Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου – και επειδή για την ώρα δεν έχω νέα για τις διαθέσεις του Τατούλη –αν δηλαδή θα πάει βόλτα στην Τρίπολη ή θα στείλει βόλτα την κυβέρνηση, επειδή δεν θέλω να σας μεταφέρω τις απόψεις του Θανάση Γιαννόπουλου, οι οποίες μετά την ομιλία Καραμανλή έχουν περιπέσει σε μια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας, επειδή δεν έχω καν προλάβει να μιλήσω με το Βύρωνα Πολύδωρα για να με ενημερώσει ποιο είναι το ακριβές αντίστοιχο στα λατινικά για τη φράση «τουμπεκί ψιλοκομμένο»…
… μέχρι, λοιπόν, να επιστρέψουμε στη χώρα που ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα, μόνον όμως εφόσον ο Πρωθυπουργός μας δεν είναι αλλεργικός στα άνθη της…
… ας δούμε όσα κοσμογονικά συμβαίνουν γύρω και μπορεί να μας δώσουν μια καλύτερη εικόνα και για τα δικά μας αδιέξοδα. Η Αυστρία είναι μια χώρα που από οικονομική άποψη μοιάζει πολύ με την Ελλάδα. Έχουν περίπου το ίδιο μέγεθος, έχουν αντίστοιχης μορφής οικονομίες, με αυξημένη εξάρτηση από τον τουρισμό και το τραπεζικό σύστημα, έχουμε και σκληρό ανταγωνισμό μεταξύ μας, ιδιαίτερα στα Βαλκάνια. Αυτή τη φορά, όμως, η Αυστρία –ευρωπαϊκή πατρίδα της ακροδεξιάς- δίνει ένα πολιτικό μήνυμα.
Στις προηγούμενες εκλογές, Σοσιαλδημοκράτες και το δεξιό Λαϊκό Κόμμα έκαναν κυβέρνηση συνασπισμού. Ένας «μεγάλος συνασπισμός», ακούγεται συχνά τελευταία και στην Αθήνα, μπορεί να είναι η λύση, για να προωθηθούν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Στη Βιέννη ο συνασπισμός δεν ήταν επιλογή. Ήταν καταναγκασμός – και, από τη φύση του, μόνον έτσι μπορεί να συγκροτηθεί. Ποιο είναι σήμερα το πολιτικό αποτέλεσμα; Η δυσαρέσκεια, η φθορά της εξουσίας, το κόστος των πολιτικών αποφάσεων να διοχετεύεται σχεδόν στο σύνολό του προς την ακροδεξιά, που αγγίζει ένα συγκλονιστικό ποσοστό, κερδίζοντας μία στις τρεις ψήφους, στην Αυστρία – που μπορεί να είναι η πατρίδα του Χάιντερ και του Σβαρτσενέγκερ, υπήρξε όμως εξίσου η χώρα του Μπρούνο Κράισκι και διαμάντι του στέμματος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Η περίπτωση της Αυστρίας έχει μήνυμα και για έναν άλλο λόγο. Παρουσιάζει, όπως κι εμείς, την ιδιαιτερότητα να μην υπάρχει ένα κεντρώο κόμμα ανάμεσα στους δύο μεγάλους σχηματισμούς της αριστεράς και της δεξιάς. Με τον τρόπο αυτό η προσέγγισή τους ήταν πολιτικά ευκολότερη (ύστερα και από την εμπειρία της συγκυβέρνησης δεξιάς-ακροδεξιάς που οδήγησε σε ευρωπαϊκή απομόνωση) αλλά και εκλογικά επιβεβλημένη, αφού δεν υπήρχαν εναλλακτικά σενάρια.
Η εμπειρία έδειξε δύο πράγματα. Πρώτον, ότι είναι μύθος πως κυβερνήσεις «μεγάλου συνασπισμού» μπορούν να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις. Ο κ. Αλογοσκούφης έχει δίκιο όταν λέει πως υπάρχουν αλλαγές για τις οποίες κανένα κόμμα δεν μπορεί να αναλάβει το πολιτικό κόστος. Αυτό όμως δεν σημαίνει συγκυβέρνηση ή κυβερνητική συνεργασία. Σημαίνει πολιτική γενναιότητα από το κόμμα που βρίσκεται στην κυβέρνηση και αντίστοιχη από εκείνο που βρίσκεται στην αντιπολίτευση – το ασφαλιστικό Γιαννίτση μας δίνει μια νωπή ανάμνηση για το τι συμβαίνει όταν λείπουν και τα δύο.
Ο δεύτερος μύθος είναι πως οι «μεγάλοι συνασπισμοί» μπορούν να συντηρήσουν το σύστημα. Αντίθετα. Το υπονομεύουν στη βάση του, που είναι η εναλλαγή στην εξουσία κομμάτων ή σχημάτων με σχετικά ενιαία ιδεολογική προσέγγιση και προβλέψιμη πολιτική έκφραση. Οι πολίτες δικαιούνται να αποφασίζουν εάν θέλουν η χώρα να κινηθεί σε μια κατεύθυνση ή σε μια άλλη, αν θέλουν –ας πούμε- περισσότερο ή λιγότερο κράτος σε μια συγκυρία, αν θέλουν λιγότερους ή περισσότερους φόρους, αν θέλουν μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο του ιδιωτικού τομέα στην κοινωνική πολιτική, την παιδεία ή την υγεία. Οι «μεγάλοι συνασπισμοί» σταματάνε το εκκρεμές που είναι στη βάση του πολιτικού συστήματος. Το αποτέλεσμα είναι να χαλάει ο μηχανισμός και αντί για τον κούκο να πετιέται από το ρολόι ένας Χάιντερ ή ένας Λεπέν.
Κι αν όχι μεγάλοι συνασπισμοί και με ορατή πια στις δημοσκοπήσεις, πέρα από τις εσωτερικές ανατροπές, τη χρεωκοπία του δικομματισμού, δηλαδή των μονοκομματικών κυβερνήσεων, τι μένει; Μένουν μόνον οι μικροί συνασπισμοί. Αυτοί που ευνοεί το εκλογικό μας σύστημα, με την μόνη πρόνοια της «βαριάντας Παυλόπουλου» να περιλαμβάνουν υποχρεωτικά το πρώτο κόμμα. Είναι μια συζήτηση που δεν αποφεύγεται όσο και να την ξορκίσεις.
Monday, September 29, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
4 comments:
Συμφωνώ με όλα όσα γράφετε για τους μεγάλους συνασπισμούς. Άλλωστε υπάρχει η εμπειρία της Γερμανίας μεταξύ '66-'69 (Κουρτ Γκέοργκ Κίζινγκερ) που οδήγησε στο φούντωμα της APO (Ausserparlamentarische Opposition, ήτοι εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση και οι παραφυάδες με Ντούτσκε, Ένσλιν, Μπάαντερ-Μάινχοφ, Ραφ κ.λπ.).
Η συζήτηση περί μικρών συνασπισμών ίσως έρθει και πριν τις επόμενες εκλογές, ανάλογα και με την εξέλιξη του ιδιότυπου μπρα-ντε-φερ μεταξύ Γ. Καρατζαφέρη και ΝΔ (θα συμμαχήσουν "με τη βούλα" ή θα σαλαμοποιηθεί ο ΛΑ.Ο.Σ.;).
Ευπρόσδεκτη λογική, ευπρόσδεκτο και το γεγονός ότι θεωρείτε επιβεβλημένη τη θαρραλέα largesse του ΠΑΣΟΚ προς τον Συνασπισμό. Πώς αλλιώς;
Υπενθυμίζω ως διεθνή εμπειρία παρόμοια της Αυστρίας - αν η Ελφρίντε Γιέλινεκ δεν ήταν αγοραφοβική θα είχε μεταναστεύσει μετά και τα τελευταία - την παλαιότερη της Ολλανδίας όπου επίσης τα δύο μεγάλα κόμματα συνεργάστηκαν και εισέπραξαν τα επίχειρα της κοινωνικής αποδοκιμασίας, καταστρέφοντας κάποια αποθέματα πολιτικής εμπιστοσύνης και κοινωνικής αισιοδοξίας που απέμεναν.
Από τα πολύ καλά posts σας το σημερινό.
Υ.Γ. Αν βρείτε καιρό, διαβάστε τους "Αποκλεισμένους" της Γιέλινεκ.
Μια διευκρίνιση και για τα δύο σχόλια. Δεν νομίζω ότι υπάρχει καμμία απολύτως περίπτωση να συνεργαστεί η ΝΔ με τον Καρατζαφέρη. Η περίπτωση της Εθνικής Παράταξης με 6,92% στις εκλογές του 77 και εξαφάνιση το 81 δείχνει πως μπορεί ο Καρατζαφέρης να γίνει ένα είδος "αποθήκης" δυσαρεστημένων ψηφοφόρων που να επανακάμψουν τη δύσκολη στιγμή. Το πρόβλημα του Καραμανλή είναι ότι αυτοί δεν φτάνουν. Αντίθετα, η δυσαρέσκεια κατευθύνεται προς Οικολόγους ή και ΣΥΡΙΖΑ, οπότε προς τα ΑΡιστερά, άρα θα πρέπει να ψάξει και από τις δύο μεριές και δεν θα είναι εύκολο.
Επίσης, δεν νομίζω ότι οι σχέσεις του ΠΑΣΟΚ με το ΣΥΝ θα έχουν ενδιαφέρον εάν το ΠΑΣΟΚ σε κάποια φάση μπορεί να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Τότε θα συμβεί ό,τι και από το 96 έως το 2000. Ο Παπανδρέου νομίζω ότι θα το ήθελε γνήσια να προσεγγίσουν αλλά οι βασικοί υποστηρικτές του βρίσκονται παραδοσιακά στη λογική του Αντρέα: κλάδος φιλίας, δίλημμα εξουσίας, απορρόφηση ψήφων.
Ναι, αλλά εσείς προσωπικά πώς πιστεύετε ότι πρέπει να κινηθεί το ΠΑΣΟΚ: στη λογική του παλαιού των ημερών ή της γνήσιας όπως λέτε επιθυμίας για προσέγγιση με την αριστερά του ΣΥΝ που εμφορεί τον Γιώργο;
Post a Comment