Πέμπτη 24 Ιανουαρίου – και δεν συνέβησαν πολλά στην επίσκεψη Καραμανλή στην Άγκυρα ύστερα από μισό αιώνα. Δεν άλλαξε κάτι στις σχέσεις ή στις θέσεις, δεν μάθαμε κάτι που δεν ξέραμε για τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Μάθαμε, όμως, κάτι εξαιρετικά σημαντικό. Ότι Ελλάδα και Τουρκία μπορούν να συνυπάρχουν, να διαφωνούν, να εμμένουν στις θέσεις τους, να μην οδηγούνται σε παροξυσμούς ή σε υποχωρήσεις – και παρά ταύτα να έχουν επαφές σε επίπεδο κορυφής. Να διατηρούν, δηλαδή, αυτό που είναι αυτονόητο για οποιεσδήποτε γειτονικές χώρες δεν θέλουν να βρίσκονται σε διαρκή κατάσταση έντασης: ομαλές σχέσεις.
Είναι η μεγάλη (αλλά λεπτή και δύσκολη στην εξήγησή της στην κοινή γνώμη) διαφορά ανάμεσα στην «ελληνοτουρκική φιλία», που είναι δύσκολη και εν τέλει μπορεί να μην έχει και ιδιαίτερο περιεχόμενο, και την «καλή γειτονία», που είναι το αναγκαίο πολιτικό ζητούμενο.
Σήμερα, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη φορά, είναι μια ευκαιρία. Μετά από πολλά-πολλά χρόνια, κανείς στην Αθήνα δεν αμφισβητεί ότι υπάρχει πια ένας, μοναδικός, αξιόπιστος και εσωτερικά σταθερός συνομιλητής. Η μείζων πολιτική παρουσία του Ταγίπ Ερντογάν έχει αλλάξει μια κρίσιμη παράμετρο: την υπαγωγή του πολιτικού προσωπικού στο στρατιωτικό κατεστημένο. Δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη, αλλάζει όμως σταθερά και, επιπλέον, είναι εξίσου σταθερά στην πολιτική ατζέντα του Ερντογάν. Η επικράτησή του είναι εξίσου πιθανή και θετική.
Ταυτόχρονα, για πρώτη φορά, συμπίπτει ο πολιτικός κύκλος στην Ελλάδα και την Τουρκία. Οι κυβερνήσεις τους κέρδισαν με διαφορά μερικών μηνών καθαρές εκλογικές νίκες. Έχουν νωπή λαϊκή εντολή – και μάλιστα εστιασμένη σε εσωτερικές προτεραιότητες. Στην Ελλάδα, εδώ και πολλά χρόνια τώρα, η παραδοσιακή αντιπαλότητα με την Τουρκία και συνολικά τα θέματα εξωτερικής πολιτικής έχουν φύγει από την εκλογική ημερήσια διάταξη. Το Σεπτέμβριο, εάν θυμάμαι καλά, δεν έγινε ούτε μια ερώτηση στο ντημπέιτ για την εξωτερική πολιτική. Στην Τουρκία, οι εντολείς του κ. Ερντογάν έχουν κυρίως εσωτερικές προτεραιότητες: την εδραίωση της δημοκρατίας, τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης, την κατοχύρωση των ατομικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Οι συνθήκες για την εξομάλυνση είναι παρούσες, χωρίς να έχει μεταβληθεί κάτι στις διαφορές. Η επίσκεψη δεν έφερε τίποτα. Αλλά η ίδια η επίσκεψη είναι τμήμα της εξομάλυνσης. Το πρόβλημα είναι ότι κρατάει μόνον τρεις μέρες, όπως όλα τα θαύματα. Μετά επιστρέφει κανείς και βρίσκεται πάλι απέναντι στο Ζαχόπουλο, το Μάκη, το Θέμο, τον ανακριτή, το Χίο και, τώρα, τον Κουκοδήμο. Με τον Ερντογάν παλεύεται. Με τον Κουκοδήμο πιο δύσκολα…
Thursday, January 24, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment