Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου – και για λίγα πράγματα μπορούσε κανείς να είναι σίγουρος σε αυτή τη ζωή. Μια ακλόνητη βεβαιότητα ήταν ότι στο Άγιον Όρος οι άνθρωποι δεν ασχολούνται με τα εγκόσμια. Μια άλλη ακλόνητη βεβαιότητα ήταν ότι άμα θέλεις τα λεφτά σου να είναι σίγουρα, βάλ΄τα στην τράπεζα, όσο μεγαλύτερη τόσο καλύτερα, κι άμα είναι κι αμερικάνικη μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος. Και μια τρίτη, αυτή κι αν ήταν ακλόνητη, βεβαιότητα: ότι ο Καραμανλής θα κερδίζει πάντα το Γιώργο στα γκάλοπ. Αυτός ο κόσμος έχει χαλάσει…
Τι είναι αυτό που ζούμε αυτές τις μέρες στην Ελλάδα; Υπάρχουν δύο εκδοχές. Η μία είναι δυσάρεστη για την κυβέρνηση. Πρόκειται για την καλή εκδοχή. Η κακή εκδοχή είναι απολύτως καταστροφική για την κυβέρνηση.
Σενάριο πρώτο: βρισκόμαστε στην κορυφή του κύματος. Είναι ένα κύμα αρνητικό για τον κ. Καραμανλή, που τον δοκιμάζει και προσωπικά, για πρώτη φορά. Έχουν εξαντληθεί –αυτό είναι προφανές- τα περιθώρια ανοχής, αλλά απομένει ενδεχομένως μια ύστατη προσωπική πίστωση, ότι μπορεί να αποκαταστήσει την επαφή του με την κοινή γνώμη, να ανακτήσει το πολιτικό αισθητήριο που του είχε δώσει στρατηγικό πλεονέκτημα επί σχεδόν μια επταετία και, εντέλει, να ανακάμψει. Αυτό είναι το καλό σενάριο.
Σενάριο δεύτερο – το κακό: δεν βρισκόμαστε στην κορυφή του κύματος, αλλά στη βάση. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια καμπή, εκεί ο κ. Καραμανλής πέρασε αυτό που αποκαλείται «σημείο χωρίς επιστροφή». Από το σημείο αυτό και μετά, δεν έχει κανείς αρκετά καύσιμα για να επιστρέψει στη βάση του. Αν του τύχει κάτι δυσάρεστο, δεν έχει παρά να επιχειρήσει να φτάσει στον προορισμό του. Για τους Πρωθυπουργούς, ο προορισμός είναι η κάλπη. Για τους Πρωθυπουργούς με 152 (ή, μάλλον με 151 στην πραγματικότητα) βουλευτές, υπάρχει μια πρόσθετη αγωνία: δεν ξέρουν πότε ακριβώς θα φτάσουν στον προορισμό τους. Για την ακρίβεια, πότε ο προορισμός θα εμφανιστεί ξαφνικά μπροστά τους. Πόσο μπορείς να κυβερνήσεις όταν δεν ξέρεις για πόσο θα κυβερνήσεις;
Έχω κι ένα καλό νέο για όσους απεχθάνονται τις αλλαγές. Ζούμε, εκτός από την κατάρρευση των μικρών Θεών του μοναχισμού, της οικονομίας και της πολιτιικής, ζούμε εκτός από την κοσμογονική συντριβή και την αποκατάσταση μιας παλιάς σταθεράς που είχε κλονιστεί. Για 30 χρόνια το σύστημα βασιζόταν στη λογική των συγκοινωνούντων δοχείων. Ό,τι έχανε το ένα μεγάλο κόμμα, το κέρδιζε το άλλο. Η δυσαρέσκεια πηγαινοερχόταν ανάμεσά τους. Η ανατροπή από τις περασμένες εκλογές ήταν ακριβώς η εκτόνωση της απογοήτευσης, της δυσφορίας και της απαρέσκειας προς κατευθύνσεις άλλες από τις συστημικά προδιαγεγραμμένες. Τώρα, για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, η ροή αυτή δείχνει να αποκαθίσταται και, επίσης, να ανακτά και λίγο από το χαμένο έδαφος. Αν η τάση παραμείνει, θα επανακάμπτει, αν όχι παντοδύναμη, πάντως ως η κυρίαρχη τάση. Ίσως με πιο χαμηλό ταβάνι, έστω με μικρότερες προσδοκίες, ο δικομματισμός παίρνει μια παράταση – βασισμένη όχι στην προσδοκία, αλλά στη βαθιά απελπισία και την αγωνία για το αύριο, ένα διαφορετικό αύριο, χωρίς εχέγγυα, χωρίς ελπίδες, απλώς ως βαθιά αποδοκιμασία του σήμερα.
Tuesday, September 16, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment