εγώ νομίζω ότι είναι περισσότερο φοβία. Σε κάθε περίπτωση, φυσιολογικό δεν είναι...