Friday, October 31, 2008
It's the economy, stupid - παλαιό και επίκαιρο
Πρωταγωνιστεί επίσης και στην Ελλάδα – χωρίς να το ξέρει, και ενδεχομένως χωρίς να το ξέρουμε. Η εκλογική του καμπάνια το 1992 θυμίζει αυτή την ιδιότυπη πολιτική περίοδο που περνάμε, χωρίς να ξέρουμε πότε ακριβώς θα βγάλει στις κάλπες. Τότε ο μεγάλος Μπους είχε για σύνθημα τους θριάμβους έξω από τα σύνορα - είχε κερδίσει τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο και επί των ημερών του είχε λήξει ο Ψυχρός Πόλεμος και είχε εγκαθιδρυθεί η αμερικανική παντοδυναμία (αυτή που ο γιος του παρεξήγησε ως δυνατότητα δημιουργίας ενός μονοπολικού κόσμου). Αλλά από πολιτική άποψη το βασικό ήταν η προβολή των επιτυχιών στο εξωτερικό, αυτό που εδώ ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλεγε στη δεκαετία του 70 «έξω πάμε καλά». Την ίδια ώρα, η Αμερική –όπως και σήμερα- είχε μπει σε ύφεση.
Ο νεαρός και άγνωστος τότε κυβερνήτης του Αρκάνσας έκανε μια επιλογή που του χάρισε το Λευκό Οίκο. Άκουσε τον περίφημο (έτσι έγινε περίφημος…) σύμβουλό του Τζέημς Κάρβιλ. Εκείνος του κρέμασε στο γραφείο ένα πίνακα με τρεις φράσεις: «Μην ξεχνάς την υγεία και την πρόνοια», «Αλλαγή ή μία από τα ίδια» και τέλος, τη θρυλική φράση, «it’s the economy, stupid». «Είναι η οικονομία, βρε ανόητε…» που θα σου δώσει την προεδρία. Ο Κλίντον ανέχτηκε τον επιθετικό τόνο και κέρδισε την προεδρία.
Μπορείτε να κάνετε μια πρόβλεψη. Αυτά ακριβώς θα κυριαρχήσουν από εδώ και πέρα και στην ελληνική πολιτική αντιπαράθεση. Ποιος θα πείσει πως θα εξασφαλίσει τα ελάχιστα: υγεία και πρόνοια, μαζί με την ασφάλιση, είναι για τους Έλληνες τα ελάχιστα. Ποιος θα δημιουργήσει προσδοκία αλλαγής ή θα επικρατήσει ο φόβος της αλλαγής, σε ένα φόντο οικονομικής κρίσης και στην πράξη, αν όχι στον τεχνικό ορισμό, ύφεσης. Και, τέλος, «είναι η οικονομία, βρε βλαξ» - για τους διεκδικητές της ψήφου, όπως και για τους όλο και πιο δύσπιστους ψηφοφόρους.
Είναι η οικονομία για όλους – και θα έχουμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε σε πολύ λίγη ώρα, στην πρώτη μάχη κορυφής στη Βουλή.
Thursday, October 30, 2008
Χειρότερα από το Βατοπέδι
Η μέρα σήμερα είναι πολύ χειρότερη για την κυβέρνηση ακόμη και από εκείνες τις σκληρές και πρόσφατες μέρες των ρασοφόρων, των δικαστών, της λιμνοθάλασσας και των οικοπέδων της. Γιατί; - θα πείτε… Τι έχει συμβεί;
Μια διαφωνία υπουργών είναι. Και ποιών υπουργών; Διαφωνεί ο Σουφλιάς με τον Αλογοσκούφη. Περσινά ξινά σταφύλια… Πρώτη φορά είναι; Ούτε πρώτη, ούτε τελευταία που δύο υπουργοί έρχονται στα μαχαίρια. Ούτε πρώτη, ούτε τελευταία που δύο υπουργοί έχουν διαμετρικά αντίθετη αντίληψη για το πώς πρέπει να κινηθεί η κυβέρνηση. Σίγουρα, ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία που ο Σουφλιάς ακούει με αλλεργικές αντιδράσεις τις προσανατολισμένες στη λογική της αγοράς απόψεις του Αλογοσκούφη, ή που ο Αλογοσκούφης στραβώνει με την κρατικοκεντρική αντίληψη του «παλαιών αρχών» Σουφλιά. Τότε; Γιατί τόσος ντόρος; Γιατί χειρότερα από το Βατοπέδι;
Για έναν απλό και καταλυτικό λόγο. Επειδή τις μέρες του Βατοπεδίου, η κυβέρνηση μπορούσε να προσδοκά ότι έστω σέρνοντας τα πόδια, έστω με το στανιό κάποια στιγμή είτε θα παρενέβαινε ο Καραμανλής (που δεν συνέβη), είτε η φορά των πραγμάτων θα ήταν τέτοια (όπως πράγματι συνέβη) που θα δινόταν μια καθαρτήρια λύση –ήταν η έξοδος Ρουσσόπουλου. Και τότε η κυβέρνηση θα μπορούσε να ισχυριστεί πως σκάνδαλα συμβαίνουν και στις καλύτερες των οικογενειών σε όλο τον κόσμο και «ήρθε η ώρα να περάσουμε», όπως μέχρι ναυτίας έχουμε ακούσει από στελέχη, «από την παραπολιτική στην πολιτική».
Να΄μαστε. Περάσαμε. Αυτή τη φορά, δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Και στην πρώτη δοκιμασία πραγματικής πολιτικής, σε μια δοκιμασία μάλιστα με ιδιαίτερο πολιτικό βάρος, για το θέμα ακριβώς που όλοι γνωρίζουν ότι θα κρίνει τις εκλογές, την οικονομία, με ανοιχτά στο τραπέζι τα ζητήματα που καίνε τους πολίτες –τα δάνεια, την ανάπτυξη, την ανεργία- οι υπουργοί της βρέθηκαν ανά δύο απέναντι. Γιώργος εναντίον Γιώργου, Γιώργηδες εναντίον Φάνης.
Δεν είναι μια εικόνα κυβέρνησης που τα μέλη της διαφωνούν. Αυτό είναι θεμιτό και υγιές και, εν τέλει, συμβαίνει πάνοτε και παντού. Είναι μια εικόνα κυβέρνησης σε διαχειριστικό αδιέξοδο. Και αυτό είναι διαφορετικό και καταστροφικό. Εδώ θα χρειαστεί να αναζητήσει την αιτία για τη μεγάλη ανατροπή στις δημοσκοπήσεις, που δεν είναι ούτε η πρόθεση ψήφου, ούτε οι δημοτικότητες, αλλά η περίφημη «παράσταση νίκης», αυτή που αποτυπώνει το κοινό αίσθημα, αδέκαστο και αδυσώπητο, για το προς τα πού πηγαίνουν τα πράγματα.
Το πρόβλημα για την κυβέρνηση δεν είναι ότι σήμερα στα πρωτοσέλιδα υπάρχουν οι φωτογραφίες του Γιώργου Σουφλιά από τη μία και του Γιώργου Αλογοσκούφη από την άλλη. Είναι ότι πουθενά δεν εμφανίζεται η εικόνα του κ. Καραμανλή ανάμεσά τους.
Wednesday, October 29, 2008
Με τι σχέδιο στις εκλογές;
Μεθαύριο, στη Βουλή, θα γίνει η πρώτη συζήτηση αρχηγών μετά από τις 50 μέρες που συγκλόνισαν τη Νέα Δημοκρατία. Είναι, ασφαλώς, οι ημέρες που μεσολάβησαν από τη διαβόητη πια συνέντευξη Καραμανλή στην Έκθεση Θεσσαλονίκης μέχρι την ανακοίνωση της παραίτησης του Θόδωρου Ρουσσόπουλου. Μετά από όσα μεσολάβησαν, τίποτα δεν είναι το ίδιο. Ζούμε ήδη σε μια νέα πολιτική κατάσταση.
Το Βατοπέδι είναι μια ανέκκλητη πολιτική πραγματικότητα και κανείς δεν αμφιβάλλει πως θα αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι του στη λειτουργία αλλά εξίσου και στη δημόσια εικόνα της κυβέρνησης. Όμως ο χειμώνας που έρχεται είναι σκληρός. Πολύ σκληρός για να περάσει με κομποσκοίνια και ράσα. Όλοι ξέρουν πως οι επόμενες πολιτικές αναμετρήσεις, που θα οδηγήσουν σε μια όχι και τόσο μακρινή κάλπη, θα διεξαχθούν στο πεδίο της οικονομίας. Τα βατοπεδινά και τα ζητήματα της ηθικής έχουν δημιουργήσει ένα υπόστρωμα. Είναι βαρίδια στη ζυγαριά. Δεν είναι η ίδια η ζυγαριά. Σε αυτήν μετράει πάνω από όλα το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.
Δεν είναι καινούργια διαπίστωση. Κάθε μέρα, όμως, που περνάει την επιβεβαιώνει πέρα από κάθε αμφιβολία. Την ώρα της κρίσης, οι άνθρωποι αποφασίζουν με το πιο ιδιοτελές –και γι’αυτό το πιο ασφαλές- κριτήριο. Την ατομική τους προοπτική – που δεν είναι αναγκαστικά το συμφέρον μόνον… Η τελευταία κρίση αποκαλύπτει μια μεγάλη αλλαγή που έχει συντελεστεί στον τρόπο που σκεφτόταν ο κόσμος για πολλά χρόνια τώρα. Η λογική της «χρυσής 20ετίας» από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ήταν πως υπήρχε μια ατομική διαδρομή για τον καθέναν, πέρα και ανεξάρτητα από όλους τους υπόλοιπους. Ακόμη και στην Ελλάδα, που έκανε μια μαζική προσπάθεια, για να έχει σήμερα καθυβρισμένα ευρώ στις τσέπες της και όχι λατρεμένες και υποτιμημένες δραχμούλες, το ατομικό κίνητρο ήταν σταθερά προεξάρχον.
Τώρα, η κρίση οδηγεί σε αναθεωρήσεις. Κυρίως για το εάν μπορούν να υπάρξουν σε βάθος χρόνου ατομικές προοπτικές πλήρως αποσυνδεδεμένες από τις τύχες των υπολοίπων. Κι αν ναι, πόσες είναι – μάλλον όχι αρκετές για να στηρίξουν μια χώρα, ασφαλώς όχι αρκετές για να στηρίξουν μια κυβέρνηση σε μια εκλογή. Η ώρα της επιστροφής σε αντιλήψεις συλλογικότητας, όπως η κοινωνική αλληλεγγύη, δεν είναι αναγκαστικά η πανικόβλητη ανασύνταξη γύρω από τα ξόανα του κρατισμού.
Σε συνθήκες αγωνίας για το αύριο η διάκριση δεν είναι εύκολη. Είναι όμως κρίσιμη για τη χώρα. Και καθοριστική για τον τρόπο με τον οποίο θα κυβερνηθεί τα επόμενα χρόνια. Με αυτή την έννοια, από τις ομιλίες των αρχηγών μεθαύριο στη Βουλή, αρχίζει η προεκλογική περίοδος.
Monday, October 27, 2008
Η ώρα του μεγάλου φόβου
Δευτέρα 27 Οκτωβρίου – και είναι η ώρα του μεγάλου φόβου. Το πάρτυ της κατανάλωσης, το πάρτυ της ακραίας χλιδής και του εύκολου πλούτου δεν τελείωσε στην ώρα του, με τους καλεσμένους, τους πλούσιους της Αμερικής και της Ευρώπης, αλλά και τους νεόπλουτους της Ασίας, να αισθάνονται πως ήρθε η ώρα να φεύγουν σιγά-σιγά, να μαζεύονται σε πιο συγκρατημένη ζωή και σε λιγότερες κραιπάλες. Τελείωσε ξαφνικά. Η κρίση ήρθε όπως κάποιος που μπαίνει ξαφνικά στην αίθουσα και ανάβει τα φώτα. Άλλοι πιάστηκαν μεθυσμένοι, δηλαδή δανεισμένοι, άλλοι συνελήφθησαν γυμνοί (από κεφάλαια), όλοι τρίβουν τα μάτια τους και προσπαθούν να καταλάβουν τι συνέβη. Ψάχνουν το σακάκι, κρυώνουν και σκέφτονται όλοι το ίδιο: πώς θα φτάσουν σπίτι τους μέσα στη βροχή.
Είναι η ώρα του μεγάλου φόβου. Ο φόβος είναι το πιο θεμελιώδες ανθρώπινο συναίσθημα. Ο φόβος είναι σωτήριος. Γι’αυτό υπάρχει. Συνιστά τη συνειδητοποίηση του κινδύνου, είναι το σήμα της εγρήγορσης, η δικλείδα ασφαλείας, η βασική έκφραση του ένστικτου της αυτοσυντήρησης. Ο φόβος μας είχε λείψει – αν τον είχαμε, οι τράπεζες θα ήταν πιο συντηρητικές, οι επενδυτές θα το μελετούσαν περισσότερο πριν βάλουν τα λεφτά τους, οι βιομηχανίες θα είχαν σκεφθεί περισσότερο τη γη και λιγότερο τη μετοχή.
Ο φόβος, όμως, σε μια κοινωνία μπορεί να είναι επίσης καταστροφικός. Μπορεί να πυροδοτήσει τις πιο ανεξέλεγκτες αντιδράσεις, να πολλαπλασιάσει τα προβλήματα, να φέρει πιο κοντά την καταστροφή. Η διαχείρισή του είναι η κύρια ευθύνη μιας πολιτικής ηγεσίας. Η κρίση μπορεί να είναι εξυγιαντική, αν όχι ευεργετική, για μια κοινωνία. Πρώτα από όλα της θυμίζει ότι οι κοινωνίες υπάρχουν ακριβώς για να αντιμετωπίζουν τις δύσκολες ώρες – από τις αρκούδες στις σπηλιές μέχρι τις αρκούδες στα Χρηματιστήρια, το bear market όπως αποκαλούν στην Ουώλ Στρητ την πτωτική αγορά. Και, ακόμη, επειδή ξαναφέρνει στο προσκήνιο μερικά στοιχειώδη, όπως:
* ότι και στην οικονομία (και στην πολιτική, που επίσης το ξεχάσαμε) υπάρχει ηθικό κριτήριο,
* ότι τα συστήματα δεν κρίνονται μόνο από την αποτελεσματικότητα (δηλαδή το κέρδος) αλλά και από την ανθεκτικότητα (δηλαδή το πώς και με τι κόστος αντιδρούν στις κρίσεις)
* ότι πάντα υπάρχουν διλήμματα και οι επιλογές έχουν διαφορετική κατάληξη. Για παράδειγμα, πόσο εύκολο είναι η επιστροφή του κράτους να μην γίνει επιστροφή στον κρατισμό και πώς μπορεί μια χώρα, όπως η Ελλάδα, να μην εγκαταλείψει στο διαπιστωμένα αντιπαραγωγικό, γραφειοκρατικό και διεφθαρμένο κράτος της την πραγματική ανάγκη για αναδιανομή και κοινωνική αλληλεγγύη.
Κι όλα αυτά στη σκιά του φόβου.
Friday, October 24, 2008
Γιατί έφυγε ο Ρουσσόπουλος
Γιατί έφυγε ο Ρουσσόπουλος; Δεν πιστεύω να υποστηρίζει κανείς στα σοβαρά πως έφυγε για το Βατοπέδι… Ο Ρουσσόπουλος κατηγορείται για ηθική αυτουργία σε απιστία υφυπουργών. Ένας από αυτούς είναι ο Πέτρος Δούκας, που παραμένει χωρίς να τίθεται το παραμικρό ζήτημα στην κυβέρνηση. Εάν υπάρχει αδίκημα, ο κ. Δούκας κατηγορείται για φυσική αυτουργία σε αυτό. Αλλά κανείς δεν σκέφθηκε, ούτε έγραψε, ούτε δήλωσε πως πρέπει να φύγει. Επίσης, κανείς στην κυβέρνηση δεν φοβήθηκε πως θα μπορούσαν οι συνάδελφοί του της Ν.Δ. να ψηφίσουν υπέρ της παραπομπής του σε προανακριτική ή να ρίξουν λευκά και άκυρα. Αντιθέτως, για το Ρουσσόπουλο ήταν απολύτως βέβαιο πως και λευκά και άκυρα ή και χειρότερα θα εμφανίζονταν μέσα από την κάλπη – γι’αυτό και η αποχώρηση από τη Βουλή.
Αν όχι για το Βατοπέδι, γιατί έφυγε ο Ρουσσόπουλος; Έφυγε γιατί προσωποποίησε το πολιτικό αδιέξοδο αυτής της κυβέρνησης. Γιατί έγινε ο προνομιακός στόχος όσων ήθελαν να πουν κάτι για τον Καραμανλή, κάτι για την κυβέρνηση, κάτι για τους υπουργούς, κάτι για οτιδήποτε. Και, κυρίως, γιατί στη Νέα Δημοκρατία δεν αναγνώρισαν ποτέ στον κ. Καραμανλή το δικαίωμα του χρίσματος της εξουσίας σε ένα πρόσωπο της επιλογής του, κατά παράκαμψη της κομματικής επετηρίδας και διαδρομής.
Η κεντρική διαφορά είναι ότι ο Ρουσσόπουλος δεν βρέθηκε στο Μαξίμου μέσα από μια πολιτική διαδικασία, αλλά μετά από μια προσωπική συμφωνία, μια προσωπική σχέση εμπιστοσύνης. Δεν συντάχθηκε και δεν εκπροσώπησε την πολιτική πρόταση Καραμανλή. Εκπροσώπησε τον Καραμανλή, ανεξάρτητα από το ποια ήταν, ή θα ήταν, ή θα μπορούσε να είναι αύριο η πολιτική του πρόταση.
Αυτή είναι και η διαδρομή του κ. Καραμανλή προς την εξουσία, από την οποία πηγάζει το σημερινό αδιέξοδο. Ο Ρουσσόπουλος έφυγε γιατί οι συνάδελφοί του αρνήθηκαν να τον υπερασπίσουν στη Βουλή απέναντι σε μια δικογραφία που υπό κανονικές συνθήκες, πριν από δύο χρόνια ας πούμε, δεν είχε καμμία ελπίδα να προχωρήσει ούτε ως συζήτηση για προανακριτική. Η σύγκρουση ήταν χαμένη για τον κ. Καραμανλή γιατί δεν ήταν συντεταγμένη. Δεν έχει να αντιμετωπίσει κάποιου είδους εσωκομματική αντιπολίτευση. Δεν έχει ουσιαστικές πολιτικές διαφορές με εκείνους που διαλύουν σήμερα τον πυρήνα του συστήματος άσκησης της εξουσίας της Ν.Δ. Δεν έχει, για παράδειγμα, τις ιδεολογικές διαφορές που είχε ο Μητσοτάκης με την τριανδρία Έβερτ-Δήμα-Κανελλόπουλου. Δεν έχει τις διαφορές που είχε ο Σημίτης με το «παλιό ΠΑΣΟΚ» του Άκη ή τους κρατιστές του Αρσένη.
Το πρόβλημα για τον κ. Καραμανλή είναι πως δεν έχει πολιτική μάχη να δώσει. Η εναλλακτική είναι η άσκηση της εξουσίας. Αυτήν πρότεινε – με την ηθική ρητορική και την εγγύηση της εγκατάστασης άλλων ανθρώπων στις θέσεις της εξουσίας, μετά από τα χρόνια του ΠΑΣΟΚ. Το «ηθικό επιχείρημα» είναι ευάλωτο σε κάθε προσωπική συμπεριφορά. Και η εξουσία, όταν η διαιώνισή της παύει να είναι βέβαιη, από πλεονέκτημα μεταλλάσσεται σε πρόβλημα.
Thursday, October 23, 2008
Τίτλοι τέλους
Στις 12 Αυγούστου του 1980, ο Έντουαρντ Κέννεντυ έκανε κατά γενική ομολογία την καλύτερη ομιλία της μακράς και λαμπρής πολιτικής του καρριέρας. Μιλούσε στο Συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος. Οι σύνεδροι χειροκροτούσαν – μετά από μήνες αρνητικών δημοσιευμάτων και σχολίων που είχαν εκτροχιάσει την προεδρική του υποψηφιότητα. Ο Κέννεντυ αποθεώθηκε. Αλλά είχαν όλα κριθεί. Κατέληγε πως «η ελπίδα ζει και το όνειρο δεν θα τελειώσει ποτέ». Αλλά όλοι ήξεραν πως είχε ήδη συμβεί. Αποθεώθηκε ως ηττημένος.
Στις 13 Νοεμβρίου του 1990, ο Σερ Τζέφρυ Χάου έκανε μια ιστορική ομιλία στη Βουλή των Κοινοτήτων. Ήταν η ομιλία με την οποία υπέβαλλε την παραίτησή του, αυτός, ο πανίσχυρος αντιπρόεδρος της σιδερένιας Θάτσερ. Για εκείνη ήταν πια θέμα χρόνου. Εννιά μέρες αργότερα υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει την πραγματικότητα και να παραιτηθεί. Ο Χάου, με μια και μόνη κίνηση, με μια και μόνη ιστορική ομιλία, είχε δρομολογήσει ανεπίστρεπτες εξελίξεις. Ήξερε το τίμημα. Το τίμημα ήταν ο ίδιος. Για να έχουν αξία όσα είπε, έπρεπε να τα πει και να φύγει. Αυτό έκανε.
Για τους κύκνους της πολιτικής, το πιο ωραίο τραγούδι είναι συχνά το τελευταίο. Η ομιλία του Θόδωρου Ρουσσόπουλου χτες το βράδυ στη Βουλή ήταν μια καλή ομιλία. Για την ακρίβεια, ήταν μια καλή υπεράσπιση του εαυτού του από ένα βαλλόμενο άνθρωπο. Δεν ήταν καν ολόκληρη. Ακούσαμε μόνον το πρώτο μέρος – για τον επίλογο θα χρειαστεί να περιμένουμε άλλες 36 ώρες. Αν και όλοι πια έχουν την αίσθηση πως ο επίλογος αυτής της ομιλίας δεν θα ακουστεί στη Βουλή. Θα γραφτεί σε μια επιστολή προς Καραμανλή.
Όσο καλό κι αν ήταν το κείμενο, όσο κι αν το διάβασε καλά, η ακρόαση και όχι η ανάγνωση ήταν το πολιτικό γεγονός. Ο κ. Καραμανλής δεν μπήκε στην αίθουσα. Και τα έδρανα δεν ήταν γεμάτα. Και τα χειροκροτήματα δεν ήταν ούτε ηχηρά, ούτε παθιασμένα.
Στην πολιτική, τις εντυπώσεις μπορούν να τις κερδίσουν τα πρόσωπα, τις μάχες όμως τις κερδίζουν οι συμμαχίες. Και πολιτικούς συμμάχους, αυτή τη δύσκολη ώρα, χωρίς την αχλύ της δύναμης, χωρίς το μύθο της ισχύος, πολιτικούς συμμάχους ο κ. Ρουσσόπουλος σήμερα δεν έχει. Ένα κείμενο, μια ομιλία, οι λέξεις, όσο βαθιά κι αν εντυπώνονται, όσο καλοδιαλεγμένες και εύστοχες και να είναι, δεν μπορούν να τους αντικαταστήσουν.
Wednesday, October 22, 2008
Η ώρα της κρίσεως
Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για ισοπαλία. Το βράδυ της Παρασκευής, θα υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι. Με τις κινήσεις όλων των παικτών να ανεβάζουν το στοίχημα, κάποιος θα πληρώσει το λογαριασμό. Και ο λογαριασμός θα είναι βαρύς.
Σενάριο πρώτο: να χάσει η κυβέρνηση – αυτή άλλωστε είναι που βρίσκεται υπό ασφυκτική πολιτική πίεση. Σημαίνει, στη χειρότερη εκδοχή, να πάει σε ψηφοφορία για προανακριτική και να την δει να υπερψηφίζεται. Πρόκειται για σενάριο πολιτικής καταστροφής και γι’αυτό είναι φανερό ότι θα επιχειρηθεί να αποτραπεί ακόμη και με κόστος. Σε μια πιο ήπια εκδοχή, η κυβέρνηση θα μπορούσε να αποχωρήσει ή να μην εμφανιστεί στην ψηφοφορία. Εδώ πολλά θα κρίνει η αποψινή συζήτηση, το χτίσιμο της τακτικής της – σε τελική ανάλυση όμως, η κυβέρνηση αισθάνεται και η ίδια ότι ΠΡΕΠΕΙ να κερδίσει τουλάχιστον μία από τις δύο αναμετρήσεις στη Βουλή, ότι ο Κώστας Καραμανλής ΠΡΕΠΕΙ να βγει νικητής στην πρώτη από τις δύο συγκρούσεις του με το Γιώργο Παπανδρέου και μετά να αποφασίσει εάν θα προσέλθει στη δεύτερη.
Γιατί παίζονται τόσα πολλά για την κυβέρνηση; Για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή αυτή τη φορά δεν είναι «αντάρτικο», δεν είναι μια αψιμαχία, αλλά μια συντεταγμένη πολιτική αντιπαράταξη. Και έρχεται στην κορύφωση της φθοράς της, γράφει το τέλος αυτού του πιο δύσκολου φθινοπώρου στη θητεία Καραμανλή, λίγο πριν από τις κρίσιμες μετρήσεις του Δεκεμβρίου. Στην ουσία, απόψε και μεθαύριο, η Βουλή κάνει τον πολιτικό λογαριασμό. Και βγάζει χρεώσεις και πιστώσεις.
Δεύτερον, επειδή εάν την χάσει, η κυβέρνηση θα δυσκολεύεται να πείσει πως μπορεί σε κάποια άλλη φάση, με κάποιους άλλους όρους να αντιστρέψει το κλίμα. Κυρίως, επειδή τότε δεν θα διαλέγει πια εκείνη τους όρους, επειδή θα αντιμετωπίζεται ως κυβέρνηση υπό προθεσμία (χωρίς κανείς να ξέρει εάν πραγματικά είναι), αλλά αυτό θα της δημιουργεί προβλήματα συνοχής στο εσωτερικό και ταυτόχρονα θα δίνει το πλεονέκτημα της ανοδικής φοράς στους αντιπάλους της. Το έχουμε ήδη δει να συμβαίνει: οι τελευταίες κινήσεις του ΠΑΣΟΚ σε τακτικό επίπεδο αποδίδουν, ενώ μπορεί κανείς με ασφάλεια να εκτιμήσει ότι οι ίδιες ακριβώς κινήσεις σε διαφορετικό κλίμα θα είχαν μικρότερη κοινωνική ανταπόκριση ή θα συναντούσαν εσωτερική κριτική.
Για το ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά υπάρχουν αντίστοιχα, αν και λιγότερο οξυμμένα, ζητήματα. Μια επικράτηση του κ. Παπανδρέου σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, μπορεί να σηματοδοτήσει την τελική ανατροπή της παλιότερης αρνητικής εικόνας του, διαδικασία που ήδη έχει ξεκινήσει όπως καταγράφουν οι μετρήσεις. Μια ανεπαρκής εμφάνιση μπορεί να ανατροφοδοτήσει αρνητικά στερεότυπα, ιδιαίτερα τώρα που ο κ. Καραμανλής είναι αφόρητα πιεσμένος.
Για το ΠΑΣΟΚ και τον κ. Παπανδρέου είναι μια σπάνια ευκαιρία για έναν ακόμη κρίσιμο λόγο: ότι μπορούν απόψε να δείξουν πως το κόμμα παραμένει και έχει δυναμική να παραμείνει έως τις κάλπες ο ηγετικός πόλος της κεντροαριστερής παράταξης. Δηλαδή, για να μην θεωρητικολογούμε, να καθορίσει τις σχέσεις του με την Αριστερά ανακτώντας την κοινωνική παραδοχή ότι αυτό είναι το όχημα εξουσίας.
Monday, October 20, 2008
Από τον Gordon με αγάπη
Στο Λονδίνο, ο Ιντιπέντεντ κυκλοφόρησε χτες Κυριακή με πρωτοσέλιδο τίτλο «το παιχνίδι αρχίζει». Το δικό μας θέμα είναι μήπως εδώ «το παιχνίδι τελειώνει». Ο Μπράουν, όμως, δεν έδωσε μόνο την απάντηση. Έκανε κάτι πιο ενδιαφέρον. Έδειξε πώς δίνεται αυτή η απάντηση. Τρία δωρεάν μαθήματα αγγλικής:
Πρώτον: η διέξοδος από μια κρίση εσωστρέφειας είναι πάντα εξωστρεφής. Όσο ο Γκόρντον τα έβαζε με τα παιδιά του Μπλαιρ, ήταν ένα πρόβλημα κορυφής, γιατί εμπόδιζε τις φιλοδοξίες. Όταν εγγυήθηκε όχι αναγκαστικά εκλογική επικράτηση, αλλά την ύπαρξη μιας πολιτικής κληρονομιάς, οι φιλοδοξίες μπήκαν στο ράφι. Δεν έχουν υποταχτεί, αλλά έχουν ενταχτεί σε ένα πολιτικό πρόγραμμα στο οποίο τον κεντρικό έλεγχο έχει η ηγεσία.
Δεύτερον: τα προσωπικά δεν είναι πολιτικά. Όσο ο Μπράουν κράταγε το θυμό του, έτρωγε κρύο το πιάτο της εκδίκησης, ξεπλήρωνε παλιούς λογαριασμούς και έβγαζε πικρίες με εκείνους που είχε συγκρουστεί, όπως ας πούμε με τον Πήτερ Μάντελσον, ξέμενε από εφεδρείες. Ένας αρχηγός έχει πάντα ανάγκη από συμμάχους. Δεν έχει την πολυτέλεια να αρνείται κανένα πολιτικό στήριγμα, παρά μόνο για μια πολιτική διαφωνία. Ούτε έχει την πολυτέλεια να δίνει εκείνος προνομιακή στήριξη χωρίς ορατή, και κατανοητή στους ψηφοφόρους, πολιτική λογική.
Τρίτο – και τελευταίο: για να αποδείξει τη χρησιμότητά του, ένας αμφισβητούμενος ηγέτης χρειάζεται τη βοήθεια της συγκυρίας. Χρειάζεται ένα εξωτερικό διακύβευμα, μια μεγάλη στιγμή (όπως έγινε στην Ελλάδα από το καλοκαίρι του 99 ως την άνοιξη του 2000) ή μια κρίση (όπως στην περίπτωση Μπράουν). Αλλά γιατί μόνον για την περίπτωση Μπράουν; Και ποιος λέει πως οι κρίσεις εμφανίζονται όποτε κάποιος, κάπου, στη Ντάουνινγκ Στρητ ή στην Ηρώδου του Αττικού, τις έχει ανάγκη;
Friday, October 17, 2008
Γενική παράλυση λόγω Βατοπεδίου
Στο ερώτημα αυτό η απάντηση είναι έως τώρα αρνητική. Αφορά, λόγω της θέσης της, κυρίως την κυβέρνηση. Η παράταση της ρευστότητας είναι καταστροφική για την ίδια την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας. Δεν φαντάζεται κανείς ότι σε αυτό το κλίμα, με το ενδεχόμενο ανακριτικής διαδικασίας από τη Βουλή μετέωρο πάνω από υπουργούς και υφυπουργούς, με τον Πρωθυπουργό να δέχεται σε κάθε δημόσια παρουσία του την ερώτηση πότε θα κάνει ανασχηματισμό, με όλους να τον εικάζουν, όλους να τον συζητούν, με τις εκλογές να αποκλείονται –αλλά όχι κατηγορηματικά- και να παραμένουν στο επίκεντρο των ζυμώσεων, με αυτό λοιπόν το γενικό κλίμα είναι απολύτως σαφές ότι επικρατεί γενική παράλυση.
Ο κρατικός μηχανισμός στην Ελλάδα, κακώς αλλά έτσι συμβαίνει, δεν λειτουργεί ανεξάρτητα από τις πολιτικές εξελίξεις. Τα συστήματα είναι υπουργοκεντρικά, οι αποφάσεις ξεκινούν αναγκαστικά από την κορυφή ακόμη και για τα ελάσσονα, πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η πολιτική ανασφάλεια μεταφράζεται αμέσως σε πάγωμα ενός μεγάλου αριθμού διαδικασιών καθημερινής δουλειάς του Δημοσίου. Η διοίκηση μπαίνει αναγκαστικά στο ρελαντί. Για να μην μιλήσει, βέβαια, κανείς για νομοθετική παραγωγή, για λύση προβλημάτων, για ανάληψη πολιτικού κόστους ή για (παλιά λέξη αυτή) «μεταρρυθμίσεις».
Οι πολίτες έχουν ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για την πολιτική και τις πολιτικές εξελίξεις. Αλλά την θέλουν, προφανώς, εξωστρεφή, με ενδιαφέρον για τους ίδιους. Όχι να αμελήσει κρίσιμα εσωτερικά ζητήματα, όπως η ευθύνη των υπουργών και η διερεύνησή της, αλλά να τα διαλευκάνει ακριβώς για να μπορεί να στραφεί στις δικές τους αγωνίες. Η ανεξαρτησία των δικαστών είναι ασφαλώς μια από αυτές – κορυφαία και αναμφισβήτητη. Είναι, όμως, εξίσου η οικονομική κρίση, ο ορατός πια κίνδυνος για τις κοινωνικές παρενέργειες μιας μειωμένης ανάπτυξης, για ανεργία ή και για απολύσεις, ή ακόμη για τα πιο καθημερινά, όπως η παντελής απουσία του κράτους από τη στοιχειώδη υποχρέωση για εγγύηση της ασφάλειας των πολιτών, η οποία έβγαλε στους δρόμους την καταπιεσμένη μειονότητα των συμπατριωτών μας που κατοικούν στην ημιαυτόνομη επαρχία των Εξαρχείων.
Η κυβέρνηση ως διοίκηση διατελεί σε ημιαργία εν αναμονή εξελίξεων. Η αντιπολίτευση, ιδιαίτερα η αξιωματική, έχει θέσει σε αναστολή την αξιοσημείωτη στροφή προς την προβολή προγραμαμτικών προτάσεων, που είχε εγκαινιάσει στη Θεσσαλονίκη. Είναι εύλογο με την τροπή της υπόθεσης Βατοπέδι. Αλλά είναι εξίσου επείγον να κλείσει αυτή η φάση (με το άνοιγμα της διερευνητικής διαδικασίας από τη Βουλή) και να ξαναρχίσει η χώρα να λειτουργεί.
Thursday, October 16, 2008
Από το Βατοπέδιο έως τις εκλογές
Από κοινοβουλευτική άποψη, η θεσμική δυνατότητα δίνει λύση, αφού μπορούν να συσταθούν τόσο η προνακριτική όσο και η εξεταστική επιτροπή. Η εξεταστική θα ήταν μια λυτρωτική διέξοδος εάν είχε αποφασιστεί στην κατάλληλη συγκυρία, για παράδειγμα πριν ανέβει ο Πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη. Σήμερα, στο σκέλος της υπόθεσης που αφορά, βρίσκεται αρκετά βήματα πίσω από τις εξελίξεις, στο βαθμό μάλιστα που η υπόθεση οδηγήθηκε στη Βουλή με την ολοκλήρωση, στις γνωστές συνθήκες, μιας ανακριτικής διαδικασίας. Η εξεταστική έχει νόημα για να διασκεδάσει τις όποιες υπόνοιες διατυπωθούν, γνήσιες ή υποβολιμαίες, για την πιθανότητα συγκάλυψης παρελθούσας ευθύνης.
Από πολιτική άποψη, το ζήτημα είναι κρίσιμο για το πολιτικό σύστημα στο μέτρο που κρίνει την στοιχειώδη αξιοπιστία του έναντι των πολιτών, σε μια φάση όπου οι πολίτες είναι βέβαιο ότι την αξιοπιστία της ηγεσίας θα αναζητήσουν ως βασικό κριτήριο για τις επιλογές τους.
Οι πολίτες δεν ζητούν εκλογές για το Βατοπέδι. Ούτε ζητούν ανασχηματισμό για το Βατοπέδι. Όσοι ζητούν εκλογές (και είναι αρκετοί στις δημοσκοπήσεις), όσοι ζητούν ανασχηματισμό (και είναι ακόμη περισσότεροι), διατυπώνουν το αίτημα, τώρα πια την απαίτηση, για μια αποτελεσματική διακυβέρνηση της χώρας, απαλλαγμένης από την υποθήκευση της ισχύος και της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος σε ένα σκάνδαλο σε εκκρεμότητα.
Το Βατοπέδι με την καθοριστική επίδραση που είχε στις διαθέσεις και ενδεχομένως στις προθέσεις του εκλογικού σώματος άλλαξε ριζικά τα δεδομένα. Διέψευσε όσους πίστευαν ότι πολιτικές μάχες μπορούν να κριθούν πριν ξεκινήσουν.
Με αυτή την έννοια, το Βατοπέδι έφτιαξε το παιχνίδι που θα παιχτεί από εδώ και πέρα. Δεν θα κρίνει την έκβασή του. Θα κρίνει όμως ποιοι έχουν τη νομιμοποίηση από την κοινή γνώμη για να πάρουν μέρος.
Wednesday, October 15, 2008
Μαντρί, σαλόνι, τσαντήρι, κυβέρνηση
Ας δούμε λίγο την πολιτική αρχιτεκτονική του πράγματος. Ένα σπίτι έχει πόρτα. Η πόρτα αυτή λειτουργεί για να ξεχωρίζει ποιοι βρίσκονται μέσα και ποιοι βρίσκονται έξω. Κανείς δεν μπορεί να παραμένει επ’αόριστον στο κεφαλόσκαλο με μισάνοιχτη την εξώπορτα. Κανείς δεν μπορεί να είναι και να μην είναι. Αντίθετα, στο τσαντήρι δεν υπάρχει τέτοια διαφοροποίηση εσωτερικού και εξωτερικού χώρου. Όλα είναι ένα. Μια κουρελού κάνει το διαχωριστικό και το μέρος είναι μπάτε σκύλοι αλέστε… Ο Πέτρος Τατούλης διεκδικεί το δικαίωμα να είναι διαρκώς με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω, με εξαιρετική πρέπει να πω διορατικότητα για το πότε μπορεί να ρίχνει το βάρος στο έξω πόδι και πότε στο μέσα.
Επίσης, στο σπίτι υπάρχουν τοίχοι. Υπάρχουν δωμάτια. Στο ένα δωμάτιο οι ένοικοι κοιμούνται, στο άλλο μαγειρεύουν, στο τρίτο κάθονται και βλέπουν Λαζόπουλο. Τα δωμάτια επιβάλλουν και κανόνες συμπεριφοράς, στοιχειώδεις για να μπορεί να λειτουργεί το σπίτι: οι ένοικοι δεν τρώνε στο υπνοδωμάτιο, δεν κοιμούνται στο σαλόνι, δεν υποδέχονται τους επισκέπτες τους στην κουζίνα. Αντίθετα, στο τσαντήρι όλοι είναι παντού. Από την παρουσία κάποιου σε ένα συγκεκριμένο χώρο δεν συνάγεται η συμπεριφορά και η λειτουργία του. Είναι εξίσου στοιχειώδες για τη λειτουργία ενός κράτους και στην υπόθεση του Βατοπεδίου δεν συμβαίνει. Πολιτικά στελέχη λειτουργούν ως υποτελείς ενός πνευματικού ιδρύματος, ένα πνευματικό ίδρυμα λειτουργεί ως κερδοσκοπικός οργανισμός, η ευθύνη συμπυκνώνεται ή διαχέεται ανάλογα με τη συγκυρία, η δικαιοσύνη συμπλέκεται με την πολιτική εξουσία και τη θρησκευτική ποίμανση σε ένα συνονθύλευμα ανομίας, παραβατικότητας και θεσμικής εκτροπής – που η αποκάλυψή της απαιτεί, εν τέλει, μια κίνηση σπάνιου θάρρους από δύο δικαστικούς λειτουργούς, που ανατρέπει τα δεδομένα, ακριβώς επειδή το θάρρος αυτό είναι αρκετά σπάνιο πια στο τσαντήρι μας ώστε να μην λογίζεται ως υπαρκτή πιθανότητα κατά την εκπόνηση ενός σχεδίου.
Τι θέλουμε για τη χώρα; Σπίτι ή τσαντήρι; Εξαρτάται από το κτίριο, εξαρτάται όμως εξίσου από τη συμπεριφορά που επιδεικνύουν οι ενδιαιτώμενοι. Στην κατάσταση που συνόψισε η χτεσινή μέρα, είναι πια ένας απολύτως θεμιτός πολιτικός στόχος και μόνο να μην δικαιώνεται κάθε δεύτερη Τρίτη ο τίτλος της εκπομπής του Λαζόπουλου.
Tuesday, October 14, 2008
Wall Street, Rigillis Street
Δεν θέλω να πιστεύω ότι ο Πρωθυπουργός είναι μοχθηρός άνθρωπος, αλλά έχω την εντύπωση ότι ελπίζει, παρακαλεί (πριν από το Βατοπέδι θα έλεγα και «προσεύχεται»), να πέφτουν τα χρηματιστήρια. Να πέφτουν, να πέφτουν ασταμάτητα και η πτώση τελειωμό να μην έχει… Όχι πως είναι «σορτάκιας», όπως πληροφορηθήκαμε ότι ονομάζονται όσοι ειδικεύονται στην υποτιμητική κερδοσκοπία και πουλάνε μετοχές που δεν έχουν, προσδοκώντας να τις ξαναγοράσουν φτηνότερα επειδή με τις δικές τους πωλήσεις κάποιοι θα τσιμπήσουν, θα πουλήσουν κι αυτοί και η τιμή θα πέσει. Αλλά επειδή μια από τις πιο ενδιαφέρουσες από πολιτική άποψη πλευρές της κρίσης ήταν η καταπραϋντική της επίδραση στην διαρκή εσωκομματική φλεγμονή της Νέας Δημοκρατίας.
Με τα χρηματιστήρια να τρίζουν, τους ηγέτες να συσκέπτονται και την υφήλιο να αγωνιά για παγκόσμια ύφεση, στη Ρηγίλλης έζησαν την πιο ήσυχη και ευχάριστη εβδομάδα αυτού του φθινοπώρου – με την εξαίρεση μόνον των υπουργών που επιστρατεύθηκαν για να εκτονωθούν πάνω τους οι καταπιεσμένες γκρίνιες της αγροτιάς, της υπαίθρου και κυρίως των μικρομεσαίων γαλάζιων απαράτσνικων της επαρχίας. Ο ίδιος ο κ. Καραμανλής είδε επίσης τους επικοινωνιολόγους του να του λένε πως σε περιόδους κρίσης οι άνθρωποι έχουν τη φυσική τάση να συσπειρώνονται γύρω από τον ηγέτη που βρίσκεται στην εξουσία εκείνη τη στιγμή, ότι αναζητούν σιγουριά μάλλον παρά την επένδυση σε μια μελλοντική προσδοκία για κάτι καλύτερο, ότι δηλαδή μπορεί να υπάρχει μια προοπτική για ανάταξη της μεγάλης κατηφόρας που ξεκίνησε από την Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Οι επικοινωνιολόγοι και οι πολιτικοί του σύμβουλοι δεν έχουν άδικο. Πράγματι έτσι συμβαίνει, ιδιαίτερα εάν η αποτύπωση της κρίσης στην πραγματική οικονομία, τις δουλειές και τους τζίρους, αποδειχθεί σχετικά ήπια για την Ελλάδα. Αλλά για τον κ. Καραμανλή και τη Νέα Δημοκρατία υπάρχει κι ένα εξαιρετικά δυσάρεστο συμπέρασμα από αυτή την εσωκομματική ανακωχή τις μέρες του χρηματιστηριακού εφιάλτη.
Πριν ακόμη πάρουν την πρώτη ανάσα τους οι αγορές, με το πρώτο ξέπνοο σημάδι αισιοδοξίας, με την πρώτη ένδειξη επιστροφής σε μια στοιχειώδη κατάσταση ομαλότητας, σαν να περίμεναν ένα νεύμα του Γκόρντον Μπράουν, όλοι τους επανεμφανίστηκαν. Όλος ο θίασος επί σκηνής, σαν να σηκώθηκε ξαφνικά η αυλαία. Ο Βύρων γράφει πυρετωδώς, επίκειται αρθρογραφική παρέμβαση. Ο Νασίκας θέλει να φύγει ο Ρουσσόπουλος – και, αν κατάλαβα καλά το επιχείρημα, και όσοι έχουν πάνω από τρία ακίνητα και τους ζηλεύει η μάνα του. Ο Μάξιμος γίνεται Ομολογητής του δικαίου των γκρινιάρηδων. Και ο Πέτρος αισθάνθηκε την ανάγκη να απαντήσει στα σχόλια του μπλογκ του και να υπαινιχθεί καραμανλικό σταλινισμό.
Το σιωπητήριο λόγω Σοφοκλέους δεν ήταν αντιφλεγμονώδες, ένα απλό παυσίπονο ήταν. Είναι εύλογο για ένα κόμμα εξουσίας και μάλιστα όταν βρίσκεται στην εξουσία μια κρίση να λειτουργεί ως στοιχείο συνοχής. Είναι παράλογο και εξαιρετικά απειλητικό για τον κ. Καραμανλή το μόνο ορατό στοιχείο συνοχής του κόμματος και της κυβέρνησής του να είναι πια μια μεγάλη κρίση στη χώρα.
Monday, October 13, 2008
Κράτος και αγορά, ιδεολογία και διαχείριση
Τι κάνουν σήμερα τα κράτη; Διοχετεύουν μαζικά ρευστότητα, δηλαδή χρήμα, στο τραπεζικό και συνολικά στο χρηματοπιστωτικό σύστημα για να μην καταρρεύσει. Δεν πρόκειται για άσκηση κρατισμού. Είναι το βασικό μάθημα από την κρίση του 1929, πολιτική βγαλμένη από πανεπιστημιακό εγχειρίδιο πολιτικής οικονομίας: στο μεγάλο κραχ η ύφεση δεν ήρθε από την πτώση των τιμών των μετοχών. Ήρθε επειδή αμέσως σταμάτησε ο δανεισμός προς τις επιχειρήσεις που κινδύνευαν κι εκείνες κατέρρευσαν, μαζί με άλλες, που δεν είχαν άλλο πρόβλημα εκτός από το ότι ξαφνικά κόπηκε ο δανεισμός και εκτοξεύθηκε το κόστος του. Ποτέ ξανά, είπαν τότε, και πραγματικά σε κάθε κρίση το πρώτο και κύριο μέλημα των κυβερνήσεων, ιδιαίτερα της αμερικανικής, είναι να μην σταματήσει να δουλεύει ο μηχανισμός της αγοράς. Το δολάριο είναι το καύσιμό του…
Δεύτερον, οι πρωταγωνιστές. Οι Αμερικανοί απλώς έδωσαν χρήματα. Το κεντρικό πρόσωπο αυτές τις μέρες είναι ο αρχιτέκτονας του «ευρωπαϊκού μοντέλου», ας το πούμε έτσι, για διέξοδο από την κρίση – ο Γκόρντον Μπράουν. Εν παρενθέσει: ο ίδιος Μπράουν που πριν από δυο εβδομάδες του έλεγαν να τα μαζεύει γιατί δεν μπορεί να βάλει χαλινάρι στους υπουργούς του και οδηγεί τους Εργατικούς σε εκλογικό βατερλώ. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση…
Ο Μπράουν δεν είναι κανένας αρνητής του καπιταλισμού. Για το αντίθετο έχει κατηγορηθεί. Ότι υπήρξε εμπνευστής και διεκπεραιωτής της εγκατάλειψης όλων των σοσιαλιστικών αρχών διαχείρισης της οικονομίας από το Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας, ότι ενορχήστρωσε την αποκοπή του από τις ιστορικές ρίζες του εργατικού κινήματος και από τα συνδικάτα, ότι ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο για επιστροφή των Εργατικών στην εξουσία με αρχηγό το Μπλαιρ συνθηκολογώντας με την πραγματικότητα του θατσερισμού και αναγνωρίζοντας ότι έτσι, με όρους νεοφιλελεύθερης αγοράς, θα λειτουργούσε η οικονομία.
Από την άλλη, ο Σαρκοζί είναι ένας παραδοσιακός Γάλλος κρατιστής, γκωλλικού τύπου. Μπορεί να είναι διάφορα πράγματα, αλλά σοσιαλιστής δεν είναι. Ούτε η Μέρκελ, αν και το γερμανικό κράτος διατήρησε πάντοτε μια πολύ ισχυρή παρουσία σε κεντρικούς πυλώνες της οικονομίας – και σε επίπεδο επιχειρήσεων. Και ο Πώλσον δούλευε στη Goldman Sachs, όχι στη Daily Worker.
Τι, λοιπόν, συμβαίνει; Η επιστροφή του κράτους στην οικονομία δεν γίνεται με όρους ιδεολογικούς, αλλά με όρους διαχείρισης. Δεν πρόκειται ακόμη για επιστροφή του κράτους στη λογική της διαρκούς ρυθμιστικής παρουσίας του, αλλά για πρόσκλησή του να διαχειριστεί τα αποτελέσματα της παρατεταμένης απουσίας του. Στη συγκεκριμένη φάση, το κράτος επιστρατεύεται ως τελευταίο καταφύγιο για τη σωτηρία ενός μοντέλου που βασίστηκε στην άρνησή του.
Το κράτος δεν επιστρέφει νικητής και τροπαιούχος, για να επιβάλει το παλαιάς κοπής δίλημμα εάν προτιμάμε ένα γραφειοκρατικό και αντιπαραγωγικό, αλλά ανθεκτικό και ασφαλές, σύστημα, ή ένα παραγωγικό αλλά αδηφάγο και κοινωνικά προκλητικό μοντέλο αγοράς. Επιστρέφει για να υπενθυμίσει ότι μπορεί να είναι μέρος (ΜΕΡΟΣ και όχι ΚΕΝΤΡΟ) του συστήματος. Με αυτό τον τρόπο, ήρθε για να μείνει. Δεν είναι υποκατάστατο της αγοράς, αλλά εργαλείο διαχείρισής της.
Η διαχείριση παραμένει η λέξη-κλειδί. Και στην οικονομία, και στην πολιτική. Αυτή φέρνει κοντά τόσο διαφορετικούς πολιτικούς όσο αυτοί που συνεδρίασαν στο Παρίσι και αύριο πάλι στις Βρυξέλλες. Αυτή θα κρίνει τα πάντα (χωρίς προκαταλήψεις αποκλεισμού ή θεοποίησης εννοιών, όπως το κράτος ή η αγορά). Η επόμενη επιλογή, πολύ περισσότερο σε συνθήκες μακράς κρίσης, και σε εκλογικούς όρους, και στην Αγγλία και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, θα είναι επιλογή αξιόπιστης διαχείρισης. Και με τα κοινωνικά ανακλαστικά ευαίσθητα και ρευστά, τίποτα δεν δείχνει ακόμη ποιους θα ευνοήσει και ποιους θα βυθίσει.
Friday, October 10, 2008
Εν λίμνη Βιστωνίδι
Η πρώτη αίσθηση που χάθηκε με την ενατένιση των ιερών χρυσόβουλων είναι η αίσθηση του χώρου. Διαβάζω σήμερα από την ανάλυση των συμβολαίων ανταλλαγής, που για να μαθευτούν χρειάστηκε να επιστρατευθεί αντικλείδι για τα κρατικά σεντούκια, καθότι η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου σε τέτοια θέματα είναι εξαιρετικά εχέμυθη, ότι εάν αθροίσει κανείς το σύνολο των εκτάσεων λιμναίων και παραλίμνιων που αντηλλάγησαν, αυτές αντιστοιχούν στο 108% της επιφάνειας της λίμνης. Πρόκειται για διαστρέβλωση. Η λίμνη δεν έχει πάντοτε την ίδια επιφάνεια. Απλώς όταν τα μέτραγαν για την ιερά Μονή ήταν στη φάση της παλίρροιας, όταν μετρούσαν για το κράτος ήταν στην ώρα της φυρονεριάς.
Η δεύτερη αίσθηση που χάθηκε ήταν η αίσθηση του χρόνου. Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα. Τι το 1300 τα συμβόλαια, τι το 2005. Τι είναι εφτά αιώνες μπροστά στην αιωνιότητα; Ο Κύριος είναι άχρονος και αυτό φάνηκε πολύ εξυπηρετικό στην περίπτωση των συμβολαίων ανταλλαγής. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το ακίνητο επεστράφη πριν ακόμη αποδοθεί. Λεπτομέρειες…
Η τρίτη αίσθηση που χάθηκε ήταν η αίσθηση του μέτρου. Εν αρχή ην το χρήμα, και το χρήμα ην προς τον Θεόν και Θεός ην το χρήμα. 31 τα συμβόλαια, 260 τα ακίνητα, ποσοστά, νομές, κυριότητες, επικαρπίες, συναλλαγές, κέρδη και διάφορα, καταθέσεις, βιβλιάρια, επενδύσεις, διατραπεζικά επιτόκια (ναι, και τέτοιους λογαριασμούς είχαν), traders ρασοφόροι και διακονούντες ελικοπτερομεταφερόμενοι. Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι.
Άλλωστε μην ξεχνάτε ότι σε λίμνη, στην Τιβεριάδα, βρήκε και ο Ιησούς τους μαθητές του να ψαρεύουν, γιατί τότε οι λίμνες ανήκαν στα ψάρια τους. Το πραγματικό θαύμα είναι ότι από πνευματική άποψη οι ευσεβείς μοναχοί με τις ανταλλαγές τους μετέτρεψαν μια Τιβεριάδα σε Νεκρά Θάλασσα – που κι αυτή λίμνη είναι, αλμυρή όσο και οι τιμές που πλήρωνε το κράτος στον Εφραίμ.
Thursday, October 9, 2008
It's too late to panic
Πολύ περισσότερο όταν όλοι ξέρουν ότι υπάρχει πράγματι λόγος πανικού. Η παγκόσμια οικονομία έχει περάσει το μακρότερο χρονικό διάστημα αδιάλειπτης ανάπτυξης. Η κρίση που ζει σήμερα, όμως, δεν είναι αποτέλεσμα του τέλους μιας διαδικασίας. Δεν εξαντλήθηκε κάποιος φυσικός πόρος, ας πούμε το πετρέλαιο. Δεν έφτασε στα όριά της μια φάση της τεχνολογίας, ας πούμε η εξέλιξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Δεν εξαντλήθηκε καν η ζήτηση, για παράδειγμα δεν έφτασαν όλοι οι άνθρωποι σε ένα βιοτικό επίπεδο που να είναι υπερεπαρκές και να μην γεννιούνται νέες πραγματικές ανάγκες. Αντίθετα, ένα ολόκληρο κομμάτι του κόσμου, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Αφρική αλλά και τους περιθωριοποιημένους της Δύσης και εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους στην Ασία, έχει ελάχιστη συμμετοχή στον παγκόσμιο πλούτο. Με άλλα, κυνικά λόγια δυνητικοί καταναλωτές υπάρχουν ακόμη.
Αυτό που συμβαίνει είναι ένα σύνδρομο. Δύο μάλλον ανεξάρτητα συμπτώματα εκδηλώνονται ταυτόχρονα. Το ένα αφορά τη Δύση. Δεν θα μπορούσε ποτέ ένα τόσο μεγάλο τμήμα της παγκόσμιας παραγωγής να μετακινηθεί γεωγραφικά χωρίς αυτό να επηρεάσει τις οικονομίες των χωρών που άνθησαν στη βιομηχανική επανάσταση και την αποικιοκρατία. Η άνεση που εξασφάλισε η εκμετάλλευση μακρινών και αλλότριων πηγών πλούτου –και που διατηρήθηκε με την τεχνολογική επικυριαρχία- φτάνει στο τέλος της. Οι όροι μιας στοιχειώδους ισορροπίας στον κόσμο είναι επώδυνοι για τους προνομιούχους του.
Το δεύτερο σύμπτωμα είναι ακόμη πιο ενδιαφέρον. Σε μεγάλο βαθμό, η κρίση δεν είναι παραγωγική, αλλά διαχειριστική. Η παραγωγή του πλούτου αποσυνδέθηκε από την πραγματική, την υλική του υπόσταση. Τα κεφάλαια άρχισαν να αναπαράγονται από μόνα τους, στοιχηματίζοντας στον εαυτό τους, προεξοφλώντας τη μελλοντική τους αποδοτικότητα, χωρίς ουσιαστική βάση, χωρίς σύνδεση με τη θεμελιώδη σχέση της παραγωγής, την προσφορά και τη ζήτηση. Η χρηματιστηριακή αλαζονεία δεν ήταν μόνο η διεκδίκηση εξωπραγματικών αμοιβών. Ήταν εξίσου η αναζήτηση κέρδους χωρίς αυτό να εδράζεται στην πραγματική οικονομία, κέρδους από ένα φαντασιακό σύμπαν, όπου θα υπήρχαν μόνον κεφάλαια, ένα συνεχές αλισιβερίσι αριθμών και λογιστικών μεγεθών, ασταμάτητα διογκούμενο, χωρίς τέλος, χωρίς όρια, χωρίς σύνδεση με την καθημερινή πραγματικότητα της ζωής.
Τα παράγωγα προϊόντα και τα περίφημα πια «τοξικά» ομόλογα, που οι αποδόσεις τους πολλαπλασιάζονταν ως ένα στοίχημα πάνω στον εαυτό τους και άλλα όμοιά τους, είναι το ακριβές ανάλογο της τρελής αναπαραγωγής των καρκινικών κυττάρων σε έναν οργανισμό. Αυτό που ρίχνει τα χρηματιστήρια σήμερα είναι κυρίως ότι δεν ξέρουμε εάν εντοπίστηκαν αρκετά νωρίς ή πολύ αργά.
Wednesday, October 8, 2008
"Η απληστία είναι καλό"
Στην ταινία αυτή του Όλιβερ Στόουν πρωταγωνιστεί ο Μάικλ Ντάγκλας και συνοψίζει μέσα σε ένα θρυλικό μονόλογο τη «φιλοσοφία» (μεγάλη λέξη) του κέρδους χωρίς ηθικούς φραγμούς. Είναι ένας πετυχημένος χρηματιστής και απευθύνεται στους μετόχους, που κι αυτούς τους έχει κάνει πλουσιότερους. Είναι το εγκώμιο της απληστίας. «Η απληστία», λέει, «είναι –επειδή δεν βρίσκω καλύτερη λέξη- καλό πράγμα. Η απληστία είναι σωστή. Η απληστία είναι αποτελεσματική. Η απληστία ξεκαθαρίζει, η απληστία λύνει ζητήματα, και συλλαμβάνει την ουσία του πνεύματος της εξέλιξης. Η απληστία, με όλες τις μορφές της, απληστία για ζωή, απληστία για χρήμα, αγάπη, γνώση, σημάδεψε την ανοδική πορεία του ανθρώπινου γένους. Και η απληστία δεν θα σώσει μόνο την επιχείρησή μας, θα σώσει και την άλλη μεγάλη προβληματική επιχείρηση που ονομάζεται Ηνωμένες Πολιτείες».
Είναι ο ύμνος στο κέρδος, ο επιτάφιος της ηθικής. Το πρόβλημα, όμως, είναι πως τότε για πρώτη φορά η επιχειρηματικότητα αποσυνδέθηκε από την ηθική. Και αυτό συνέβη ταυτόχρονα με την αποσύνδεση των μεγάλων επιχειρήσεων από τους δημιουργούς και, κυρίως, από την έννοια της ιδιοκτησίας. Ποιος είναι ο «ιδιοκτήτης» μιας πολυεθνικής; Κανένας. Και το «αφεντικό» της, ο διευθύνων σύμβουλος με τα ιλιγγιώδη μπόνους στο συμβόλαιο, μπορεί σήμερα να είναι εκεί, αύριο αλλού. Αν κερδίζει, είναι το ίδιο. Για τον ίδιο. Όχι για τους άλλους, όχι για την εταιρεία, όχι για τους εργαζομένους της.
Αντίθετα, μέχρι τη μετάλλαξη του 80 και του 90, οι εταιρείες ήταν τα δημιουργήματα των δημιουργών τους, συχνά με το όνομά τους. Και ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και σε κάποιο βαθμό και στη βόρεια Ευρώπη, η λειτουργία του συστήματος συσσώρευσης του κέρδους συμβάδιζε με μια ηθική, ατομική μεν, αλλά με κοινωνικό χαρακτήρα. Η ηθική αυτή είχε θρησκευτικές βάσεις, ήταν κυρίως προτεσταντική, και συνέδεε μερικές περίεργες για τις μέρες μας αρχές, όπως η λιτή ζωή ανεξάρτητα από το συσσωρευμένο πλούτο, η αποφυγή πρόκλησης, η παραμονή στο σώμα της κοινωνίας αντί για την αποκοπή και η αναδιανομή μέσα από τη μεγάλης έκτασης φιλανθρωπική δράση και την διοχέτευση του πλούτου, συνήθως αλλά όχι αποκλειστικά μετά θάνατον, σε κοινωφελείς σκοπούς. Όλα τα μεγάλα ιδρύματα στη σημερινή Αμερική, από την τέχνη μέχρι την επιστημονική έρευνα, τα περισσότερα μεγάλα πανεπιστήμια, είναι προϊόντα αυτής της σχέσης των παραγωγών του κέρδους με το χρήμα και την ατομική ιδιοκτησία.
Η ηθική αυτή έπεσε στο ρήγμα ανάμεσα στην εταιρεία και τη διοίκησή της – και ήταν η ηθική της ατομικής ευθύνης. Άνθρωποι όπως ο Ρίτσαρντ Φαλντ, ο διευθύνων σύμβουλος της Lehman Brothers, που πήρε μισό δις δολλάρια για να στείλει την 4η τράπεζα της χώρας του στο σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας μετά από ενάμιση αιώνα λειτουργίας, όπως είχε κάνει πριν από μερικά χρόνια με την παλιότερη τράπεζα του κόσμου, τη Barings, ένας νεαρός γιάπης χωρίς αναστολές. Δεν θα συγκινηθεί από τις ταμπέλες και τις φωνές «ντροπή» που αντικρίζει τώρα κάθε φορά που εμφανίζεται δημόσια. Αυτή η έλλειψη ψυχικής σύνδεσης, η απουσία συγκίνησης μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο, η εξαφάνιση του περιεχομένου από την λέξη «ντροπή» δεν είναι το αποτέλεσμα. Είναι αιτία αυτής της κρίσης.
Tuesday, October 7, 2008
Κάθε πόλις και Πανεπιστήμιο, κάθε χωριό και ΤΕΙ
Κι αν όλα αυτά ακόμη δεν σας συγκινούν, ένα άλλο θαύμα συντελέστηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο. Επειδή τα μεγάλα γεγονότα συμβαίνουν στα σκοτεινά και δεν φωτίζονται από τους διεστραμμένους προβολείς της επικαιρότητας ίσως δεν έχετε πληροφορηθεί ότι το περασμένο Σαββατοκύριακο ο υπουργός Παιδείας πήγε περιοδεία στην Αιτωλοακαρνανία. Και εκεί έγινε κάτι που στο μέλλον θα καρπίσει και θα φέρει το φως της γνώσης στο Αγρίνιο και το Μεσολόγγι – εκεί όπου εν αντιθέσει προς τη Βιστωνίδα όλοι ξέρουν από την πατριδογνωσία πως πρόκειται για λιμνοθάλασσα, άρα ατυχώς δεν μπορεί να ανταλλαγεί με οικόπεδα στο Μαρούσι. Το περασμένο Σαββατοκύριακο ιδρύθηκε ένα Πανεπιστήμιο.
Ναι, δεν είναι ψέμματα. Ο υπουργός Παιδείας το ανακοίνωσε νέτα-σκέτα. Προχωρεί η ίδρυση Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας. Μην σας πτοεί ότι στη δυτική Ελλάδα λειτουργούν ήδη το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και το Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Στα 225 χιλιόμετρα που χωρίζουν τις δύο πόλεις χωράει εύκολα άλλο ένα. Μέχρι τώρα υπήρχε η μαγιά, τρία τμήματα της διασποράς από τα Γιάννενα, αλλά με την ίδρυση και τέταρτου τμήματος θα λειτουργήσει και διοικούσα επιτροπή. Ποιο είναι το τέταρτο αυτό τμήμα; Πρόκειται για το τμήμα «Μάρκετινγκ Αγροτικών Προϊόντων».
Μπορούμε, λοιπόν, κατ’αντιδιαστολή να υποθέσουμε πως θα χρειαστούν και άλλα αντίστοιχα τμήματα. Για παράδειγμα, το τμήμα μάρκετινγκ κτηνοτροφικών προϊόντων, το τμήμα μάρκετινγκ βιοτεχνικών προϊόντων, το τμήμα μάρκετινγκ βιομηχανικών προϊόντων, το τμήμα μάρκετινγκ προϊόντων υψηλής τεχνολογίας. Και μετά θα έχουμε κατευθύνσεις: μάρκετινγκ πουλερικών, μάρκετινγκ ερυθρού κρέατος, μάρκετινγκ για καραμέλλες μέντα.
Είναι καλό πράγμα η Παιδεία. Είναι καλό πράγμα τα Πανεπιστήμια. Ίδρυσε κι εσύ ένα Πανεπιστήμιο – μπορείς. Είναι ένας από τους μάλλον αθώους τρόπους να πετάμε από το παράθυρο μερικά από τα εφτάμισυ δις ευρώ που υπολογίζει να μαζέψει ο κ. Αλογοσκούφης.
Αρκεί η μαμά να μπορεί να βγει στη γειτονιά να πει «πέρασε το παιδί πέρασε» και, όπως έλεγε ένας παλιός στίχος, «το καημένο επιστήμων τελειώνει». Αρκεί να νοικιαστούν τα δωμάτια στο Αγρίνιο, να δουλέψουν τα μαζαγιά στο Μεσολόγγι και, μην τα θέλετε όλα μαζί, μόλις γίνουν τα εγκαίνια δεν θα χρειάζονται πια μαύρες σημαίες για τη διεκδίκηση του δίκαιου αιτήματος της τοπικής κοινωνίας για ίδρυση Πανπιστημίου στο ιστορικό Αιτωλικό. Αν αργήσουν λίγο ακόμη οι εκλογές, αν χειροτερέψουν λίγο οι δημοσκοπήσεις έρχεται το University of Aetoliko, το University of Xiromero, προπάντων δε το University of Valtos. Βάλτος βαθύς και πηχτός, να μην ξεκολλάς με τίποτα…
Monday, October 6, 2008
Ευρώπη ναι, ενιαία όχι - τουλάχιστον ακόμη και για πολύ καιρό
Το πρόβλημα είναι στις κρίσεις. Όταν όλα πηγαίνουν καλά, στις Βρυξέλλες έχει πάρτυ. Για την ακρίβεια, business as usual. Συμβούλια, επιτροπές, εκθέσεις, γνωμοδοτήσεις, ντιρεκτίβες. Όταν προκύψει μια διεθνής κρίση, είτε αυτή είναι πολιτική, στρατιωτική είτε οικονομική, τα συμπτώματα είναι πανομοιότυπα. Οι κυβερνήσεις θυμούνται ξανά ποιοι τους ψηφίζουν για να πηγαίνουν στις Βρυξέλλες και βάζουν τις εθνικές τους προτεραιότητες πάνω από το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον – ΑΝ υποθέσουμε ότι υπάρχει κοινοτικό συμφέρον, που είναι εξαιρετικά αμφίβολο.
Συνέβη στην κρίση του Ιράκ, συμβαίνει ξανά σήμερα με την κρίση των χρηματιστηρίων. Η κα Μέρκελ το είπε με τευτονική κομψότητα: ο καθένας για τον εαυτό του. Όταν μια τράπεζα κινδυνεύει, θα τη σώζει η χώρα της. Αυτό, πέρα από τη σοκαριστική σκληρότητα της διατύπωσης, έχει δύο ενδιαφέρουσες πτυχές. Η πρώτη είναι η διάψευση του μύθου πως το κεφάλαιο έχει γίνει παγκόσμιο, πως έχει χάσει εντελώς το εθνικό του χρώμα, πως δεν έχει νόημα να συζητάει κανείς για εθνικές αστικές τάξεις μέσα σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, πως ειδικά οι τράπεζες κινούνται όπως και τα χρηματιστηριακά κεφάλαια πάνω από τα σύνορα. Και το παράδειγμα ήταν ακριβώς τα σημερινά ναυάγια. Τι ήταν, ας πούμε, η Fortis όταν αγόρασε την ABN-AMRO, τη μεγαλύτερη τράπεζα της Ολλανδίας; Βελγική ή ολλανδική; Ή, αν θέλετε ένα πιο κοντινό παράδειγμα, θα μπορούσε αύριο η Εθνική μας Τράπεζα να πάψει να είναι Εθνική, αν αγόραζε μετά τη Finansbank στην Τουρκία και μερικές αντίστοιχου μεγέθους σε άλλες χώρες. Πόσο ελληνική θα ήταν τότε; Και πόσο νομιμοποιείται η Ελλάδα και η κυβέρνησή της, πέρα και ανεξάρτητα από τους μετόχους της, διαφορετικούς κάθε μέρα συναλλαγών, να την αντιμετωπίζει σαν ελληνική; Η απάντηση είναι «απολύτως». Την έδωσε η κυρία Μέρκελ – που δεν είναι δα και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Την έδωσε τόσο κοφτά και κατηγορηματικά, που νομίζω ότι για την ώρα κλείνει τη συζήτηση, τουλάχιστον στην Ευρώπη.
Το δεύτερο ενδιαφέρον συμπεράσμα από αυτές τις εξελίξεις αφορά την έκταση των εθνικών συμφερόντων που έχουν συνδέσει οι χώρες με το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Στον απόηχο της κρίσης του Ιράκ και της περίφημης ρήξης ανάμεσα στους «ευρωπαϊστές» και τους «ατλαντιστές» ορισμένοι είχαν –και είχαμε- υποστηρίξει ότι στην πραγματικότητα η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων ήταν ήδη εδώ. Ότι δηλαδή δεν μπορεί να συνεχιστεί ο ευρωπαϊκός δυισμός, με ορισμένες χώρες να μετέχουν μόνο στην πολιτική ένωση και άλλες να κινούνται μαζί και στη νομισματική τους πολιτική, με τη ζώνη του ευρώ. Ότι, στην ουσία, δηλαδή, το πολιτικό εγχείρημα έχει νόημα εφόσον συμβαδίζει και με κινήσεις σύνδεσης των θεμελιωδών συμφερόντων και το κύριο όχημα σύνδεσης των συμφερόντων των χωρών, για να βρεθούν πράγματι πάνω στο ίδιο καράβι, δεν ήταν άλλο από την οικονομία, μέσα από το ευρώ, το κοινό τους νόμισμα.
Δεν θέλω να πω πως εκείνο το επιχείρημα δεν έχει και σήμερα βάση. Απλώς σήμερα διαπιστώνουμε και αναγνωρίζουμε ότι ακόμη και τα κοινά επενδεδυμένα συμφέροντα στο ευρώ δεν είναι αρκετά. Από την άλλη, με τα σημερινά δεδομένα, είναι το περισσότερο που μπορούμε να έχουμε.
Friday, October 3, 2008
Τα κεφάλαια και τα σύνορα
Πρώτα από όλα, ποιοι έχουν τα πολλά μετρητά σήμερα; Μετά από μια διετία εκτόξευσης των τιμών του πετρελαίου σε πρωτοφανή ύψη, η ρευστότητα έχει συγκεντρωθεί στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες – και μάλιστα σε εκείνες που δεν έχουν άλλες πολιτικές να χρηματοδοτήσουν (όπως η Ρωσία που έσβησε το χρέος της και έχει και 200 εκατομμύρια ανθρώπους να συντηρήσει). Δηλαδή, κυρίως, στις χώρες του Κόλπου. Με την τιμή του πετρελαίου έως και δέκα φορές πάνω από τα χαμηλά από όπου ξεκίνησε, τα κράτη αυτά –απλώς επειδή έτυχε να κάθονται πάνω στην πλουτοπαραγωγική πηγή της ανθρωπότητας τον τελευταίο αιώνα- κέρδισαν όσα σε σχετικά κανονικές συνθήκες αγοράς θα έβγαζαν σε 15 ή 20 χρόνια.
Στην παραδοσιακή γεωπολιτική λογική, ο πλούτος μιας χώρας –τότε που οι πλούσιες χώρες είχαν και ένα σχετικό πληθυσμιακό και γεωγραφικό μέγεθος- μεταφράζεται σε αίτημα για αναγνώριση της ισχύος της. Αυτό προφανώς δεν μπορεί να συμβεί σε κρατίδια ελαχίστων τυχερών ανθρώπων, χωρίς ιστορική συγκρότηση και παράδοση, όπως τα Εμιράτα. Ο πλούτος τους, για να έχει νόημα και να έχει και εγγυήσεις βιωσιμότητας, εάν για παράδειγμα οι συνθήκες ή οι τεχνολογίες κάποια στιγμή αλλάξουν, πρέπει να εξαχθεί. Η εξαγωγή του, όμως, και μάλιστα σε μια εποχή που ζει τις παρενέργειες από μια εικοσαετία ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων, αμφισβητεί την οικονομική βάση των μεγάλων εθνικών κρατών. Και, για την ώρα, παρά την παγκοσμιοποίηση, το εθνικό κράτος παραμένει το θεμελιώδες συστατικό της πολιτικής συγκρότησης του κόσμου.
Έχει δικαίωμα ένα κράτος να επιλέξει; Μπορεί να πει «όχι» στην εγκατάσταση ενός ξένου κεφαλαίου, και μάλιστα εθνικού κεφαλαίου, στο κέντρο του χρηματοπιστωτικού του συστήματος; Δεν υπάρχει ηθική αξιολόγηση στην απάντηση. Η απάντηση είναι δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική. Και για την ώρα, μέχρι να φτάσουμε, αν ποτέ φτάσουμε, σε έναν ενιαίο κόσμο, με ενιαίο πολιτισμό και ενιαία διοίκηση, το χρήμα έχει μυρωδιά.
Η αντίσταση στην είσοδο αυτών των κεφαλαίων είναι οικονομικός εθνικισμός; Μπορεί κανείς να το πει και έτσι. Αλλά η χρηματοπιστωτική κρίση που συγκλονίζει τη διεθνή οικονομία είναι η σαφέστερη έως τώρα ένδειξη πως μετά το 1989 και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ξεκίνησε ένα αδύνατο εγχείρημα. Το εγχείρημα της παγκοσμιοποίησης ήταν στην ουσία η πρόταση για μια οικονομία χωρίς σύνορα και χωρίς την αντίστοιχη πολιτική βάση. Εθνικά κράτη, σύνορα –έστω και χαλαρότερα- στο έδαφος, πολιτική διαφοροποίηση, δηλαδή διαφορετικά συμφέροντα και ταυτόχρονα οικονομική ενοποίηση. Η ιδέα ήταν ότι το πρώτο παγκόσμιο στοιχείο θα ήταν το κεφάλαιο. Και πατρίδα του τα θησαυροφυλάκια, για την ακρίβεια τα λογιστικά βιβλία, των τραπεζών.
Τώρα που το ρίσκο, κινητήρια δύναμη και στοιχείο παραγωγικότητας για μεγάλο διάστημα, παίρνει την άσχημη όψη του, οι τράπεζες καταφεύγουν στα κράτη και τις κυβερνήσεις για να τις στηρίξουν. Για να σταθεί το «σύστημα». Τα εθνικά συμφέροντα δεν έχουν πεθάνει, όπως δεν έχουν τελειώσει και οι υποχρεώσεις των εθνικών κυβερνήσεων απέναντι στους πολίτες που τις αναδεικνύουν.
Thursday, October 2, 2008
Χωρίς δόντια
Το καλοκαίρι είχε περάσει δύσκολα για την κυβέρνηση, με τον καύσωνα Παυλίδη και τα βατοπεδινά πρωτοβρόχια. Οι εκλογείς δυσφορούσαν και είχαν αρχίσει να το δείχνουν οι μετρήσεις. Ο Πρωθυπουργός πήγε στην Έκθεση και έβαλε πάγο στους πολίτες. Αυτό είναι. Άμα τους αρέσει. Είχε την πεποίθηση ότι μπορούσε να μετατρέψει ένα πολιτικό αδιέξοδο, στηριγμένο στην εικαζόμενη αδυναμία του αντιπάλου του, σε πολιτικό κεφάλαιο. Είχε δίκιο, μέχρι τη στιγμή που μίλησε. Από εκείνη την ώρα και μετά, δεν υπήρχε πια αδιέξοδο, επομένως δεν υπήρχε και κεφάλαιο. Στην πολιτική, εν αντιθέσει με τα 20 χιλιαρικάκια των τραπεζικών καταθέσεων, δεν υπάρχουν εγγυημένα κεφάλαια.
Μετά ο κ. Καραμανλής φώναξε το κόμμα του, την Κεντρική Επιτροπή. Και τους έτριξε τα δόντια. Αυτό είναι. Άμα τους αρέσει. Αλλιώς, όποιος τολμά, ας τον ρίξει. Η αποφασιστικότητα είναι δείγμα ηγετικότητας. Οι πολίτες, ειδικά σε συγκυρίες κρίσης, θέλουν δείγματα ηγετικότητας. Αλλά γιατί τα θέλουν; Τα θέλουν γιατί οι ηγέτες παίρνουν αποφάσεις. Δεν επιζητούν την ηγετικότητα για την ηγετικότητα, δεν θέλουν αρχηγό για να τον θαυμάζουν. Ξέρουν ότι στη δύσκολη ώρα χρειάζονται αποφάσεις και ότι κάποιος πρέπει να τις πάρει. Αποφάσεις, προφανώς για τους πολλούς και όχι για εσωτερική ή εσωκομματική κατανάλωση. Ηγετικότητα χωρίς αποφάσεις δεν έχει αντίκρυσμα – είναι σαν τα ομόλογα της Lehman. Μετά έρχεται κάποιος άλλος, ας πούμε η Citibank, και πληρώνει. Αν θέλει. Και όσο θέλει…
Ο κ. Καραμανλής φώναξε τα στελέχη του και τους έτριξε τα δόντια. Το χθεσινό talk of the town το έχει ότι σήμερα ο κ. Καραμανλής φωνάζει τους υπουργούς του και θα τους τρίξει τα δόντια. Η ιδέα είναι δελεαστική. Μεθαύριο, θα συγκαλέσει την κυβερνητική επιτροπή και θα τους τρίξει τα δόντια. Μετά θα καλέσει σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου και θα τους τρίξει τα δόντια. Μετά θα φωνάξει στη Ραφήνα τους στενούς του συνομιλητές και θα τους τρίξει τα δόντια. Όμως, χωρίς κάτι που να αφορά και τους υπόλοιπους, πλην των παρισταμένων, δεν υπάρχει καλό τέλος. Κάποια στιγμή, ένας Πρωθυπουργός –έχει συμβεί και σε άλλους- βρίσκεται μόνος του απέναντι στον καθρέφτη. Αυτή είναι η μεγάλη απειλή για κάθε πρωθυπουργό. Να έρθει ενώπιος ενωπίω. Και να μην υπάρχουν εκείνη την κίτρινη ώρα υπουργοί. Να μην υπάρχουν συνομιλητές. Ίσως να μην υπάρχουν καν δόντια…
Κι όπως όλοι πια ξέρουν, δεν είναι εύκολο πράγμα η Ανόρθωσις.