Thursday, September 25, 2008

Τα τέλη μιας χώρας

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου – και σε αυτό το δίλημμα δεν υπάρχει διέξοδος. Η χώρα θα ακινητοποιηθεί. Εάν οι τελωνειακοί δεν ικανοποιηθούν, τα πρατήρια θα στεγνώσουν, τα ρεζερβουάρ κάποια στιγμή θα αδειάσουν και τα αυτοκίνητα θα μείνουν στα γκαράζ. Εάν οι τελωνειακοί κερδίσουν το στοίχημα της απεργίας τους, η χώρα πάλι θα ακινητοποιηθεί. Θα ακινητοποιηθεί για πολλά, πολλά χρόνια.

Η απεργία στα τελωνεία πηγαίνει πολύ βαθιά στο πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια μια απεργία δεν γίνεται για οικονομικά αιτήματα. Αυτό δεν σημαίνει πως τίποτα δεν διακυβεύεται. Αντίθετα: σημαίνει πως διακυβεύονται τα πάντα.

Προσπαθώ να το περιγράψω με σχετικά απλό τρόπο. Το 1917 η Ελλάδα ήταν Βασίλειο, και μάλιστα πτωχό. Για να δουλεύουν τα τελωνεία της υπερωρίες και να μην κλείνουν στο ωράριο, αποφασίστηκε το παραπάνω κόστος να το πληρώνουν οι ενδιαφερόμενοι. Από το τέλος που κατέβαλλαν πληρώνονταν οι υπερωρίες ως μπόνους στους τελώνες. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού. Ακόμη το τέλος υπάρχει και πληρώνεται κανονικά. Πηγαίνει σε ένα ταμείο. Αφού πληρωθούν όσοι είναι να πληρωθούν, το υπόλοιπο το διαχειρίζεται το υπουργείο Οικονομικών, αλλά στη διαχείριση αυτή έχουν λόγο και οι ίδιοι οι τελωνειακοί. Τώρα θα πηγαίνει στον προϋπολογισμό και δεν θα έχουν λόγο.

Αυτή είναι η ουσία. Ποιος έχει λόγο για τα δημόσια έσοδα και την τύχη τους. Ποιος είναι ο υπεύθυνος και έναντι τίνος για τη διαχείρισή τους. Σε τελική ανάλυση, το ερώτημα που θέτει η απεργία των τελωνειακών είναι σε ποιο βαθμό η χώρα αυτή διοικείται από την κυβέρνησή της, την εκάστοτε κυβέρνηση, που έχει τη λαϊκή εντολή και σε ποιο βαθμό η εκτελεστική εξουσία ασκείται στο πλαίσιο ενός ασφυκτικού συνόλου από μικρούς καταναγκασμούς με τη μορφή κεκτημένων δικαιωμάτων, εγγυητής των οποίων για λογαριασμό των επιμέρους κλαδικών συμφερόντων είναι οι συνδικαλιστικές ενώσεις.

Τα συνδικάτα το έχουν αποφασίσει εδώ και πολύ καιρό – με ορόσημο νομίζω τη νίκη τους πάνω στο ασφαλιστικό Γιαννίτση. Εκείνα (θεωρούν πως) είναι η πραγματική πηγή της λαϊκής εξουσίας. Με τον Αντρέα είχε ζόρια στη δεύτερη τετραετία –θυμάστε τα περίφημα ρετιρέ και τις διαδηλώσεις όπου για πρώτη φορά το πανελλήνιο έμαθε τις καμπαρτίνες Μπάρμπερις. Μετά, όμως, τα βρήκαν. Με το Μητσοτάκη ήρθαν σε άγρια, ανελέητη σύγκρουση και ήταν καθοριστικός παράγοντας για την απώλεια του ελέγχου μέσα σε πολύ λίγο χρόνο. Με το Σημίτη, πρώτα τον στήριξαν, και μετά τον βύθισαν στα τάρταρα, στη δεύτερη πάλι τετραετία. Για τον Καραμανλή, καιρό τώρα, δεν υπάρχει συνεπέστερη, επαγγελματικότερη, σκληρότερη και αποτελεσματικότερη αντιπολίτευση από τη ΔΑΚΕ του κ. Πουπάκη. Η ΔΑΚΕ του κ. Πουπάκη (όπως θα θυμάστε και από την υπόθεση της εθελουσίας του ΟΤΕ) μοιάζει περίεργα πολύ με την ΠΑΣΚΕ του κ. Παναγόπουλου. Μερικές φορές δυσκολεύεσαι να τις ξεχωρίσεις.

Οι άνθρωποι στα τελωνεία δεν είναι τυχαίοι. Ξέρουν τι κάνουν. Δεν παλεύουν για λεφτά – αυτά τα έχουν πάρει χρόνια τώρα, σιωπηρά και κάτω από τη μύτη των υπολοίπων και με την συνένοχη σιγή του κ. Αλογοσκούφη, που χτες θυμήθηκε πως είναι προνομιούχοι. Πολύ αργά για δάκρυα… Οι άνθρωποι δίνουν τον αγώνα τους γιατί ξέρουν πως το πραγματικό συμφέρον του κλάδου –κι αυτό ισχύει απολύτως- είναι η διατήρηση της εξουσίας του, του μέτρου πρόσβασης που έχει κατακτήσει στη νομή της γενικής πίττας.

Δεν θα σας κόψω χρήματα ή επιμίσθια, τους λένε. Άσχετο και εκτός θέματος. Ανησυχούν για το εάν η μετάπτωση του τέλους στην κατηγορία των δασμών θα το καταστήσει ευάλωτο σε κοινοτική απαγόρευση, οπότε θα μειωθούν τα δημόσια έσοδα. Και τι τους νοιάζει, θα πείτε… Έχουν τέτοια εντολή ή τέτοια εξουσιοδότηση από κανέναν. Ποιος ασκεί δημοσιονομική πολιτική; Δεν είναι δικαίωμα κάθε υπουργού, υπόλογου έναντι των πολιτών, να καταργεί τέλη ή δασμούς, αν έτσι κρίνει;

Η απάντηση σήμερα στην Ελλάδα είναι όχι. Οι τελωνειακοί το λένε καθαρά. Δεν θέλουν να είναι πλουσιότεροι. Θέλουν να συγκυβερνούν. Κι αυτό είναι άλλης τάξης ερώτημα για τη χώρα.

2 comments:

Anonymous said...

Σωστό. Το μόνο που θα συμπλήρωνα είναι πως με τον έναν ή άλλο τρόπο οι περισσότεροι, ή, πολλοί απο εμάς του υπόλοιπου κοινωνικού συνόλου κατά βάθος καταδικάζουμε τους τελωνειακούς όταν μας εκβιάζουν- όμως οφείλουμε να παραδεχτούμε πως κι εμείς εάν είμαστε μέλη σκληρών συνδικάτων τα οποία επί δεκαετίες τώρα καρπούνται τα λίγα απο τους πολλούς, αθόρυβα και διακριτικά σιωπούμε. Η κάνουμε πολύ, μα πολύ θόρυβο εάν αγγίξουν τα δικά μας κεκτημένα.
Πιστεύω ότι κατα βάθος είμαστε φτωχοδιάβολοι, και η πραγματικότητα αποδυκνείει πως όσα κι αν διακυρρήτουμε στην πραγματικότητα ψάχνουμε μια τρύπα να «τρουπώσουμε» που έλεγε κι ο Βέγγος αδιαφορώντας για το συλλογικό καλό.
Θα κλείσω με μια φράση του Γιαννίτση επι εργασιακού (θυμάσαι το νόμο που έκανε ακριβές τις υπερωρίες μπας και προσλάβουν κανέναν φουκαρά; Τον κατήργησε τον πρώτο χρόνο της η ΝΔ υποκύπτωντας όχι μόνο στις πιέσεις των εργοδοτών αλλά και των ..εργαζομένων που επιθυμούν να αυξάνουν κατατις τον μισθό τους με τις υπερωρίες παρά να βρει δουλειά και κανένας ακόμα...): «Βλέπεις οι άνεργοι δεν εκπροσωπούνται, κανείς δεν φωνάζει γι' αυτούς».

Fivos Karzis said...

Μόνο που αυτό ευνοεί, φυσικά, τους πιο ισχυρούς. Ο καθένας εξασφαλίζει ένα μικρό προνόμιο και αισθάνεται γι'αυτό προνομιούχος. Αλλά δεν είναι. Γιατί στη γενική κατανομή, η έκταση των προνομίων των ισχυρότερων υπερκαλύπτει το όποιο κέρδος έχουν από τα μικροπρονόμιά τους οι ασθενέστεροι. Που νομίζουν ότι πιάνουν τους άλλους κορόιδα, ενώ κορόιδα είναι οι ίδιοι, που δεν διεκδικούν έστω και με μια προσωρινή απώλεια κεκτημένων ένα περιβάλλον ισονομίας και δικαίου, ανταλλάσσοντάς το με ψίχουλα ανομίας, η οποία εν τέλει αποβαίνει βαρύτατα εις βάρος τους.