Τετάρτη 9 Ιανουαρίου – και μια ακόμη ανατροπή προγνωστικών στις αμερικανικές προκριματικές εκλογές, αυτή τη φορά υπέρ της Χίλαρυ και σε βάρος του Ομπάμα, δείχνει ακριβώς πόσο δύσκολες είναι πια (και όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες) οι προγνώσεις. Μετά την εποχή των αναταράξεων, ζούμε την εποχή της ρευστότητας.
Αυτή η ρευστότητα είναι πια το κεντρικό χαρακτηριστικό της πολιτικής συμπεριφοράς σε όλο και μεγαλύτερα στρώματα, κυρίως των ανεπτυγμένων κοινωνιών, στις οποίες πια εύκολα κατατάσσεται και η Ελλάδα. Όλο και περισσότεροι διστάζουν. Όλο και πιο πολύ εγκαταλείπονται οι παγιωμένες συμπεριφορές, οι σταθερές εντάξεις, η ταύτιση με συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους. Όλο και περισσότερο αμφισβητείται η χρησιμότητα των παλιών, γνωστών, αποκρυσταλλωμένων διαχωρισμών, εν τέλει και η ίδια η σχέση τους με τη σημερινή πραγματικότητα – αν δηλαδή απλώς δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στο σύνολο των απαιτήσεών της, ή έχουν τη μορφή λειψάνων, απολιθωμάτων, μιας κληρονομιάς του παρελθόντος από την οποία είναι δύσκολο να απαλλαγεί κανείς, ακόμη και αν είναι προφανές ότι συνιστά πια περισσότερο βάρος παρά κέρδος.
Σε ψυχρούς εκλογικούς όρους το αποτέλεσμα είναι ότι η συμπεριφορά των πολιτών, ατομικά και μαζικά, δεν είναι πια προβλέψιμη. Όπως διαπιστώνουν και στις Ηνωμένες Πολιτείες, εκεί όπου γεννήθηκε η ιδέα των σφυγμομετρήσεων και είναι πλήρως αφομοιωμένη στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος και της αγοράς, υπάρχει πια ένας τεράστιος αριθμός ανθρώπων που αποφασίζει την τελευταία στιγμή προς τα πού θα κλίνει, οι τάσεις μεταβάλλονται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και τα «επικοιωνιακά φαινόμενα» σχηματίζονται και καταρρέουν με την ταχύτητα που έχει πια επιβάλει το ηλεκτρονικό μοντέλο. Όταν η πληροφορία διαχέεται παντού σε μια στιγμή, η επίδρασή της είναι ακόμη πιο αβέβαιη.
Ακόμη κι έτσι, όμως, υπάρχουν δύο βασικά συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ακριβώς η παράμετρος της ρευστότητας και της αβεβαιότητας ως σταθερά στην πολιτική εξίσωση. Οποιοσδήποτε δημοσκόπος στην Ελλάδα μπορεί να σας βεβαιώσει ότι δεν πρόκειται για αμερικανικό προνόμιο.
Και, δεύτερον, η αμφισβήτηση του συστήματος. Ακόμη και χαμένος, αλλά για λίγο, στο Νιου Χαμσάιρ, ο Ομπάμα δείχνει πως μπορεί πια ακόμη και στο πιο σκληρό πολιτικό σύστημα του κόσμου η άρνησή του να αποτελεί πολιτική πλατφόρμα. Ότι υπάρχει μια ευρύτατη, διάχυτη επιθυμία της κοινωνίας για ανατροπές και αλλαγές, που να προέρχονται μάλιστα από έξω και όχι από μέσα. Λίγοι πια πιστεύουν στην ειλικρίνεια όσων υποστηρίζουν ότι θα προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις εκ των έσω. Οι πολίτες θέλουν ρήξεις που να σηματοδοτούν και την αποστροφή που αισθάνεται πια μεγάλο μέρος της κοινωνίας για το παιχνίδι των προηγούμενων χρόνων, τους όρους και, ακόμη, τους παίκτες του. Ακόμη κι αν η Χίλαρυ, ο πιο σκληρός αλλά και ο πιο ικανός εκπρόσωπος του συστήματος, κερδίσει, το μήνυμα Ομπάμα παραμένει όχι απλώς επίκαιρο αλλά και με δυνατότητες διάδοσης σε μεγάλη κλίμακα, όπου το πολιτικό σύστημα θεωρείται ξεπερασμένο, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες στην Ευρώπη. Η Ελλάδα δεν είναι εξαίρεση.
Wednesday, January 9, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comment:
Καλημέρα και καλή χρονιά,
Φίλε Φοίβο αυτό που έγινε στις ΗΠΑ και παρατηρείται σε όλον τον πλανήτη, ακόμα και στην ψωροκώσταινα, αφορά μια περίοδο που όλα τα συστήματα σήμερα αντιμετωπίζουν στο πλαίσιο της αδράνειας για επικαιροποίηση τους.
Βλέπεις η ανατολή της νέας κοινωνικής πραγματικότητας, που η ταχύτητα της πληροφορίας καθορίζει, αφορά στρώματα των πληθυσμών που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συμμετέχουν στην επιτάχυνση της ροής αυτής.
Η χρήση της τηλεφωνίας και των υποσυστημάτων της (SMS, MMS, κλπ) καθώς και το διαδίκτυο με τα social media το social networking και computing, τροφοδοτούν την ροή της πληροφορίας και επιταχύνουν την προσωπική και κοινωνική ζύμωση. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται ένας κατακερματισμός του ενδιαφέροντος των πολιτών οι οποίοι περισσότερο υποψιασμένοι από ποτέ αντιδρούν σε κάθε παραδοσιακή πρόσκληση κοπαδιού με την ερώτηση «Εγώ τι θα κερδίσω;»
Στο πλαίσιο αυτό οι εταιρίες μετρήσεων χάνουν την δυναμική τους η οποία ήταν προσανατολισμένη στην άντληση αξίας από τους ερωτώμενους για την αναπαραγωγή υπεραξίας για τις ίδιες και τα συστήματα που υπηρετούσαν. Σήμερα η ερώτηση «Εγώ τι θα κερδίσω;» αφορά την διεκδίκηση μια έντιμης αναδιανομής της αξίας (και δεν εννοώ με αριστερίστικες η άλλες τέτοιου είδους διαδικασίες) αλλά με σύγχρονες μεθόδους που αφορούν και την συμμετοχικότητα.
Έτσι οι κοινότητες των opinion makers και των opinion leaders μιλούν και αναπτύσσουν την μεθοδολογία του Community Driven Innovation (CDI) που προϋποθέτει μεγαλύτερη συνεισφορά και προσφορά αξίας από τον ερωτώντα προς τον ερωτώμενο (και φυσικά δεν εννοώ δωροδοκία).
Έτσι φίλε μου ο Ομπάμα και η Χίλαρυ που έχουν τέτοιους μηχανισμούς γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή πως θα ανατρέψουν το σκηνικό υπέρ τους, μια που με την μέθοδο του CDI διαβάζουν τις μύχιες σκέψεις των οπαδών τους.
Θέλω να πιστεύω ότι οι συνεχείς ανατροπές αυτές θα είναι υπέρ των πολιτών που παρά το γεγονός ότι προσφέρουν απλόχερα τις σκέψεις τους αυτές, παράλληλα δημιουργούν μια έντονη ανασφάλεια στα παγιωμένα συστήματα με την δυναμική που αναπτύσσουν. Ελπίζω και εύχομαι να δούμε και άλλες ανατροπές που δεν θα μας οδηγήσουν σε έναν νέο σύστημα ιεροεξεταστή σαν και αυτό που έχουμε.
Την καλημέρα μου και πάλι
Post a Comment