Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου – και τι ακριβώς έχουμε; Βουλή των Συντεχνιών ή Βουλή των Αντιπροσώπων; Ζούμε στην Ελλάδα τον 21ο αιώνα ή στη Χανσεατική Ένωση το 17ο;
Ο συντεχνιασμός, παράλληλο σύμπτωμα του κρατισμού και κληρονομιά από τις δεκαετίες του 70 και κυρίως του 80, είναι μια από τις κατεξοχήν παθογένειες της αντιπολίτευσης. Σε αντίθεση, όμως, με άλλες χώρες και με άλλα συμπτώματα, αποτελεί ακόμη και σήμερα προπύργιο με ευρύτατη κοινωνική υποστήριξη, καθώς μεγάλες ομάδες πολιτών τον βλέπουν –ακόμη…- ως καταφύγιο σε μια εποχή αυξανόμενης ρευστότητας.
Η συντεχνιακή λογική, με τον τρόπο αυτό, ανθίσταται στις πιέσεις της εποχής, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ένα μικρό μέρος, που αναζητεί τρόπους όχι να επιζήσει μέσα σε αυτά, αλλά να κρυφτεί από τα παγκόσμια ρεύματα, ιδιαίτερα τον ανταγωνισμό των αγορών. Και, με τις πολιτικές ηγεσίες αδύναμες, γίνεται βασικός παράγοντας στους συσχετισμούς, αναδεικνύεται σε ρυθμιστή στο κεντρικό πολιτικό παιχνίδι.
Πάρτε παράδειγμα την κυβέρνηση. Τι ακριβώς δηλώνει σήμερα ο κ. Σουφλιάς και η υφυπουργική vox Dei, ο κ. Ξανθόπουλος; Δηλώνει ότι ο άνθρωπος είναι πρώτα μηχανικός και μετά όλα τα άλλα. Μετά βουλευτής, μετά υπουργός, μετά στέλεχος της κυβέρνησης. Πρώτιστον το υπηρετείν τους εντολείς του. Και θεωρεί, αυτός ένας μείζον πολιτικός, ένας πολιτικός της λογικής και της σωφροσύνης χωρίς αμφιβολία, ότι η βασική εντολή αντιπροσώπευσης που έχει δεν αφορά την επικράτεια, στο ψηφοδέλτιο της οποίας εξελέγη, αλλά το χώρο της επαγγελματικής του προέλευσης, τις πολιτικές του ρίζες. Υπό οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες, υπουργός που διαφωνεί με την κυβέρνησή του στο πρώτο θέμα της ατζέντας της, την κορυφαία των μεταρρυθμίσεων για τις οποίες θεωρητικώς εξελέγη, και διαφωνεί τόσο ριζικά και κεντρικά, προφανώς έχει να διαλέξει ανάμεσα στην αυτοτέλεια του λόγου του βουλευτή και τη θεμελιώδη συνθήκη παρουσίας σε ένα κυβερνητικό σχήμα, που είναι η διατήρηση της συνοχής του μέσα από την πολιτική αλληλεγγύη των μελών του.
Μην ανησυχείτε. Φυσικά δεν πρόκειται να τεθεί τέτοιο δίλημμα. Ο κ. Σουφλιάς έχει χρόνια τώρα κατοχυρώσει μια ειδική θέση μέσα στην κυβέρνηση. Αλλά έτσι και αλλιώς, δεν θα υπήρχε πάλι θέμα σε μια κυβέρνηση των 151 βουλευτών και ταλαιπωρημένη τόσο πολιτικά το τελευταίο διάστημα. Πώς άραγε θα αντέξουν τώρα στην πίεση χωρίς να εμφανιστούν εξωμότες της επαγγελματικής τους προέλευσης, λέω για παράδειγμα ο κ. Ρουσσόπουλος, που είναι δημοσιογράφος, ή ο κ. Κωνσταντόπουλος και ο κ. Παπαγεωργίου, που είναι γιατροί, για να μην αρχίσω να μετράω δικηγόρους. Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση κάπως έτσι φτάνει στο τέλος της. Για την ακρίβεια: επιστρέφει στην αρχή της.
Δεν είναι μόνον η κυβέρνηση θύμα του συντεχνιασμού. Στην μάχη για την προεδρία στο ΠΑΣΟΚ, καθοριστικός για την επικράτηση του κ. Παπανδρέου ήταν ο ρόλος των μαχητικών συνδικαλιστών. Θα θυμάστε ίσως την περίφημη συνέντευξη των «πέντε» - ενώ τώρα συζητείται η υποψηφιότητα του κ. Πολυζωγόπουλου, στελέχους με όλες τις προδιαγραφές για κάτι τέτοιο, για τη γραμματεία του κόμματος. Θα είναι εύλογο, αλλά θα έχει μια σημασία. Με τον τρόπο που υποστηρίχθηκε ο κ. Παπανδρέου από τους συνδικαλιστές για να εκλεγεί, η ηγεσία του αναγκαστικά συνδέεται μαζί τους – όχι με τα πρόσωπα, εννοώ με τις πολιτικές προτεραιότητές τους. Το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα συνδικάτων – με την πρόσθετη ελληνική ιδιαιτερότητα, να πρόκειται κυρίως για συνδικάτα εργαζομένων του δημόσιου τομέα. Αλλά δεν υπάρχει από όσο ξέρω στην Ευρώπη σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που να ανακαινίστηκε ιδεολογικά και να αναβαπτίστηκε κοινωνικά χωρίς ρήξη με τις ισχυρές ομάδες πίεσης των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Που εντολείς τους, φυσικά, είναι όσοι δεν θέλουν να χάσουν τίποτα από μια μεταρρύθμιση. Εν τέλει: από οποιαδήποτε μεταρρύθμιση.
Wednesday, February 6, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment