Friday, August 31, 2007

Και οι φωτιές καίνε ακόμη...

Παρασκευή 31 Αυγούστου – 31η και τελευταία αυτού του Αυγούστου και αυτού του καλοκαιριού που δεν νομίζω ότι θα το νοσταλγήσουμε…

Την περασμένη Παρασκευή, τέτοια ώρα ακριβώς, ο Σφυγμός της Μέρας είχε πρώτο θέμα τις μεγάλες πυρκαγιές που είχαν ξεσπάσει στην Πελοπόννησο. Έκτοτε, έχουν μεσολαβήσει 64 νεκροί, ένα εθνικό σοκ, περισσότεροι από 100 τραυματίες, δεκάδες καμμένα χωριά, και –κρατήστε την αναπνοή σας- δυόμισυ εκατομμύρια στρέμματα δασικών κυρίως εκτάσεων που έχουν γίνει στάχτη. Έχουν μεσολαβήσει, επίσης, μια κατάρρευση του κρατικού μηχανισμού, μια διεθνής βοήθεια πρωτοφανούς έκτασης, όπως και η καταστροφή, μια ναυτία και μετά μια ανασυγκρότηση της κυβέρνησης, μια μεγάλη ανάφλεξη του πολιτικού σκηνικού δύο εβδομάδες μόλις πριν από τις εκλογές, και μαζί βέβαια σχεδόν 75 εκατομμύρια ευρώ σε αποζημιώσεις. Στην ίδια περίπου περιοχή είχαν γίνει παλαιότερα οι σεισμοί του Βαρθολομιού, και οι κάτοικοι μετά έλεγαν πως «δεν ήταν σεισμός, ήταν σωσμός» - τώρα, βέβαια, με δεκάδες νεκρούς δεν είναι εύκολα τα αστεία, είναι όμως εύκολα τα μετρητά, τα οποία πάντοτε εκτιμώνται…

Α, ξέχασα… Μεσολάβησε επίσης και μια βροχή δημοσκοπήσεων. Όλοι μετρούν – όλοι συζητούν – όλοι αμφισβητούν, για πρώτη φορά, επίσης, αποσύρθηκε έρευνα (της MRB) διότι αναγνωρίστηκε αυτό που όλοι υποθέταμε. Ότι δηλαδή μπορεί όταν είναι τηλεφωνική μια έρευνα να δεχτούμε (λόγω καλής διάθεσης) ότι ο άνθρωπος στην Ηλεία, που είτε έχει καεί η γούνα του, είτε το χωριό του, είτε έχει περάσει μερικές νύχτες με τη μάνικα στο χέρι, είτε βλέπει πλατείες γεμάτες πρόσφυγες,

Μπορεί τέλος πάντων αυτός ο άνθρωπος στο τηλέφωνο να τον ρωτήσεις τι θα ψηφίσει και να απαντήσει ελληνιστί. Όσοι απαντούν γαλλιστί λογίζονται στην «αδιευκρίνιστη ψήφο»… Όταν όμως τολμήσει κάποιος αμέριμνος να εμφανιστεί με μια ωραία κάλπη στην πλατεία της Ζαχάρως, ή στην Αρτέμιδα, ή στη Μάκιστο, ή (αν έχει άφλεκτο μπουφάν) στην Καρύταινα, τότε αντιμετωπίζει σοβαρό κίνδυνο γιούχας και αποπομπής.

Έτσι έχουν τα πράγματα, λοιπόν, σήμερα, οκτώ μέρες μετά το ξέσπασμα των μεγάλων πυρκαγιών στην Πελοπόννησο. Έτσι; Ε, λοιπόν, όχι. Καθόλου έτσι δεν είναι τα πράγματα. Το πιστεύετε, δεν το πιστεύετε, ενώ εμείς μετράμε δημοσκοπήσεις, μετράμε επιδοτήσεις, μετράμε εκλογικές πιθανότητες και πολιτικά αλισιβερίσια, οι φωτιές καίνε ακόμη. Ναι, οι ίδιες φωτιές. Καίνε ακόμη. Δεν έχουν σβήσει. Χωριά απειλούνται, δάση καίγονται, περιοχές εκκενώνονται, τα μέτωπα εκτείνονται σε χιλιόμετρα. Είμαστε πολύ ευαίσθητοι για τα δάση που κάηκαν, είμαστε εντελώς αναίσθητοι για τα δάση που καίγονται αυτή τη στιγμή που μιλάμε.

Γιατί; Είναι απλό. Επειδή η αντίληψη και η είσπραξη του πραγματικού γεγονότος έγινε και γίνεται μέσα από ένα απέραντο τηλεοπτικό πρόγραμμα, το έργο έχει αρχίσει να μας κουράζει. Ασε που βολεύει να μην βλέπουμε τι συμβαίνει και να επεξεργαζόμαστε εικόνες ήδη καταγεγραμμένες. Φτάνει με τις φωτιές – και ας καίνε. Το θέμα δεν είναι εάν καίνε, το θέμα είναι εάν καίγοντας κινούν το ενδιαφέρον. Τίνος; Υπάρχει κανείς που να έχει προτεραιότητα την ίδια τη φωτιά; Το ενδιαφέρον είναι αυτοτροφοδοτούμενο. Εστιάζεται το δικό μας στο ενδιαφέρον των άλλων. Μιλά η κοινή γνώμη. Μπούχτισε από στάχτη και φλόγες. Τώρα θέλει αισιόδοξα μηνύματα. Ποιος θα δώσει το πιο αισιόδοξο μήνυμα; Εκλογές έρχονται.

Thursday, August 30, 2007

Ασύμμετρες εκλογές

Πέμπτη 30 Αυγούστου – και σφυγμομέτρες, γκαλοπατζήδες και δημοσκόποι αντιμετωπίζουν μια ασύμμετρη εκλογή. Για πρώτη φορά βλέπω τέτοια αδυναμία πρόβλεψης, τέτοια αμηχανία, τέτοια δυσκολία διατύπωσης πολιτικών εκτιμήσεων, και κυρίως τέτοιο δέος μπροστά στη ρευστότητα που αναδεικνύεται σε κύριο χαρακτηριστικό του εκλογικού σώματος.

Κάτι συμβαίνει. Αλλά τι; Μια πρώτη ηχηρή απάντηση άκρας σιωπής δόθηκε χτες το απόγευμα στο Σύνταγμα. Μετριοπαθείς υπολογισμοί μιλούν για δέκα χιλιάδες ανθρώπους. Ασφαλώς δεν είναι αντιπροσωπευτικό το δείγμα. Δεν προήλθαν ισόρροπα από όλα τα κοινωνικά στρώματα, από όλες τις πολιτικές ευαισθησίες, από όλες τις ομάδες του πληθυσμού με εκπαιδευτικά ή οικονομικά κριτήρια και ασφαλώς, δεν ήρθαν από την Ηλεία – στην Αθήνα και την Αττική μένουν οι άνθρωποι. Από την άλλη, όμως, το δείγμα ήταν απολύτως αντιπροσωπευτικό. Αντιπροσωπευτικό μιας νέας τάσης που διαμορφώνεται όλο και πιο συγκροτημένα, σε ένα μικρό ακόμη, αλλά σκληρό πια πυρήνα. Μιας τάσης σιωπηλής, όπως οι ίδιοι, μαύρης όπως τα ρούχα τους και γι’αυτό αδιάγνωστης στις περίφημες «φωτογραφίες της συγκυρίας».

Η σιωπή είναι στάση. Τώρα, για πρώτη φορά από όσο θυμούνται οι πολιτικοί αναλυτές, η σιωπή είναι και τάση, είναι πολιτική άποψη, είναι κοινωνικό ρεύμα. Για πρώτη φορά, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με λογικό τρόπο τι θα συμβεί. Η σιωπή θα διαλυθεί και θα αφήσει πίσω της μια ρομαντική διαμαρτυρία ή η σιωπή θα σαρώσει βεβαιότητες και σταθερές;

Είναι μια μεγάλη αντιστροφή του σκηνικού που γέννησε την πολιτική συγκρότηση των προηγούμενων γενεών, αυτών που ασκούν κατά τεκμήριο σήμερα την εξουσία. Ας πάμε 40 χρόνια πίσω. Μετά τις διαδηλώσεις του περίφημου Μάη του 1968 στο Παρίσι, ο στρατηγός ντε Γκωλ –αρχετυπικό δείγμα της ιδέας για ανάγκη σκληρής και πειστικής «ηγεσίας»- έβαλε στην παγκόσμια πολιτική ορολογία μια φράση που από τότε τη στοιχειώνει: τη «σιωπηρή πλειοψηφία». Οι νέες γενιές, η αμφισβήτηση του συστήματος εκφράζονταν ηχηρά, με διαδηλώσεις, με εκρήξεις, με συγκρούσεις. Ο ντε Γκωλ έλεγε πως η σιωπή ήταν το πολιτικό όπλο της μικροαστικής τάξης που θα τον στήριζε και τον Ιούνιο σάρωνε στις εκλογές. Η παράταξη της σιωπής είχε νικήσει και είχε στηρίξει το σύστημα.

Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το σύστημα είναι εξωστρεφές και αυτάρεσκο. Φωνάζει την αυτοσυντήρησή του. Η αμφισβήτησή του είναι πια η σιωπή, αν υποθέσουμε και μάλλον δεν θα έχουμε άδικο ότι οι 10.000 του Συντάγματος χθες το βράδυ μάλλον δεν πήγαν να εκδηλώσουν τον ενθουσιασμό τους με τη λειτουργία του. Η βελούδινη αμφισβήτηση είναι ένα νέο φαινόμενο. Φαινόμενο της εποχής της απογοήτευσης, της διάψευσης, της απουσίας οραμάτων. Μην με ρωτάτε πώς θα γραφτεί στην κάλπη στις 16 Σεπτεμβρίου. Δεν ξέρω και νομίζω δεν ξέρουν και πολλοί από αυτούς που συγκροτούν ετούτο το δυσδιάκριτο, σχεδόν αόρατο, διακριτικό, αλλά γι’αυτό όχι λιγότερο οργισμένο και φουσκωμένο κίνημα. Ξέρω όμως ότι οι πολιτικοί, που άλλοτε μετρούσαν την ένταση και άκουγαν τις πιο δυνατές φωνές, θα διαπιστώσουν σύντομα και ίσως οδυνηρά πως ήρθε η ώρα να βλέπουν την απουσία, να ακούνε τη σιγή και να μαντεύουν το ανεπαίσθητο.

Η καμμένη ψήφος

Τετάρτη 29 Αυγούστου – και τώρα που καταλάγιασαν, αν δεν έσβησαν εντελώς οι φλόγες, τώρα που καταλάγιασαν κάπως και τα συναισθήματα, τώρα είναι η ώρα να σκεφτούμε για το τι έχει συμβεί αυτό το καλοκαίρι στην Ελλάδα. Και να αποφασίσουμε.

Υπάρχει μια ιδέα πως η τραγωδία επιβάλλει τη σιωπή. Αλήθεια είναι. Η έκταση της καταστροφής και ο ανθρώπινος πόνος, με τους νεκρούς ακόμη άταφους, δεν επιτρέπει να φερθούμε όπως θα φερόμασταν υπό άλλες συνθήκες, τέτοιες μέρες που θα ήταν μέρες προεκλογικού πυρετού. Είναι όμως άλλο η σιγή της περίσκεψης κι άλλο η επιβολή ενός πολιτικού σιωπητήριου. Αυτή η στάχτη δεν μπορεί να γίνει στάχτη στα μάτια – πρέπει να γίνει αλισίβα που θα καθαρίσει τη ματιά μας κι όχι να θολώσει την κρίση μας.

Με αυτή τη λογική, νομίζω ότι περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η εθνική καταστροφή επιβάλλει την πολιτική συζήτηση και όχι την αναστολή της. Δεν ξέρω εάν είναι σχέδιο ή δεν είναι, και τι σχήμα, συμμετρικό ή ασύμμετρο, έχει η απειλή. Ξέρω, όμως, όπως ξέρουμε όλοι, ότι η ίδια απειλή που ζήσαμε φέτος θα είναι εδώ και τις επόμενες μέρες, εάν η μοίρα μας επιφυλάσσει κι άλλα μαζεμένα, ασφαλώς όμως θα είναι εδώ, εγκατεστημένη πάνω στη μεγάλη κλιματική αλλαγή, και του χρόνου και όλα τα επόμενα χρόνια. Δεν είναι μια πρόκληση συγκυρίας, είναι μια πρόκληση γενεάς.

Η τραγωδία ήρθε σε ώρα εκλογών. Έτσι είναι. Κανείς δεν διαλέγει την ώρα της τραγωδίας του – ούτε οι άνθρωποι, ούτε οι λαοί, ούτε οι χώρες. Τώρα ήρθε, τώρα θα την αντιμετωπίσουμε. Εκ των πραγμάτων, επιβάλλει με το μέγεθος και τη δραματικότητά της αλλαγές στην πολιτική και την εκλογική ατζέντα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι για τους πολίτες πια αφενός το περιβάλλον και αφετέρου η οργάνωση της προστασίας του και της προστασίας μας από φυσικές καταστροφές, καθώς πολλαπλασιάζονται σε όλο τον κόσμο, θα είναι κορυφαία προτεραιότητα. Περιμένουν, λοιπόν, για να συγκρίνουν. Περιμένουν σχέδια – αν και δεν υπάρχει πολύς χρόνος. Περιμένουν προγράμματα – αν και δεν είναι βέβαιο πως προλαβαίνουν να τα καταρτίσουν με την επάρκεια που απαιτείται. Οι πολίτες, όμως, θα κρίνουν από ό,τι έχουν μπροστά τους. Ασφαλώς θα κρίνουν και με βάση ό,τι ξέρουν. Ποιος, πόσο και πώς βαθμολογήθηκε για την αντίδρασή του την ώρα της κρίσης. Ποιος, πόσο και πώς βαθμολογήθηκε για την ετοιμότητά του πριν από την κρίση. Ποιος, πόσο και πώς βαθμολογήθηκε για τη διαχρονική συνέπειά του στην προβολή και την υπεράσπιση των ζητημάτων που σήμερα αναδεικνύονται σε προτεραιότητες. Και, βέβαια, όλοι μαζί θα κριθούν για την ετοιμότητά τους να ανταποκριθούν στο αίτημα της συνεννόησης, συντεταγμένης πίσω από τις επιταγές του εκλογικού σώματος, που αυτό αποφασίζει – κι επίσης αυτό αναλαμβάνει την ευθύνη για τις συνέπειες που το ίδιο θα υποστεί.

Όλα αυτά συνοψίζονται σε μια πολιτική αξία που αποκτά εντελώς διαφορετικό πολιτικό βάρος: την αξιοπιστία. Καθενός και όλων. Αυτό είναι στο φόντο των μαυρισμένων αγαλμάτων της Ολυμπίας, το αίτημα της κάλπης.

Τι ψηφίζει ο απανθρακωμένος;

Τρίτη 28 Αυγούστου – και εντάξει, όλοι μας άρρωστοι άνθρωποι είμαστε σε αυτή τη δουλειά, γκαλοποεξαρτημένοι και εκλογοπροσηλωμένοι. Αλλά κάτι έχει συμβεί κι όσο νωρίτερα το συνειδητοποιήσουμε, τόσο καλύτερα.

Έβλεπα χτες το βράδυ στην τηλεόραση την πρώτη συζήτηση για μια δημοσκόπηση με κάλπη, την παρουσίασε το Αλτερ. Είχε από όλα, όλα τα γνωστά. Είχε πρόθεση ψήφου, είχε καταλληλότερο, είχε παράσταση νίκης. Και είχε και την παραδοσιακή ξιφομαχία ενός υπουργού με ένα μεγαλοστέλεχος – σοβαροί άνθρωποι, που παρουσίαζαν ο καθένας για την πλευρά του εύλογα επιχειρήματα. Μετρούσαν μετακινήσεις και με τη βοήθεια των δημοσκόπων και των αναλυτών μελετούσαν προθέσεις, ανέτεμναν συσπειρώσεις, ανάπτυσσαν επιχειρήματα, άφηναν αιχμές, κατέληγαν σε συμπεράσματα. Κάθε άλλο βράδυ, θα μου είχε φανεί εύλογο, θα την είχα βρει μάλιστα αυτή τη συζήτηση από τις σχετικά καλές εκδοχές της αναμενόμενης προεκλογικής εκστρατείας.

Δεν ξέρω γιατί –αν και έχω μια υποψία…- αλλά ειδικά χτες το βράδυ μου φάνηκε εκτός τόπου και χρόνου, σχεδόν σουρρεαλιστική, σαν εκείνο τον πίνακα του Μαγκρίτ που δεν δείχνει παρά μόνο μια μεγαλοπρεπή ξύλινη πίπα κι από κάτω γράφει με μεγάλα γράμματα: «αυτό δεν είναι μια πίπα». Σκέφτηκα το ενδεχόμενο κάπου εκείνη την ώρα, μέσα στις φλόγες που απειλούσαν ακόμη χωριά και καταβρόχθιζαν δάση, κάπου ας πούμε στην πλατεία του χωριού Σέττα στην Εύβοια που εκείνη την ώρα κινδύνευε κι έβλεπε να πέφτει ένα απειλητικό, κόκκινο από τις φλόγες σκοτάδι, ή στο χωριό Φρίξα στην Ηλεία, ή πάλι –το χειρότερο- στη μαρτυρική Αρτέμιδα…

… να υπήρχε κάπου εκεί στην πλατεία, εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι άνθρωποι εν κινδύνω κι άνθρωποι σε απόγνωση, να υπήρχε μια τηλεοπτική συσκευή. Και να έβλεπαν στην οθόνη εκπροσώπους των πολιτικών κομμάτων, εκείνων που ασκούν την εξουσία και στους οποίους εναποθέτουν τις ελπίδες τους για σωτηρία σήμερα και για αρωγή αύριο και για μεγάλο βάθος χρόνου, να συζητούν τέτοιες ώρες συσπειρώσεις, μετακινήσεις, καταλληλότητες, πόσο παίρνεις εσύ από εμένα, πόσους παίρνω εγώ από εσένα, τρεις το λάδι τρεις το ξύδι και θα κρίνει ο κύριαρχος λαός. Αναρωτιέμαι, εάν είχαν στη Σέττα και στα Φρίξια μια οθόνη πώς ακριβώς θα αντιδρούσαν αυτοί οι άνθρωποι. Θα την πέταγαν στις φλόγες, ή –γνήσιοι συμπατριώτες- θα άρχιζαν κι αυτοί να διαπληκτίζονται και θα γίνονταν από δυο χωριά, να το πω έτσι, και θα παραδίνονταν ευτυχισμένοι μέσα στον τσακωμό τους για να γίνουν παρανάλωμα της φωτιάς;

Τι θα έκαναν δεν το ξέρω, είμαι βέβαιος πως τηλεοπτική συσκευή δεν είχαν χτες το βράδυ στα απειλούμενα χωριά, ούτε σε εκείνα που έχουν αδειάσει από κόσμο, ούτε σε εκείνα που έχουν γίνει στάχτη. Ξέρω, όμως, πως οι εκλογές που θα διεξαχθούν στις 16 Σεπτεμβρίου δεν μοιάζουν με οποιεσδήποτε άλλες. Και έχω την εντύπωση πως εάν οι υποψήφιοι κάτοχοι της εξουσίας συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν με παραδοσιακό τρόπο τις πρώτες ασύμμετρες (σε αυτό δεν θα διαφωνήσει νομίζω κανείς),

Τις πρώτες ασύμμετρες εκλογές, τότε φλερτάρουν επικίνδυνα με μια αδιάγνωστη, ίσως αβέβαιη αλλά πάντως για πρώτη φορά πιθανή πολιτική άβυσσο.

Wednesday, August 29, 2007

Η θλίψη και η γνώση

Δευτέρα 27 Αυγούστου – και έχουν περάσει μόλις 71 ώρες από την περασμένη Παρασκευή, που έφυγα από αυτό το μικρόφωνο. Τίποτα δεν είναι ίδιο. Τίποτα δεν θα είναι ξανά ίδιο – ακόμη και για εμάς που δεν είμαστε ανάμεσα στους 62 ανθρώπους που χάθηκαν στη φωτιά, ακόμη και για εμάς που δεν έχουμε συγγενείς ανάμεσά τους. Μετά από αυτό το Σαββατοκύριακο, η Ελλάδα είναι μια άλλη χώρα.

Η Ελλάδα είναι μια άλλη χώρα πρώτα απ΄όλα από άποψη φυσικού περιβάλλοντος. Δεν ξέρω εάν υπάρχει πράγματι ένα οργανωμένο σχέδιο για την καταστροφή της χώρας, κι αν είναι η αποκλειστική αιτία ή ένας μόνο παράγοντας που συντέλεσε σε ό,τι ζούμε. Το βέβαιο είναι πως οι πιθανοί εμπρηστές, οι πιθανοί πυρομανείς, οι βέβαιοι ανάλγητοι και οι βέβαιοι απρόσεκτοι έκαναν το δικό τους μερτικό για να βάλουν τη φωτιά. Η φωτιά όμως, η τυχαία όσο και η εσκεμμένη, βρήκε τα δάση ξερά, βρήκε την ατμόσφαιρα χωρίς ίχνος υγρασίας μετά από τον άνυδρο χειμώνα και ένα καλοκαίρι με τρεις καύσωνες. Κι άλλες φορές η φλόγα ήταν τρομακτική. Ποτέ όμως δεν είχε αυτή την μορφή της λαίλαπας που ξεπερνά κάθε όριο, κάθε τι που είχαμε έως τώρα γνωρίσει. Η χώρα μας αλλάζει μέσα σε μια παγκόσμια φυσική αλλαγή και δεν είμαστε προετοιμασμένοι ούτε στο ελάχιστο για μια τέτοια πρόκληση.

Η Ελλάδα είναι μια άλλη χώρα από άποψη οικονομική. Έχουμε διαθέσει πάρα πολλά χρήματα για την ατομική μας ευημερία και πολύ λιγότερα για τις κοινές δράσεις, το δημόσιο αγαθό. Έχουμε μάθει να ανεχόμαστε ένα παραλυμένο κράτος, στο μέτρο που δεν απειλεί (με φόρους, για παράδειγμα) την ατομική μας βόλεψη. Έχουμε επενδύσει ελάχιστα στην προστασία και την αποκατάσταση των φυσικών αγαθών, αυτών που κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί για τον εαυτό του. Από εδώ και πέρα είναι θέμα χρόνου να το συνειδητοποιήσουμε. Τα εισοδήματά μας είναι από προχθές λιγότερα. Μέσα σε ελάχιστο καιρό θα χρειαστεί να δώσουμε και να διαθέτουμε συστηματικά ένα όλο και μεγαλύτερο ποσοστό των εισοδημάτων μας για την άμυνα απέναντι σε φυσικές καταστροφές και τη διατήρηση, όσο γίνεται, της φύσης γύρω μας.

Και η Ελλάδα είναι μια άλλη χώρα από άποψη πολιτική. Η έκταση της καταστροφής (πρόκειται για ένα παγκόσμιας, και ασφαλώς μεσογειακής, κλίμακας γεγονός που συντελέστηκε στη μικρή χώρα μας) επιβάλλει τη σειρά όσων βλέπουμε: την έκπληξη, την έκκληση, την οργή, την απόγνωση. Και μετά, την περίσκεψη, την περισυλλογή. Το αίτημα της υπέρβασης. Σε λίγες μέρες έχουμε εκλογές. Η ατζέντα τους προφανώς έχει αλλάξει. Το ζήτημα δεν είναι μόνο να ψάχουμε αν κανείς έχει «στόχο την Ελλάδα». Το ζήτημα είναι πώς θα ανταποκριθεί το πολιτικό σύστημα σε ανάγκες, προκλήσεις και βαθιά κοινωνικά αιτήματα που ξεπερνούν κάθε έως τώρα καταγεγραμμένη δυνατότητά του.

Την Παρασκευή έτυχε να μου χαρίσουν ένα βιβλίο. Με όσα έγιναν, το άνοιξα το σούρουπο του Σαββάτου, σε ένα ψηλό λόφο στην Αίγινα. Ο ήλιος κοκκίνιζε πίσω από τη στάχτη, καθώς το σύννεφο από τη φωτιά στην Εύβοια σκέπαζε τον Ευβοϊκό, την Αττική και το Σαρωνικό και εκτεινόταν έως την Επίδαυρο για να αρχίσει να ενώνεται με το άλλο μεγάλο σύννεφο από τις φωτιές της Πελοποννήσου. Σύμπτωση; Άνοιξα και διάβασα μια σκέψη του Σέλινγκ, που δεν γράφτηκε προχτές για την Ελλάδα: «Η θλίψη αποτελεί το σκοτεινό θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται η συνείδηση και η γνώση».

Monday, August 27, 2007

Εκλογές, φάση πρώτη

Παρασκευή 24 Αυγούστου – και τελειώνει η πρώτη εβδομάδα της προεκλογικής εκστρατείας. Είναι, λοιπόν, η ώρα ενός πρώτου μικρού απολογισμού.

Πρώτον: μετρήσεις. Δημοσιοποιήθηκαν τρεις (φοβούμαι ότι δεν θα μπορέσω να συμπεριλάβω, όπως ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, εκείνη του Αγρινίου, γιατί τα ματάκια μας έχουν δει πολλές πλατείες να βουλιάζουν από τη δεκαετία του 80 και έχουμε πεισθεί πια πως το πλήθος δηλώνει κυρίως ότι τα δύο μεγάλα κόμματα μπορούν να γεμίσουν οποιονδήποτε χώρο αποφασίσουν. Ακόμη…) Στις μετρήσεις των δημοσκόπων, λοιπόν, που μας πληροφόρησαν –όπως το συνηθίζουν οι επικοινωνιολόγοι- για κάτι που ήδη γνωρίζαμε. Ότι υπάρχει προβάδισμα της Ν.Δ. Ότι οι εκλογές ποτέ δεν έχουν κριθεί πριν διεξαχθούν. Ότι οι αναποφάσιστοι δεν έχουν αποφασίσει. Merci beaucoup, όπως θα έλεγε και ο Σαρκοζί. Θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο να μάθουμε, π.χ., ποια είναι η επίδραση συγκεκριμένων θεμάτων ή ζητημάτων που άνοιξαν στη διάρκεια της εκστρατείας πάνω στις διαθέσεις της κοινής γνώμης. Αλλά όταν θα μπορούσαμε να έχουμε μια τέτοια εικόνα, τότε πια οι σφυγμομετρήσεις θα έχουν απαγορευθεί και θα επιτρέπονται μόνο φήμες και διαδόσεις…

Δεύτερον: το πιο προβλέψιμο σε μια προεκλογική περίοδο είναι ότι θα συμβεί κάτι απρόβλεπτο. Εντάξει, να υποθέσω ότι το πόρισμα Ζορμπά το εγνώριζε η κυβέρνηση και προσάρμοσε τις επιλογές της στην αδήριτη προοπτική της δημοσιοποίησής του. Αλλά το γεγονός ότι ο κ. Ζορμπάς θα ερχόταν σε ανοιχτή και δημόσια σύγκρουση με τον κ. Κολιοκώστα νομίζω ότι θα χρειαζόταν φαντασία σεναριογράφου για να το υποθέσει κανείς. Οι πολιτικοί αναλυτές συνήθως όταν κάνουν κάτι τέτοιες εξωφρενικές υποθέσεις απολύονται…

Και τρίτον: η θεματολογία της προεκλογικής περιόδου. Ένα καλό κι ένα δυσάρεστο. Για την ακρίβεια το ίδιο. Επιτέλους, θα έλεγε κανείς, άνοιξε ένα πραγματικό ζήτημα πολιτικής σύγκρουσης και σύγκρισης. Άνοιξε, με κυβερνητική πρωτοβουλία, το ασφαλιστικό. Όλοι ξέρουν πως αυτό θα έχουμε μπροστά μας αμέσως μετά τις εκλογές και πως είναι από τα πιο καυτά και περίπλοκα ζητήματα, που στοιχειώνουν την Ευρώπη, όπως στοιχειώνει την Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του 90 – θυμίζω μόνο νόμους Σιούφα και νόμους Ρέππα και ξορκισμένα φαντάσματα, όπως η έκθεση Σπράου και το ασφαλιστικό Γιαννίτση. Για πολύ καιρό έλεγα πως αν δεν μιλήσουμε για το ασφαλιστικό, δεν έχει νόημα η προεκλογική συζήτηση. Σήμερα, για πρώτη φορά, φοβάμαι μήπως ήταν λάθος. Μήπως, δηλαδή, στην κάψα της προεκλογικής μάχης, τα κόμματα αναλάβουν δεσμεύσεις που θα είναι αναγκασμένα να τηρήσουν μετά, αλλά θα ισοδυναμούν με εθελοτυφλία μπροστά στις πραγματικές ανάγκες. Μήπως δηλαδή αντί να συζητάμε τη λύση, στην πραγματικότητα υποθηκεύουμε τη λύση του ασφαλιστικού.

Thursday, August 23, 2007

Allou fun vote

Πέμπτη 23 Αυγούστου – και υπάρχουν δύο εκδοχές. Η μία είναι ότι οι ψηφοφόροι της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ πηγαίνουν διακοπές αργότερα από τους υπόλοιπους και δεν έχουν ακόμη επιστρέψει. Η δεύτερη, και κατά τεκμήριον πιθανότερη, εκδοχή είναι ότι διαμορφώνονται για πρώτη φορά συνθήκες αμφισβήτησης από το εκλογικό σώμα της κεντρικής σταθεράς στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Η παντοδυναμία του δικομματισμού, φαινόμενο που διαμορφώθηκε τα πρώτα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση και αποδείχθηκε ανθεκτικότατο, συντρίβοντας όλα τα εγχειρήματα αποδιοργάνωσής του, δείχνει σήμερα να βρίσκεται σε αδιέξοδο.

Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά. Συνήθως οι προκλήσεις για το δικομματισμό έρχονταν, ας το πω έτσι, «από τα πάνω». Ήταν συστημικές, προέρχονταν από εσωτερικές συγκρούσεις που οδηγούσαν σε αποσχίσεις και διατύπωση εναλλακτικών προτάσεων, εναλλακτικών σχημάτων. Λιγότερο ή περισσότερο βραχύβια, κανένα τους δεν έχει καταφέρει να επιβιώσει έως σήμερα. Αντιθέτως, η αμφισβήτηση που σήμερα μαρτυρείται έρχεται «από τα κάτω». Έχει σχέση με την δυσκολία του συστήματος να προσαρμοστεί στα αιτήματα της κοινωνίας και να προβάλει μια συνεκτική πρόταση για τη χώρα συνολικά, μια πρόταση όχι διακυβέρνησης, αλλά μια πρόταση κατεύθυνσης, μέσα σε ένα επίσης ρευστό διεθνές σκηνικό (και αυτή η θολούρα εισάγεται – αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…)

Δεν λέω ότι θα συμβεί. Δεν έχω επίσης την παραμικρή αμφιβολία ότι όταν επιστρέψουν όλοι από τις παραλίες, ηλιοκαμμένοι και πολιτικοποιημένοι, θα αρχίσουν να μπαίνουν με πιο σκληρό τρόπο, κάποτε και με πιο ατομικό τρόπο, τα σκληρά διλήμματα της εξουσίας. Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι η πόλωση θα έρθει αναπόφευκτα – και θα έλεγα πως είναι ένα θεμιτό πολιτικό μέσο, στο μέτρο που δεν παίρνει τη γνωστή μορφή της ρουσφετολογίας. Λέω όμως ότι, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 80 και μετά, δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Κανείς δεν ξέρει ούτε τις πραγματικές προθέσεις, ούτε τα πιθανά ανακλαστικά του ευαίσθητου αυτού σώματος εκλογέων που συγκροτεί τους περίφημους «αναποφάσιστους» και για το οποίο διεξάγεται η προεκλογική εκστρατεία. Πόσοι από αυτούς είναι πράγματι αναποφάσιστοι; Πόσοι έχουν μια γενική ιδέα, αλλά δεν έχουν κατασταλάξει; Πόσοι έχουν αποκλείσει κάποιες εκδοχές και αμφιταλαντεύονται ανάμεσα σε άλλες; Κυρίως: πόσοι θεωρούν ότι υπάρχουν ακόμη σήμερα ευρείς χώροι ένταξης στους οποίους τοποθετούν τον εαυτό τους και πόσοι βλέπουν το πολιτικό φάσμα σαν ένα ενιαίο συνεχές, πάνω στο οποίο θα τοποθετηθούν συγκυριακά και ανάλογα με τα ερεθίσματα της τελευταίας στιγμής;

Όπως κι αν έρθουν τα πράγματα, όσο κι αν περάσει ή δεν περάσει η λογική της «χρήσιμης ψήφου», όσο αποδοτική ή μη κι αν αποδειχθεί η πόλωση, η επόμενη κυβέρνηση, από τρικομματική ή πεντακομματική Βουλή, ακόμη εάν έχει άνετη ή στενόχωρη αυτοδυναμία, έχει ένα νέο δεδομένο για τις διαθέσεις της κοινωνίας: η αμφισβήτηση είναι εδώ για να μείνει, όταν εμφανίζεται στις μετρήσεις κάποια στιγμή (δεν ξέρω αν θα είναι τώρα, πάντως κάποια στιγμή) θα εμφανιστεί με πολιτική μορφή και εκλογική αποτύπωση. Και περιμένει απαντήσεις…

Wednesday, August 22, 2007

Ομολογίες

Τετάρτη 22 Αυγούστου – και το μοτίβο της διαφθοράς επιστρέφει στο κέντρο της πολιτικής ζωής. Είναι η εκδίκηση του παρελθόντος, είναι μια ελληνική εκδοχή της επιχείρησης «καθαρά χέρια» ή είναι σκηνές από έργα προσεχώς; Τα πράγματα μπορεί να είναι πολύ πιο απλά. Μπορεί απλώς να παρακολουθούμε το χρονικό ενός προαναγγελθέντος σκανδάλου. Μπορεί, επίσης, η πορεία των πραγμάτων να καθοριστεί λιγότερο από τη φύση των αποκαλύψεων, για τις οποίες μάλλον ήμασταν γενικά προετοιμασμένοι, και περισσότερο από την ικανότητα διαχείρισης μιας δεδομένης και σχεδόν αναμενόμενης κρίσης. Για την ώρα, οι επιδόσεις στη διαχείριση αυτή κινούνται χαμηλά.

Γιατί λέω πως μια κρίση μπορεί να είναι τόσο καθοριστική; Γιατί η επιλογή μιας σύντομης προεκλογικής εκστρατείας, με ελάχιστη δυνατότητα ανάπτυξης πολιτικών σχεδιασμών, με τον κόσμο το μεγαλύτερο διάστημά της στις παραλίες, με τους υποψήφιους να δίνουν μάχη με το χρόνο όσο και μάχη με το σταυρό, με συμπύκνωση των εξελίξεων στο μέγιστο, αυτή η κεντρική επιλογή που έκανε ο κ. Καραμανλής προκηρύσσοντας πρόωρες κάλπες το Δεκαπενταύγουστο για τις 16 Σεπτεμβρίου είχε ένα πλεονέκτημα και έναν κίνδυνο. Το πλεονέκτημα, ασφαλώς, ήταν ότι ελαχιστοποιούσε τις δυνατότητες να εκτυλιχθεί μια βεντάλια εκλογικής αντιπαράθεσης και επομένως απομείωνε την ικανότητα της αντιπολίτευσης να χτίσει την εκλογική της εικόνα και να αποδομήσει εκείνη της κυβέρνησης. Άρα, το πιθανότερο παρέμενε να διατηρηθεί με σχετικά μικρότερο εύρος διακύμανσης και ρίσκου η υπάρχουσα κατάσταση, όπως την είχε διαγνώσει ο Πρωθυπουργός.

Τίποτα, αλίμονο, δεν είναι τέλειο. Η συμπύκνωση του πολιτικού χρόνου έχει δύο παρενέργειες. Πρώτον, μεγιστοποιεί την επιρροή του τηλεοπτικού μέσου, του μόνου που απευθύνεται στο σύνολο των πολιτών, στην εκλογική διαδικασία. Αλλά η τηλεόραση από τη φύση της, όπως η κάμερα, δεν είναι πολυπρισματική και ευρυγώνια. Είναι ένα μηχάνημα που εστιάζει. Ήταν επόμενο, λοιπόν, να ευνοήσει την ανάδειξη λίγων ή ακόμη και ελάχιστων κεντρικών θεμάτων ως κεντρικών για την ψήφο των πολιτών. Πολλή τηλεόραση ευνοεί ολιγοθεματικές ή μονοθεματικές εκλογές. Μονοθεματικές εκλογές συνήθως δεν ευνοούν τις κυβερνήσεις, που θέλουν να παρουσιάσουν τη δραστηριότητά τους σε πολλούς τομείς, αλλά την αντιπολίτευση που θέλει να στοχεύσει στα ευάλωτα σημεία.

Με τις πρόωρες εκλογές, η κυβέρνηση αντάλλαξε το ρίσκο του χρόνου με το ρίσκο της μεγιστοποίησης των αντιδράσεων σε ένα θέμα. Με άλλα λόγια, αντάλλαξε την προοπτική να βρει μπροστά της μια προβλέψιμη και έτοιμη αντιπολίτευση, με τον κίνδυνο να βρει μπροστά της μια απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτη επικαιρότητα. Η διαχείρισή της αναδεικνύεται ήδη σε βασικό στοίχημα των εκλογών.

Tuesday, August 21, 2007

Στου κούκου το σημάδι

Τρίτη 21 Αυγούστου – και εδώ και μία εβδομάδα άρχισε η κυνηγετική περίοδος. Το βασικό είδος που θηρεύεται φέτος είναι ο σταυρός. Πρόκειται για πτηνό αποδημητικό, ποικιλόχρουν και προσαρμοζόμενο στο περιβάλλον κατά περίπτωση – αλλού το συναντάς καταπράσινο κι αλλού γαλάζιο. Κατά παράξενο τρόπο συνήθως είναι θαλασσινό μπλε στα ορεινά και βαθυπράσινο στα παραθαλάσσια, αλλά αυτά είναι παραξενιές της φύσης… Ταξιδεύει κοπαδιάρικο και μετακινείται συνήθως σε γραφεία του 1ου ορόφου, προτιμώντας τα γωνιακά – διότι τα πουλιά έχουν μια φυσική αντίληψη της σημειολογίας των πραγμάτων: όταν βρίσκει φωλιά σε εμφανές σημείο σημαίνει πως έχει ζήτηση ο οικοδεσπότης, που σημαίνει πως έχει στήριξη, που σημαίνει πως δεν αισθάνεται απειλούμενος, άρα έχει προοπτική, άρα και το πουλάκι, ο σταυρός, κάτι θα τσιμπολογήσει αύριο-μεθαύριο.

Φέτος υπάρχει κι άλλη μια παραδοξότης, πέρα από τους τρεις καύσωνες σε ένα καλοκαίρι, κι αν προσθέσω και τον εκλογικό γίνονται τέσσερις. Είναι η μόνη κυνηγετική περίοδος όπου το θηρευόμενο είδος χαίρει της άπειρης προστασίας των κυνηγών του. Το θωπεύουν, το κανακεύουν, το παραφουσκώνουν με κολακείες και υποσχέσεις μέχρι να κινηθεί προς την σεπτεμβριανή ξόβεργα – οπότε, μπαμ και κάτω. Άλλωστε θα είναι και η γιορτή του εν λόγω πτηνού: 14 Σεπτεμβρίου εορτάζει η πιο σπάνια εκδοχή του, ο Τίμιος Σταυρός, δύο ημέρες αργότερα, τέτοιες διακρίσεις καταργούνται και γιορτάζουν όλοι, γιατί αυτό το πετούμενο, ο σταυρός, εκείνη την Κυριακή είναι σαν τα νομίσματα, που από τα ρωμαϊκά κυνήγια ξέρουμε πως δεν έχουν μυρωδιά.

Η μεγάλη φετεινή εκδήλωση του Κυνηγετικού Συλλόγου διοργανώνεται στη συμπρωτεύουσα στις 8 και 9 Σεπτεμβρίου. Θα είναι εκεί όλοι όσοι έχουν μέσα τους το ένστικτο του θηρευτή, για να «χτυπήσουν» φωτογραφίες, παραπολιτικά, χειραψίες. Μερικά προνομιούχα παραδείσια πουλιά μπορεί να φτεροκοπήσουν και σε κανένα τηλεοπτικό πάνελ. Όσο για το χώρο της συγκέντρωσης, την Έκθεση της Θεσσαλονίκης, φέτος το βασικό είδος που θα εκτίθεται ονομάζεται «πολιτικός αρχηγός», θεωρείται απειλούμενο, αλλά όλο και τα καταφέρνει να επιβιώνει και να πολλαπλασιάζεται, μέσα από την τελετουργική διαδικασία της κοκκορομαχίας.

Και για όσους τυχόν βρίσκουν πως η σύγκριση είναι ατυχής, ο σταυρός δεν είναι πουλί και το κυνήγι πολύ σοβαρή υπόθεση για το συγκρίνεις με την κάλπη, θυμηθείτε πως και τα δύο ξεκινούν με την ίδια ευχή για «καλό βόλι».

Καλοκαιρινές προσφορές!

Δευτέρα 20 Αυγούστου – 27 και σήμερα, λοιπόν, και στην έναρξη αυτής της αντίστροφης μέτρησης, αντί για ρέκβιεμ σε μια εβδομάδα διακοπών, λέω να σας πω μια ιστορία. Τη θυμήθηκα χτες, ακούγοντας στα δελτία ειδήσεων μια καταγραφή των υποσχέσεων των κομμάτων για την κατώτατη σύνταξη. Αν τα έχω καταγράψει σωστά, λοιπόν, η Ν.Δ. υπόσχεται ένταξη του ΕΚΑΣ που θα διαμορφώσει κατώτατη σύνταξη πάνω από τα 600 ευρώ. Το ΠΑΣΟΚ είναι λίγο πιο τσιγκούνικο για τον ένα συνταξιούχο, θα πάρει 550, πιο γαλαντόμο για το ζευγάρι, αυτοί θα πάρουν 950 ευρώ – κάπου 50% πάνω από τον κατώτατο μισθό ενός νέου εργαζομένου. Ο Συνασπισμός πάλι δεν κάνει καρμιριές με 50 ευρώ. Χίλια στρογγυλά στην τσέπη. Όλα αυτά, βέβαια, δεν είναι παρά ψίχουλα μπροστά στην πρόταση του ΚΚΕ, που είναι 1.150 ευρώ, με τις υγείες σας. Λυπάμαι που δεν έχω συγκρατήσει τη σχετική πρόταση του Λαϊκού Ορθοδόξου Συναγερμού, αλλά είμαι βέβαιος ότι θα είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, γενναιόδωρη.

Επειδή, λοιπόν, έτσι έχει ξεκινήσει η προεκλογική εκστρατεία, ιδού η μικρή μας ιστορία – μου την έχουν διηγηθεί πριν από πολύ καιρό και με εξορκίζουν πως είναι απολύτως αληθινή. Ήταν οι εκλογές του 2000. Τότε πρωθυπουργός στη Σουηδία ήταν ο Γκόραν Πέρσον και είχε έρθει για να βοηθήσει την τότε κυβέρνηση, οι ομοϊδεάτες στην ανάγκη φαίνονται. Είχε παρακολουθήσει μια προεκλογική συγκέντρωση στην Ελευσίνα ή το Ηράκλειο της Κρήτης. Ανέβηκε τότε στο βήμα ο Σημίτης και έκανε μια από εκείνες τις εξαγγελίες με τη μεζούρα και το σταγονόμετρο, που προκαλούσαν πάντοτε ρίγη συγκίνησης στους κομματικούς του. Από κάτω ο κόσμος, που θα προτιμούσε ένα «δώστα όλα», δεν ήταν ακριβώς ενθουσιασμένος. Ο Πέρσον, λοιπόν, είχε μεταφραστεί. Έμοιαζε κι αυτός κάπως παγωμένος. Δεν πίστευε στα αυτιά του. Νόμιζε μάλιστα πως κατάλαβε γιατί το πλήθος δεν ανταποκρινόταν στα σκιρτήματα της ομιλίας. Νόμιζε (με βεβαιώνουν) πως το πρόβλημα ήταν πως ο πρωθυπουργός δεν είχε εξηγήσει ακριβώς πόσο θα κοστίσουν οι υποσχέσεις του και πώς θα βρει τα χρήματα. Ο άνθρωπος είχε έρθει μόλις από τη Σουηδία. «Αν έλεγα εγώ ότι θα δώσω κάτι και δεν εξηγούσα πού θα το βρω, θα είχα χάσει τις εκλογές» - μονολογούσε μετά ο περίεργος επισκέπτης.

Μένουν μόνο 27 μέρες και η προεκλογική περίοδος θα είναι η μικρότερη που έχει διεξαχθεί στα μεταπολιτευτικά χρόνια. Προλαβαίνουμε όμως ακόμη να τον καλέσουμε ξανά, τώρα που είναι συνταξιούχος. Θα νομίζει πως πήγε ταξίδι στη Eurodisney. Αλλά εμείς θα είμαστε εδώ και όταν τελειώσουν τα πυροτεχνήματα, οπότε καλό θα είναι να το θυμόμαστε την ώρα της πλατείας.